του ΓΙΑΝΝΗ ΞΕΝΑΚΗ
Όχι αρνούμαι να ακολουθήσω τον δρόμο που οδήγησε στα σημερινά αδιέξοδα, αρνούμαι να συμβιβαστώ πως ο τόπος δεν έχει τεράστιες δυνατότητες, πως δεν έχει άξιους πολίτες που διαπρέπουν στην ιδιωτική τους πρωτοβουλία, αρνούμαι να δεχτώ πως δεν μπορεί να δημιουργηθεί κοινωνία πολιτών. Αυτό απαντώ σε όσους φίλους με συμβουλεύουν να ακολουθήσω το καθιερωμένο για να έχει προοπτική το ενδιαφέρον μου για την τοπική αυτοδιοίκηση. Δέχομαι πως στην πατρίδα μας δεν υπήρχε δυστυχώς μέχρι σήμερα αυτή η κοινωνία πολιτών όπως η έννοια της την οριοθετεί. Πως υπήρχε και υπάρχει ακόμα πελατειακή σχέση, δούναι- λαβείν, μεταξύ πολιτών και πολιτικών. Πρόκειται για ολόκληρη πολιτική παράδοση της βιοποριστικής ψήφου. Παράδοση που διαπλάθει τον πολίτη ως πελάτη και τον πολιτικό μεσίτη επαγγελματικής αποκατάστασης. « Ας απαρνηθούμε αυτό που έχουμε και μας προσφέρουν κι ας πάρουμε αυτό που μας αρνούνται» έλεγε ο Μπρέχτ.
Το 1929 στην Αμερικανική κρίση πάλι ο Μπρέχτ γράφει στο Γερμανικό εγχειρίδιο πολέμου. « Οι εργάτες φωνάζουν για ψωμί, οι έμποροι φωνάζουν για αγορές, οι άνεργοι πεινάνε. Τώρα πεινάνε κι αυτοί που εργάζονται. Αυτοί που παίρνουν όλα τα δοσίματα ζητάνε θυσίες». Πόσο επίκαιρο στη σημερινή Ελλάδα μας. Είναι απαραίτητο λοιπόν να ακούσουμε την αλήθεια και να αναζητήσουμε την αυτογνωσία με μια έστω φευγαλέα ματιά στον καθρέπτη των πεπραγμένων και των επιλογών μας. Μια αποτελεσματική απάντηση στην εξαθλίωση και τον παραλογισμό που περιήλθαμε, δεν μπορεί παρά να περιέχει ΠΑΙΔΕΙΑ ανοιχτών οριζόντων, την κοινωνική αλληλεγγύη, την επίγνωση των ταυτόσημων συμφερόντων, την πρόταξη του ορθού λογού και την επιλογή του εμείς αντί του εγώ.
Πιστεύω πως μεγαλύτερο πρόβλημα από το δημοσιονομικό έλλειμμα, αποτελεί το έλλειμμα ΠΑΙΔΕΙΑΣ, το οποίο είναι εμφανές σε κάθε επίπεδο του κοινού μας βίου. Εκεί επιβιώνει και αναπτύσσεται ο λαϊκισμός, ο οποίος σε συγκεκριμένες κοινωνικοοικονομικές συνθήκες μεταμορφώνεται σε φασισμό. Η κρίση δεν δημιούργησε το φαινόμενο, απλώς το πυροδότησε. Ήταν ο καταλύτης που ενεργοποίησε την αντίδραση σε ένα προϋπάρχον μείγμα αντιλήψεων και κενών ΠΑΙΔΕΙΑΣ. Ο Μάνος Χανζιδάκης έλεγε πως η μόνη αντιβίωση για την καταπολέμηση του κτήνους που περιέχουμε είναι η ΠΑΙΔΕΙΑ. « Η αληθινή όχι η ανεύθυνη εκπαίδευση, η πληροφορία χωρίς κρίση, χωρίς ανήσυχη – αμφισβητουμένη συμπερασματολογία. Η ΠΑΙΔΕΙΑ που δεν εφησυχάζει, ούτε δημιουργεί αυταρέσκεια, αλλά πολλαπλασιάζει ερωτήματα και ανασφάλεια». Αυτή η ΠΑΙΔΕΙΑ δεν ευνοείται από τις κυβερνήσεις γιατί δεν συμφέρει. Δεν συμφέρει γιατί δημιουργεί σκεπτόμενους, ελευθέρους και ανυπότακτους πολίτες. Αχρήστους για το ευτελές παιχνίδι της πολιτικής και επικίνδυνους για το κτήνος.
Ένα από τα βασικά που δεν διδάσκεται πια στα παιδιά των σχολείων , είναι αυτό που προτρέπει « στο σκληρό στίβο της ζωής, συ αθλητής…αγωνίσου, αγρύπνα και ρίχνε φως απ το δικό Του στα σκοτάδια της κοινωνίας», γιατί θένε να μιλούν μόνο οι άλλοι…όχι εμείς….όμως εσύ «ρίχνε φως».
Ένα χαρακτηριστικό σημείο της νοοτροπίας που μας διακατέχει, ας μου επιτρέψουν οι συνάδελφοι καθηγητές, είναι το γνωστό πρόβλημα της κινητικότητας των εκπαιδευτικών που οδηγεί σε απεργίες και καταλήψεις, με την δικαιολογία πως δεν επαρκούν για την κάλυψη των διδακτικών ωρών. Η αλήθεια είναι εντελώς διαφορετική, γιατί πως συνάδει η δικαιολογία με την πραγματικότητα, ότι οι καθηγητές μέσης εκπαίδευσης στη Χίο «ψάχνονται» στην κυριολεξία σε όλα τα σχολεία για να μπορέσουν να συμπληρώσουν τις ώρες διδασκαλίας( 20 ώρες εβδομαδιαία) που απαιτούνται από το υπουργείο; Το συμπέρασμα είναι θέμα κοινής λογικής, ιδιαίτερα όταν μιλάμε για λειτουργούς που έχουν μέρος της ευθύνης στην διαπαιδαγώγηση (ανεξάρτητα από το δίκαιο του αιτήματος των αποδοχών). Αντιβίωση λοιπόν.
Όλες αυτές οι παθογένειες, οι νοοτροπίες και οι συμπεριφορές πρέπει να αλλάξουν. Αν αλλάξουν,(γιατί φοβούμαι πως δεν θέλουμε), τότε είμαι βέβαιος πως όλα θα γίνουν καλύτερα. Το πιστεύω γιατί είναι θέμα φιλοσοφίας και αξιακών αρχών. Είπα πρόσφατα σε κάποιον από τους τοπικούς μας αξιωματούχους. Δεν μπορούμε να συνυπάρχουμε στην πολιτική του τόπου μας, όχι γιατί ο τόπος δεν μας χρειάζεται όλους, αλλά γιατί εσύ οδηγείς ασκώντας πολιτική σύμφωνα με τις επιθυμίες και τις απαιτήσεις, λογικές ή παράλογες, των ψηφοφόρων σου. Εγώ πρεσβεύω αυτόν που οδηγεί, που ακούει τους συνεργάτες του και αφουγκράζεται την κοινωνία, αλλά αποφασίζει αυτό που συμφέρει τον τόπο και το σύνολο των πολιτών με οποιοδήποτε πολιτικό κόστος.
Ο τόπος έχει τεράστιες δυνατότητες. Δεν είναι ουτοπία. Αν και σύμφωνα με τον καθηγητή Ρόμπινσον « η ουτοπία δεν αποτελεί το μη πραγματοποιήσιμο, αλλά ότι δεν έχει ακόμα πραγματοποιηθεί. Είναι αυτή που διατηρεί αναμμένη τη σπίθα της ελπίδας για ένα καλύτερο αύριο, που δίνει πίστη στην ομορφιά των ονείρων, που μεταλλάσσει τελικά σε στάση ζωής, τρόπο δηλαδή, να βλέπεις τα πράγματα και να οράσαι απ αυτά…».
Ας γίνουμε λοιπόν ανατρεπτικοί, ας αγγίξουμε τις πληγές της σμπαραλιασμένης μας πατρίδας, του πληγωμένου τόπου μας, χωρίς παθητικές μιζέριες και αδιέξοδα μοιρολόγια, αλλά με συνείδηση ανιδιοτέλειας, με παιάνες ελπίδας και συνθήματα νίκης. Σαν πραγματικοί Έλληνες και Χιώτες. Ας συλλογιστούμε την επόμενη φορά στην κάλπη, για να αποφύγουμε τις λάθος επιλογές, που όπως αναφέρει ο Γ. Σεφέρης στον «τελευταίο σταθμό», μπορεί να είναι « ψυχές μαραγκιασμένες από δημόσιες αμαρτίες, καθένας κι ένα αξίωμα σαν το πουλί μες το κλουβί του».
Διάβασα κάπου και δεν θέλω να το οικειοποιηθώ, κάτι που με άγγιξε ως τα βάθη της ψυχής μου γιατί με εκφράζει. « Η Χίος μας αρέσει γιατί δεν μοιάζει με τίποτα άλλο. Είναι ακριβή, είναι πολύτιμη, είναι σπάνια. Είναι διαμαντένιο δακτυλίδι με σπάνιους λίθους τα Μαστιχοχώρια, την Ιωνία, τον Κάμπο, τα Καμπόχωρα, την Νέα Μονή, τον Ανάβατο, την Αμανή. Είναι πηγή πνεύματος με βασικό πυλώνα σταθερό στο διάβα των αιώνων την βιβλιοθήκη Κοραή και τη Δασκαλόπετρα. Είναι κοσμοπολίτισσα με τα Καρδαμυλίτικα και τα Βρονταδούσικα καράβια και τους ναυτικούς της να οργώνουν τις θάλασσες του κόσμου».
Είναι το Νησί μας, είναι ο Τόπος μας, είναι η κληρονομιά που θα αφήσουμε στα παιδιά μας, είναι αυτό που κληρονομήσαμε από τους προγόνους μας, αυτό που αγαπάμε.
Χίος την 18-09-2013 Γιάννης Ξενάκης