Σφοδρή επίθεση κατά τη σημερινής ηγεσίας της ΠΟΕ-ΟΤΑ που αποτελείται από μέλη της τ. ΠΑΣΚΕ εξαπολύει μέσω συνέντευξής του στην aftodioikisi.gr ο γραμματέας της συνδικαλιστικής παράταξης Μέτωπο Ταξικής Ανατροπής (ΜΕΤΑ) που πρόσκειται στον ΣΥΡΙΖΑ, Γιώργος Χαρίσης. «Οι άνθρωποι των μηχανισμών και των χαμαιλεόντιων μεταλλάξεων ακόμη και αν θέλουν δεν μπορούν να ηγηθούν ενός πραγματικά ταξικού αγώνα για τα δίκαια των εργαζομένων. Πάντα σκέφτονται την προσωπική-πολιτικοσυνδικαλιστική τους «επιβίωση» και όχι τα συλλογικά συμφέροντα των εργαζομένων», λέει χαρακτηριστικά, φέρνοντας ως χαρακτηριστικό παράδειγμα το γεγονός ότι το 2012 διέσπασαν τον κλάδο για να φτιάξουν μονοπαραταξιακό προεδρείο, ενώ, όπως τονίζει, όχι μόνο δεν στήριξαν αλλά άφησαν ακάλυπτους τους σχολικούς φύλακες. «Είναι χαρακτηριστική η στάση τους απέναντι στους σχολικούς φύλακες όπου δεν τους στήριξαν, δεν πάτησαν ούτε μια φορά στα κέντρα αγώνα στη Θεσ/νίκη και την Αθήνα και ακόμη λένε ότι δεν θα τους αφήσουν να ψηφίσουν για την ομοσπονδία – όσοι είναι απολυμένοι ή εργάζονται με δικαστικές αποφάσεις. Τους απέλυσε η προηγούμενη κυβέρνηση και το τραγικό είναι τους αφήνει ακάλυπτους και το συνδικάτο τους. Τώρα βέβαια που ανακοίνωσε η νέα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ότι θα τους επαναπροσλάβει, μπορεί να αλλάξουν θέση εκ του ασφαλούς, μήπως πάρουν καμιά ψήφο από τους σχολικούς φύλακες», προσθέτει. Μάλιστα, αναφερόμενος εμμέσως πλην σαφώς στην προσπάθεια του προέδρου της ΠΟΕ-ΟΤΑ Θέμη Μπαλασόπουλου να είναι υποψήφιος βουλευτής του ΣΥΡΙΖΑ τονίζει ότι «το οξύμωρο είναι ότι αυτή η ηγεσία ήθελε να πιάσει «στασίδι» και να είναι «πρώτο τραπέζι πίστα» και στις νέες πολιτικές συνθήκες που δημιουργήθηκαν με την διάλυση ουσιαστικά του ΠΑΣΟΚ, στηριζόμενοι μάλιστα όχι στις «αγωνιστικές» της περγαμηνές, αλλά σε ένα πλαίσιο δημοσίων σχέσεων, εκδουλεύσεων και «φιλικών» παρεμβάσεων. Φαίνεται ότι δεν κατάλαβαν ότι πέρα από τις συνδικαλιστικές ή πολιτικές μας διαφορές, η Αριστερά διακρίνεται από μια άλλη κουλτούρα: της αλληλεγγύης, της ανιδιοτελούς προσφοράς και της πίστης σε αξίες και ιδανικά», τονίζει χαρακτηριστικά.
Ο κ. Χαρίσης τάσσεται κατά της κατάργησης των ελαστικών μορφών εργασίας, της μεταφοράς της κοινωνικής ασφάλισης στο υπουργείο Υγείας, από το υπουργείο Εργασίας, «που παραπέμπει στην αντίληψη της σύνδεσής της όχι με την εργασία, αλλά με την πρόνοια», ενώ για τους δημοσίους υπαλλήλους τονίζει ότι «δεν χρειάζονται για να αναπαράγουν τον εαυτό τους και τη θέση τους, αλλά για να εξυπηρετούν τις ανάγκες της κοινωνίας με υπηρεσίες ποιότητας και με ανιδιοτελή προσφορά. Πρέπει η ιδεολογική ήττα των ιδεών μας στο τέλος της δεκαετίας του ’80 να μας γίνει μάθημα και να κερδίσουμε τον αντίπαλο και στο επίπεδο της παραγωγικότητας», επισημαίνει. Αναφορικά με το μισθολόγιο στο Δημόσιο τονίζει ότι «πρέπει να καταργηθεί γιατί μείωσε δραματικά τις αποδοχές των εργαζομένων, διεύρυνε τις ανισότητες μεταξύ τους και με μνημονιακή παρέμβαση πάγωσε η εξέλιξη από βαθμό σε βαθμό με αποτέλεσμα τη μισθολογική καθίζηση. Πρέπει μέχρι τη ψήφιση ενός νέου μισθολογίου να υπάρξει ακώλυτη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη. Η πρώτη απάντηση του αρμόδιου υπουργού του κ. Κατρούγκαλου για καμιά μισθολογική αποκατάσταση το 2015 δεν μας βρίσκει σύμφωνους, γιατί δεν θεωρούμε αύξηση το ξεπάγωμα του χρονοεπιδόματος ουσιαστικά αποτελεί αύξηση, αλλά στοιχειώδη ευθύνη της πολιτείας», καταλήγει.
Το πλήρες κείμενο της συνέντευξης του κ. Γιώργου Χαρίση στην aftodioikisi.gr είναι το εξής:
Κύριε Χαρίση, πώς κρίνετε τη συμφωνία της χώρας μας με τους εταίρους μας στο Eurogroup;
Η συμφωνία της ελληνικής κυβέρνησης με του δανειστές, οδηγεί σε αθέτηση βασικών δεσμεύσεών της και κυρίως στην αναγνώριση και την αποδοχή των πολιτικών τις οποίες είχε αντιπαλέψει πριν. Κινδυνεύει να χάσει το πραγματικό της όπλο, που είναι η μεγάλη λαϊκή συναίνεση που υπάρχει αυτή τη στιγμή και γι’ αυτό πρέπει να κάνει ριζική στροφή όσο είναι καιρός. Να μην γοητεύονται με τα καλά λόγια που ακούνε από τα μνημονιακά ΜΜΕ, γιατί αυτά θέλουν να δημιουργήσουν μειωμένες απαιτήσεις από την κοινωνία και να οδηγήσουν την κυβέρνηση στο κλαμπ του “ρεαλισμού” και στην ουσία στη συνέχιση των ίδιων αδιέξοδων πολιτικών.
Αν η κυβέρνηση αυτή δεν υλοποιήσει άμεσα τις βασικές της δεσμεύσεις ή αν βάζει σε διαρκή έγκριση προς τους “Θεσμούς”!!! των όποιων μέτρων θέλει να παίρνει, τότε πολύ γρήγορα οι κινητοποιήσεις στήριξης προς την κυβέρνηση θα μετατραπούν σε αντικυβερνητικές κινητοποιήσεις.
Η επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων πρέπει να γίνουν ΤΩΡΑ, η επαναλειτουργία της ΕΡΤ το ίδιο, ενώ ταυτόχρονα πρέπει να προωθηθούν όλα τα θέματα που έχουν σχέση με τα εργασιακά και ασφαλιστικά-συνταξιοδοτικά θέματα και το σταμάτημα όων των ιδιωτικοποιήσεων.
Το επόμενο τετράμηνο θα είναι κρίσιμο και χρέος του εργατικού συνδικαλιστικού κινήματος είναι να παρέμβει στις εξελίξεις οργανώνοντας αγώνες και κινητοποιήσεις για την υλοποίηση όλων των δεσμεύσεων.»
Η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει ότι θα αλλάξει το καθεστώς στα εργασιακά αναφορικά με τον κατώτατο μισθό αλλά σταδιακά μέχρι το 2016, τις ελεύθερες συλλογικές διαπραγματεύσεις και την επεκτασιμότητα των συλλογικών συμβάσεων και των τριετιών, την επαναφορά του θεσμού της διαιτησίας αλλά και τις ομαδικές απολύσεις. Θεωρείτε ότι επαρκούν όλα αυτά τα μέτρα για να σταματήσει η αγορά εργασίας να είναι ζούγκλα, όπως έχει πει και ο υπουργός Εργασίας Πάνος Σκουρλέτης;
Καταρχάς πρέπει να πούμε ότι τα άμεσα μέτρα της νέας κυβέρνησης είναι θετικά, κυρίως όχι μόνο γιατί θα επανέρθει, έστω και σταδιακά ο κατώτατος μισθός και θα αρθούν οι «ρατσιστικές» ανισότητες μεταξύ εργαζομένων κάτω και πάνω των 25 ετών, αλλά και γιατί έτσι αποκαθίστανται κάποιοι από τους όρους διεξαγωγής της ταξικής πάλης, όπου μέσω των συλλογικών διαπραγματεύσεων και της εφαρμογής των ΣΣΕ, καλούνται το συνδικαλιστικό κίνημα και οι εργαζόμενοι, στο πεδίο της διεκδίκησης να παλέψουν για τη βελτίωση των όρων αμοιβής και εργασίας τους.
Μια αριστερή κυβέρνηση επίσης πρέπει να δημιουργήσει το πλαίσιο άρσης της ανισότητας των όρων διεξαγωγής αυτής της αντιπαράθεσης, θεσμοθετώντας κανόνες που θα διευκολύνουν την συνδικαλιστική δράση και θα αίρουν το άβατο πολλών επιχειρήσεων για τους συνδικαλιστές, ενώ ταυτόχρονα θα ωθούν στη δημιουργία ισχυρών – ταξικών συνδικάτων, για να περιοριστούν τα φαινόμενα του συντεχνιασμού, του εργοδοτικού και κυβερνητικού συνδικαλισμού, καθώς και της πολυδιάσπασης και του κατακερματισμού τους.
Κυρίως όμως θα πρέπει να γίνουν ριζοσπαστικές τομές στη νομοθεσία, να καταργηθεί άμεσα το δουλοκτητικό καθεστώς της ενοικίασης των εργαζομένων, της εκ περιτροπής εργασίας και της μερικής απασχόλησης, να μειωθεί ο χρόνος εργασίας και να καταργηθεί η υπερεργασία, για να υπάρξουν νέες θέσεις εργασίας για να μειωθεί η ανεργία και να μεγαλώσει ο ελεύθερος χρόνος για να διευρυνθεί έτσι ο ορίζοντας των ενδιαφερόντων της εργατικής τάξης και γενικότερα του κόσμου της εργασίας, που αποτελούν βασικούς παράγοντες για να μπορέσουν να επιτελέσουν τον ηγετικό τους ρόλο και την ιστορική τους αποστολή, που είναι η κατάργηση της εκμετάλλευσης ανθρώπου από άνθρωπο, για μην ξεχνιόμαστε και κατατρωγόμαστε μόνο με την καθημερινότητα.
Τέλος είναι ανάγκη να ενισχυθούν οι ελεγκτικοί μηχανισμοί του κράτους, με τη συμμετοχή και των συνδικάτων για το σεβασμό της εργατικής νομοθεσίας και την εφαρμογή των ΣΣΕ.
Και στο ασφαλιστικό η κυβέρνηση έχει εξαγγείλει ότι δεν πρόκειται να εφαρμόσει το περίφημο mail Χαρδούβελη, δεσμευόμενη ότι δεν θα υπάρξουν μειώσεις συντάξεων ούτε κύριων ούτε επικουρικών και αυξήσεις στα όρια ηλικίας, ενώ εξήγγειλε μέσω του αρμόδιου υπουργού Δημήτρη Στρατούλη μεταξύ άλλων επαναχορήγηση της 13ης σύνταξης σε όσους παίρνουν κάτω από 700 ευρώ, κανονική καταβολή του ΕΚΑΣ αλλά και ενοποίηση ασφαλιστικών ταμείων. Θεωρείτε ότι όλες αυτές οι εξαγγελίες λύνουν το πρόβλημα του ασφαλιστικού και των συντάξεων;
Το πρώτο που θέλουμε να σημειώσουμε είναι ότι αν σήμερα είχαμε κυβέρνηση ΝΔ-ΠΑΣΟΚ η επίθεση θα ήταν γενικευμένη απέναντι στους μισθούς, τις συντάξεις και γενικά τα εργασιακά και κοινωνικά δικαιώματα και αυτό δεν πρέπει να μας διαφεύγει. Άρα ένα πολύ σημαντικό μέτρο είναι η ανακοπή αυτής της επίθεσης. Το δεύτερο είναι ότι εξαγγέλθηκε η ίδρυση Ταμείου Εθνικού Πλούτου και Κοινωνικής Ασφάλισης, για να ανακτήσουν σε ένα βάθος χρόνου, τα ταμεία τα αποθεματικά τους και το τρίτο ότι επανέρχεται ο κοινωνικός και αναδιανεμητικός χαρακτήρας της κοινωνικής ασφάλισης.
Στόχος πρέπει να είναι η αποκατάσταση του αισθήματος δικαίου, να έχουμε συντάξεις που να εξασφαλίζουν ένα αξιοπρεπές επίπεδο διαβίωσης για όλους τους συνταξιούχους – και από κει και πάνω αυτές να εξαρτιούνται από τα χρόνια εργασίας και το ύψος των εν ενεργεία αποδοχών των εργαζομένων. Κι αυτό για να μην υπάρχει ούτε ισοπέδωση, ούτε οι συντάξεις να είναι προνοιακές ακολουθώντας πάντα την εξέλιξη των μισθών των εργαζομένων.
Μεγάλο πρόβλημα επίσης – που οφείλεται και στις ελλείψεις προσωπικού των ασφαλιστικών ταμείων, αλλά κυρίως σε πολιτικές σκοπιμότητες που υπακούουν σε ταμιακές λογικές και είναι η μεγάλη καθυστέρηση απονομής του συνόλου των συντάξεων, κύριων, επικουρικών και πρόνοιας. Αυτό το θέμα η κυβέρνηση πρέπει να βρει τον τρόπο και να το λύσει άμεσα, για να αποδίδονται οι συντάξεις σε δύο-τρεις μήνες το πολύ.
Επί τη ευκαιρία να τονίσω την κάθετη διαφωνία μου με την μεταφορά της κοινωνικής ασφάλισης στο υπουργείο Υγείας, από το υπουργείο Εργασίας, που παραπέμπει στην αντίληψη της σύνδεσής της όχι με την εργασία, αλλά με την πρόνοια και που εκτιμώ ότι δεν συνάδει με τις θέσεις και τις αντιλήψεις της Αριστεράς και για το λόγο αυτό πρέπει να επανεξεταστεί άμεσα.
Στο Δημόσιο, κυρίαρχο μέλημα της κυβέρνησης είναι η επαναπρόσληψη των απολυμένων και διαθέσιμων, οι αλλαγές στο πειθαρχικό αλλά και στο σύστημα επιλογής προϊσταμένων, ενώ μετατίθεται χρονικά η αξιολόγηση αλλά και το νέο μισθολόγιο. Λύνουν αυτές οι κινήσεις το πρόβλημα ή απαιτούνται περισσότερες;
Κατ’ αρχάς θεωρώ θέμα άμεσης προτεραιότητας, συνέπειας και ηθικής τάξης την αποκατάσταση όλων όσων απολύθηκαν με μνημονιακούς νόμους, που όπως ξέρετε δεν ήταν πλεονάζον προσωπικό, όπως λέγανε, αλλά υπηρετούσε τις εντολές της τρόικας για μείωση των εργαζομένων του δημοσίου, αλλά και νεοφιλελεύθερων εμμονών και ιδεοληψιών των προηγούμενων δεκαετιών, που αξιοποίησαν την κρίση για να εφαρμόσουν τα νεοφιλελεύθερα πειράματα, αντιμετωπίζοντας τη χώρα μας και τους εργαζόμενους ως πειραματόζωα.
Εδώ αξίζει να το ξανατονίσω ότι σε καμιά περίπτωση δεν μιλάμε για επαναφορά ανθρώπων, με πλαστά πιστοποιητικά και πτυχία, που με τη στάση τους προσβάλλουν τους άλλους συναδέλφους και δυστυχώς, πολλές απ’ αυτές τις περιπτώσεις, ωθήθηκαν από τις ίδιες πολιτικές διοικήσεις και ένα πελατειακό σύστημα αναπαραγωγής της εξουσίας τους.
Αυτό σημαίνει ότι πρέπει αν προσληφθούν άμεσα ΟΛΟΙ, στο δημόσιο και τον ευρύτερο δημόσιο τομέα και να επαναλειτουργήσει ΤΩΡΑ η ΕΡΤ, σε νέες σύγχρονες βάσεις, αξιοποιώντας τη μεγάλη πείρα που αποκτήθηκε από τους εργαζόμενούς της τα δύο τελευταία χρόνια, που κράτησαν την ΕΡΤ open ως ένα σύμβολο αγώνα για την πλουραλιστική και δημοκρατική ενημέρωση. Από κει και πέρα στo πλαίσιο μιας καλύτερης και πιο αποτελεσματικής λειτουργίας των δημοσίων υπηρεσιών, μπορούν εξεταστούν μετακινήσεις προσωπικού σε υπηρεσίες αιχμής για την εξυπηρέτηση της κοινωνίας.
Αρχή μας είναι ότι οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν χρειάζονται για να αναπαράγουν τον εαυτό τους και τη θέση τους, αλλά για να εξυπηρετούν τις ανάγκες της κοινωνίας με υπηρεσίες ποιότητας και με ανιδιοτελή προσφορά. Πρέπει η ιδεολογική ήττα των ιδεών μας στο τέλος της δεκαετίας του ’80 να μας γίνει μάθημα και να κερδίσουμε τον αντίπαλο και στο επίπεδο της παραγωγικότητας.
Όσον αφορά το ισχύον σύστημα αξιολόγησης πρέπει να καταργηθεί και να συζητηθεί το θέμα της κοινωνικής προσφοράς και του έργου των υπηρεσιών στο πλαίσιο μιας πολιτικής ενίσχυσης των δημοσίων υπηρεσιών. Αν εφαρμόζεται πιστά ένας σύγχρονος δημοσιοϋπαλληλικός κώδικας λύνονται προβλήματα μη σωστής λειτουργίας και προσφοράς υπηρεσιών και προσωπικού, γιατί ειδάλλως πάμε σε ένα ανταγωνιστικό σύστημα μεταξύ των υπαλλήλων που δεν συνάδει με τις αξίες μας.
Τέλος πρέπει να καταργηθεί το μισθολόγιο, που μείωσε δραματικά τις αποδοχές των εργαζομένων, διεύρυνε τις ανισότητες μεταξύ τους και με μνημονιακή παρέμβαση πάγωσε η εξέλιξη από βαθμό σε βαθμό με αποτέλεσμα τη μισθολογική καθίζηση. Πρέπει μέχρι τη ψήφιση ενός νέου μισθολογίου να υπάρξει ακώλυτη βαθμολογική και μισθολογική εξέλιξη. Η πρώτη απάντηση του αρμόδιου υπουργού του κ. Κατρούγκαλου για καμιά μισθολογική αποκατάσταση το 2015 δεν μας βρίσκει σύμφωνους, γιατί δεν θεωρούμε αύξηση το ξεπάγωμα του χρονοεπιδόματος ουσιαστικά αποτελεί αύξηση, αλλά στοιχειώδη ευθύνη της πολιτείας.
Προέρχεστε από το χώρο των εργαζόμενων στους δήμους. Ποια θεωρείτε ότι είναι τα πρώτα μέτρα που πρέπει να λάβει η κυβέρνηση για τους δημοτικούς υπαλλήλους αλλά και γενικότερα για την Αυτοδιοίκηση;
Οι εργαζόμενοι στους ΟΤΑ έχουν τα ίδια προβλήματα που έχουν όλοι οι εργαζόμενοι. Οι επούλωση των πληγών της μνημονιακής περιόδου νομίζω ότι προέχει και άρα η επαναπρόσληψη όλων των απολυμένων και η επανασύσταση των υπηρεσιών που καταργήθηκαν πρέπει να είναι το πρώτο μας μέλημα. Στη συνέχεια πρέπει να γίνει προγραμματισμός προσλήψεων τακτικού προσωπικού για τη στελέχωση όλων των υπηρεσιών με προτεραιότητα της κοινωνικές, τις υπηρεσίες εξυπηρέτησης των πολιτών και συντήρησης των υποδομών των πόλεων, της καθαριότητας κλπ, την μετατροπή των συμβάσεων των εργαζομένων στις κοινωνικές δομές (ΒσΣ, ΚΔΑΠ, ΚΗΦΗ κλπ) από ορισμένου σε αορίστου χρόνου, την κατάργηση των Νομικών Προσώπων και των κοινωφελών δημοτικών επιχειρήσεων με τη μεταφορά των αρμοδιοτήτων και του προσωπικού τους στις υπηρεσίες των δήμων.
Τέλος όσων αφορά τις διάφορες ελαστικές μορφές εργασίας θεωρώ ότι πρέπει να καταργηθούν άμεσα τα προγράμματα κοινωφελούς εργασίας και μαθητείας, καθώς και η εκχώρηση αρμοδιοτήτων και υπηρεσιών σε ΚΟΙΝΣΕΠ ή εργολαβικά συνεργεία. Όσο όμως υπάρχουν τα προγράμματα θα πρέπει να αμείβονται με τις ισχύουσες ΣΣΕ και να έχουν πλήρη εργασιακά και ασφαλιστικά δικαιώματα.
Η αρχή μας είναι για ίδια δουλειά, με ίδια προσόντα και εμπειρία πρέπει η εργαζόμενοι να αμείβονται το ίδιο.
Κύριε Χαρίση, τι έχετε να πείτε για τη δράση της ΠΟΕ-ΟΤΑ την προηγούμενη, κρίσιμη για τους εργαζόμενους περίοδο;
Η ηγεσία της ΠΟΕ-ΟΤΑ παρότι κινήθηκε σε μια αντιμνημονιακή ρητορική, δεν αξιοποίησε όλες τις δυνατότητες να οργανώσει την αντίσταση των εργαζομένων και να παίξει καθοριστικό ρόλο σε μια ευρύτερη συσπείρωση των συνδικάτων απέναντι στην αντεργατική λαίλαπα. Φάνηκε καθαρά ότι οι άνθρωποι των μηχανισμών και των χαμαιλεόντιων μεταλλάξεων ακόμη και αν θέλουν δεν μπορούν να ηγηθούν ενός πραγματικά ταξικού αγώνα για τα δίκαια των εργαζομένων. Πάντα σκέφτονται την προσωπική-πολιτικοσυνδικαλιστική τους «επιβίωση» και όχι τα συλλογικά συμφέροντα των εργαζομένων. Είναι χαρακτηριστική η στάση τους απέναντι στους σχολικούς φύλακες όπου δεν τους στήριξαν, δεν πάτησαν ούτε μια φορά στα κέντρα αγώνα στη Θεσ/νίκη και την Αθήνα και ακόμη λένε ότι δεν θα τους αφήσουν να ψηφίσουν για την ομοσπονδία – όσοι είναι απολυμένοι ή εργάζονται με δικαστικές αποφάσεις. Τους απέλυσε η προηγούμενη κυβέρνηση και το τραγικό είναι τους αφήνει ακάλυπτους και το συνδικάτο τους. Τώρα βέβαια που ανακοίνωσε η νέα κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ ότι θα τους επαναπροσλάβει, μπορεί να αλλάξουν θέση εκ του ασφαλούς, μήπως πάρουν καμιά ψήφο από τους σχολικούς φύλακες.
Είναι χαρακτηριστικό δε ότι στην πιο κρίσιμη περίοδο, όπου είχαμε διαθεσιμότητες και απολύσεις εργαζομένων, όπου είχαμε μείωση των πόρων της Τ.Α, όπου είχαμε διεύρυνση της μερικής απασχόλησης και των ιδιωτικοποιήσεων, αυτή η ηγεσία της ΠΟΕ-ΟΤΑ (τ.ΠΑΣΚΕ-ΟΤΑ και ΔΑΚΕ) επέλεξε τη διάσπαση του κλάδου, τον αποκλεισμό από το προηγούμενο συνέδριο το 2012, σωματείων που αντιπροσώπευαν πάνω από 8.000 εργαζόμενους, για να μπορεί να διασφαλίσει μια νόθα πλειοψηφία σε ένα μονοπαραταξιακό προεδρείο. Η υποκρισία τους φάνηκε όταν υπονόμευσαν, με αποτέλεσμα να αναβληθεί, το προγραμματισμένο οργανωτικό-καταστατικό συνέδριο της ΑΔΕΔΥ για το Δεκέμβριο του 2014, για να μη διευρυνθεί τα καταστατικό της με εργαζόμενους με ελαστικές σχέσεις εργασίας. Το οξύμωρο είναι ότι αυτή η ηγεσία ήθελε να πιάσει «στασίδι» και να είναι «πρώτο τραπέζι πίστα» και στις νέες πολιτικές συνθήκες που δημιουργήθηκαν με την διάλυση ουσιαστικά του ΠΑΣΟΚ, στηριζόμενοι μάλιστα όχι στις «αγωνιστικές» της περγαμηνές, αλλά σε ένα πλαίσιο δημοσίων σχέσεων, εκδουλεύσεων και «φιλικών» παρεμβάσεων.
Φαίνεται ότι δεν κατάλαβαν ότι πέρα από τις συνδικαλιστικές ή πολιτικές μας διαφορές, η Αριστερά διακρίνεται από μια άλλη κουλτούρα: της αλληλεγγύης, της ανιδιοτελούς προσφοράς και της πίστης σε αξίες και ιδανικά. Το πόσο δίκιο είχαμε θα το δούμε στο μέλλον. Δείγματα βέβαια έχουμε και τώρα από τις διαφαινόμενες νέες μεταλλάξεις τους!
aftodioikisi.gr