Νικήτας Χιωτίνης, Διευθυντής ΣΓΤΚΣ ΤΕΙ Αθήνας
Η Πολιτική, ως Σκέψη και ως Πράξη, έφτασε στο απόγειό της με την Αθηναϊκή Δημοκρατία και περιγράφηκε με τρόπο σαφή και γλαφυρό από τον Θουκυδίδη, στον «Επιτάφιο του Περικλέους». Με την Πολιτική ως εκφράζουσα κοινωνία πολιτών, με συνείδηση συλλογικότητας και συλλογικούς στόχους, με αυτονόητη την «ισονομία, ισοπολιτεία και ισηγορία». Υπό την έννοια αυτή, σήμερα έχουμε καταφανώς επιστρέψει σε προ-πολιτικές περιόδους.
Αυτή η «ισονομία, ισοπολιτεία και ισηγορία» φαντάζει ολοένα και περισσότερο άπιαστη προοπτική, οι δε κοινωνίες ολοένα και περισσότερο αποδομούνται σε πατρικίους και πληβείους, με ολοένα και περισσότερο ολιγομελή την ομάδα των πατρικίων. Αιτία γι’ αυτό η φιλοσοφική πρόταση της νεωτερικότητας, δηλαδή η επιστημονικώς τεκμηριωμένη χειραφέτηση του ανθρώπου από τα παλαιά υπαρξιακά πεδία αναφοράς της οντικής του παρουσίας, η συνεπεία τούτου επιδίωξη δήθεν «αυτοπραγμάτωσής» του, η απόλυτη εξατομίκευσή του και ο συνακόλουθος κατακερματισμός των κοινωνιών σε ανεξάρτητες, αυτόνομες, αλλά και ανταγωνιστικές λειτουργίες και ομάδες πληβείων.
Τα πολιτικά ιδεολογήματα που εμφανίστηκαν, κυρίως από τον 19ο αιώνα και εξής, με επιδίωξη τη συλλογική ευτυχία –με κοινή την έννοια της ευτυχίας και στον Μαρξ και στον Άνταμ Σμιθ- απέτυχαν.
Απέτυχαν εξ αιτίας του τρόπου που θεωρούσαν τις σχέσεις ατομικότητας και συλλογικότητας. Τόσο ο κρατισμός, με την πρόταξη του δημοσίου και με κορωνίδα το παράδειγμα της πρώην Σοβιετικής Ένωσης, όσο και ο επικρατούν φιλελευθερισμός με την πρόταξη του ιδιωτικού – καταδήλως απέτυχαν, αποπροσανατολιζόμενα των αρχικών τους στοχεύσεων. Τα αποτελέσματα του κρατισμού της Σοβιετικής Ένωσης τα είδαμε, ενώ ο φιλελευθερισμός κατέληξε στον ψευδεπίγραφο, ως προς το δεύτερο συστατικό του όρου, νεο-φιλελευθερισμό, με συνέπεια τη δημιουργία μιας νέου τύπου φεουδαρχίας. Τα ανωτέρω μάλιστα νομοτελειακώς: Ο διαχωρισμός ιδιωτικού και δημοσίου, στη σημερινή προ-πολιτική πλέον εποχή, οδηγεί σε ανεξάρτητες εξουσίες, που λειτουργούν ως αυτόνομα και αντιμαχόμενα συστήματα, χάνεται η κοινωνία, που έχει πλέον μεταλλαχθεί σε εταιρική σχέση (στις δυτικοευρωπαϊκές γλώσσες χρησιμοποιείται η ίδια λέξη για την κοινωνία και για την εταιρεία ή την οικονομική επιχείρηση, societé, society) και ο νεωτερικός ωφελιμισμός οδηγεί γρήγορα σε παρακμή και διαφθορά . Τα παλαιά Κοινωνικά Συμβόλαια καταδήλως απέτυχαν, με ολέθριες συνέπειες που ήδη (αρχίσαμε να) βιώνουμε.
Τα σημερινά τραγικά αδιέξοδα της ανθρωπότητας, δείχνουν την ανάγκη μίας νέας φιλοσοφικής θεμελίωσή της, γιατί αυτή καθορίζει τους ατομικούς και συλλογικούς στόχους του ανθρώπου και τις προτεραιότητες του βίου του. Μέχρι τότε όμως ας επιδιώξουμε την εγκαθίδρυση, μέσα στα πλαίσια της νεωτερικότητας, ενός Νέου Κοινωνικού Συμβολαίου, με ενίσχυση, μέσω θεσμών, του συμμετοχικού τρόπου ύπαρξης και λειτουργίας των κοινωνιών, της συμμετοχής όλων των πολιτών/ιδιωτών στην δημόσια κοινωνική και οικονομική ζωή, σε βαθμό που βαθμιαία θα οδηγήσει σε συνταύτισή τους. «Θεωρούμε ως αχρήστους τους μη ασχολούμενους με τα κοινά», διακήρυττε ο Περικλής.
Οι επιδιώξεις συμμετοχικής διακυβέρνησης και εμβάθυνσης της δημοκρατίας, έχουν ήδη τεθεί ως πολιτικοί στόχοι πολλών «δεξαμενών Σκέψης», κυρίως στην Ευρώπη, και σε κάποιο βαθμό προωθούνται. Αντιδρά σε αυτό το επικρατούν πανίσχυρο χρηματοπιστωτικό σύστημα (ουδόλως «φιλελεύθερο») που βρίσκεται στα χέρια λίγων ολιγαρχών. Στην Ευρώπη είμαστε μάρτυρες μιας σχετικής «διελκυστίνδας» και οφείλουμε να συμμετάσχουμε σε αυτήν από την πλευρά της προόδου.
Η Παιδεία των λαών έχει καθοριστικό ρόλο. Οφείλουμε, συμμετέχοντας στην ανάγκη εγκαθίδρυσης αυτού του Νέου Κοινωνικού Συμβολαίου, να αναθεωρήσουμε τον τρόπο λειτουργίας των Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων, θα λέγαμε καλύτερα τον ίδιο τον τρόπο ύπαρξής τους. Με δεδομένη την κατακλυσμιαία εξέλιξη των επιστημών και της Σκέψης, καθώς και της εξέλιξης της τεχνολογίας, που έχει άρδην αλλάξει τον τρόπο διάχυσης των γνώσεων και της πληροφορίας, αυτά δεν μπορούν να υπάρχουν όπως μέχρι τα μισά του ΧΧου αιώνα. Τα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα δεν μπορούν πλέον να παίξουν το ρόλο του μοναδικού μέσου παροχής γνώσεων, δεν μπορούν πλέον οι καθηγητές να επέχουν θέση αυθεντίας, γιατί απλούστατα δεν μπορούν να είναι αυθεντίες, στην σημερινή κατακλυσμιαία και εν πολλοίς απρόβλεπτη εξέλιξη των επιστημών. Ρόλος τους είναι πλέον η εισαγωγή των σπουδαστών σε μεθόδους έρευνας και κριτικής σκέψης. Κυρίως όμως τα Εκπαιδευτικά Ιδρύματα και οι καθηγητές τους, οφείλουν να κατεβούν από το βάθρο της αυτόνομης εξουσιαστικής οντότητας, οφείλουν να ανοιχτούν στην κοινωνία, οφείλουν να συνηχήσουν με τους παλμούς της, τους πόθους, τις ελπίδες και τις επιδιώξεις της, οφείλουν να συμμετάσχουν στους συλλογικούς της στόχους, από τη θέση του συνεργάτη.
Υπό την έννοια αυτή δεν έχει νόημα η διαλαλούμενη «αυτονομία» τους, πολύ δε περισσότερο δεν έχει νόημα η περαιτέρω περιχαράκωσής τους με «υπερ-διοικήσεις» τους από Συμβούλια «σοφών», που επιλέγονται από τους καθηγητές τους και μόνο. Ήταν φυσικό τέτοιες προσπάθειες να αποτύχουν. Δεν έχει νόημα σήμερα η οπισθοχώρηση των Πανεπιστημίων σε αυτο-οριζόμενους και αυτο-προστατευόμενους οργανισμούς, δίκην μεσαιωνικών μοναστηριών. Οφείλουν να ενταχθούν στο κοινωνικό, αναπτυξιακό, πολιτισμικό, οικονομικό και πολιτικό γίγνεσθαι (όλοι αυτοί οι όροι είναι σχεδόν ταυτόσημοι). Όσο το δυνατόν περισσότεροι κοινωνικοί και αναπτυξιακοί φορείς, αλλά και αυτοί που πληρώνουν για τη λειτουργία τους, δηλαδή οι φοιτητές τους, οφείλουν να συμμετέχουν στη λειτουργία και εξέλιξη των Πανεπιστημίων, αλλά και όλων των άλλων Εκπαιδευτικών Ιδρυμάτων,. Με μέτρο βέβαια και προσοχή, δεν είναι εύκολο το πέρασμα από προ-πολιτικές καταστάσεις σε πρακτικές πολιτικής ωριμότητας, αλλά έχουμε υποχρέωση να το επιχειρήσουμε.
Ομοίως οφείλουμε να αντιμετωπίσουμε και το περίφημο «άσυλο», που εδώ και πολλά χρόνια δεν υφίσταται. Ευκολότερα διακινούνται οι ιδέες στη πλατεία Συντάγματος ή στο προαύλιο της αστυνομικής Διεύθυνσης Αθηνών, περισσότερο απρόσκοπτα μπορούν να συνεδριάσουν οι καθηγητές οπουδήποτε αλλού παρά εντός του δήθεν πανεπιστημιακού ασύλου, που υποτίθεται πως προστατεύει την ελεύθερη διακίνηση των ιδεών. Το «άσυλο» βέβαια των πανεπιστημίων στην Ελλάδα έχει ιστορική αξία, είναι κάτι σαν genius loci. Θα πρέπει όμως να το υποστηρίζουν όλα τα κόμματα του σημερινού ελληνικού πολιτικού (δήθεν) τοπίου, που σήμερα, τινά εξ αυτών, κάνουν ακριβώς το αντίθετο, με τις ελεγχόμενες από αυτά ολιγομελείς φοιτητικές παρατάξεις. Οι δε φοιτητές, ας προστατεύσουν τους χώρους που οι ίδιοι πλήρωσαν και συντηρούν, ας προστατεύσουν και τις διαδικασίες από τις οποίες περιμένουν οφέλη. Ας προσπαθήσουμε όλοι μαζί να εγκαθιδρύσουμε αυτό το Νέο Κοινωνικό Συμβόλαιο, αντί να συντηρούμε τη σημερινή φαυλότητα και να καταστρέφουμε τις δικές μας περιουσίες. Το «ωχ αδελφέ, έτσι είναι τα πανεπιστήμια», θυμίζει το Μάνο Χατζηδάκι που έλεγε πως «συνηθίσαμε το τέρας, που σημαίνει πως του μοιάσαμε». Κυρίως να καταλάβουμε πως η μη συλλογικότητα των δράσεων και αντιδράσεων, αποτελούν τις πιο ακραίες εκφράσεις του νεο-φιλελευθερισμού και μάλιστα από ομάδες που διατείνονται πως είναι αντίθετοί του . Η υποβάθμιση των Δημοσίων Πανεπιστημίων θα κάνει την κοινή γνώμη να δεχτεί με ανακούφιση την ίδρυση και κατίσχυση των ιδιωτικών Πανεπιστημίων ή την φυγή των πλούσιων νέων στο εξωτερικό, ενισχύοντας έτσι την εξουσία μιας ολιγομελούς πλουτοκρατίας, που θα είναι εξουσία και στη γνώση. Αυτό που με τρομάζει περισσότερο είναι οι ψευδεπίγραφες προτροπές των κομμάτων που «μας τραβάνε απ’το μανίκι», όπως θάλεγε ο Σαββόπουλος, που έχουν τον τρόπο τους να συντηρούν τους «πελάτες» τους, μη έχοντας τη δυνατότητα –γνώση, φαντασία και ικανότητα- για κάτι καλλίτερο.
Ας έλθουμε τέλος στα περίφημα αγγλόφωνα προπτυχιακά Τμήματα. Ελπίζω αυτό να μην αποτελεί συνέχεια της πρότασης παλαιάς υπουργού παιδείας, αλλά κατά τεκμήριο μη ειδικής στο αντικείμενο του υπουργείου της, να εγκαθιδρυθεί ως δεύτερη επίσημη γλώσσα του ελληνικού κράτους η αγγλική γλώσσα. Φαίνεται πως αγνοούμε πως από την αρχαιότητα μέχρι τον 18ο τουλάχιστον αιώνα, η ελληνική γλώσσα ήταν η γλώσσα των μορφωμένων όλου του δυτικού κόσμου. Φαίνεται πως αγνοούμε ότι ο Νεύτωνας και πολλές άλλες ιστορικές προσωπικότητες έγραφαν συχνά στα ελληνικά μελέτες τους.
Φαίνεται πως αγνοούμε ότι μέχρι σχετικά πρόσφατα, στον γεωγραφικό περίγυρό μας, μπορούσες να συνεννοηθείς μιλώντας ελληνικά. Φαίνεται πως αγνοούμε ότι η σημερινή ελληνική γλώσσα είναι περίπου η ίδια εδώ και χιλιάδες χρόνια, η μόνη στον κόσμο με τόση διάρκεια. Δεν μπορείς μονομιάς να την διαγράψεις από την ιστορία. Προφανώς σήμερα επικρατεί η αγγλική και ενδεχομένως –χωρίς αυτό να είναι και βέβαιο- προπτυχιακά τμήματα στην αγγλική να προσελκύσουν νέους από την Ασία και την Αφρική. Αλλά τουλάχιστον να μην απεμποληθεί η ελληνική γλώσσα των χιλιάδων ετών διάρκειας, χάριν της συγκυρίας. Θα μπορούσαν π.χ. να γίνονται προπτυχιακά μαθήματα στην αγγλική, αλλά στο τελευταίο έτος και στην ελληνική, ιδιαιτέρως η διπλωματική εργασία να συντάσσεται στην ελληνική. Δεν είναι κάτι που θα εμποδίσει την έλευση ξένων φοιτητών, αντιθέτως θα προσδώσει κύρος στις σπουδές τους.
Φοβούμαι πως τα ανωτέρω είναι φωνή βοώντος εν τη ερήμω, αλλά δεν ξέρεις καμιά φορά…
Πηγη esos