Πολλές και σοβαρές είναι οι ενστάσεις που έχει η ΑΔΕΔΥ στο Νομοσχέδιο του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης: «Διοικητικές Απλουστεύσεις – Καταργήσεις, Συγχωνεύσεις Νομικών Προσώπων και Υπηρεσιών του Δημόσιου Τομέα – Τροποποίηση διατάξεων Π.Δ. 318/1992 (Α 161) και λοιπές ρυθμίσεις» και στην κριτική που ασκεί εξηγεί γιατί απαιτεί είτε να αποσυρθεί, είτε να καταψηφιστεί.
Χαρακτηριστικά, η Εκτελεστική Επιτροπή της ΑΔΕΔΥ επισημαίνει:
“Το Νομοσχέδιο του Υπουργείου Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης είναι απολύτως ενταγμένο στη συνολικότερη πολιτική περιορισμού του Δημοσίου Τομέα, εκχώρησης δομών και αρμοδιοτήτων σε ιδιωτικά συμφέροντα και δραστικού περιορισμού των υπαλλήλων του Δημοσίου, τουλάχιστον αυτών που εργάζονται με καθεστώς μόνιμης και σταθερής εργασίας.
Η πρόβλεψη στο νομοσχέδιο της αυτονόητης κατάργησης γραφειοκρατικών διαδικασιών που χρόνια ταλαιπωρούν τους πολίτες (επικύρωση αντιγράφων κλπ) μπορεί φαινομενικά να παρέχει μια δυνατότητα επικοινωνιακής διαχείρισης του θέματος από την πλευρά της Κυβέρνησης στα τηλεοπτικά παράθυρα, δεν μπορεί όμως να αποκρύψει την ουσία, την πραγματική στόχευση και τα αποτελέσματα του συγκεκριμένου Νομοσχεδίου.
Με την ψήφιση του νομοσχεδίου αυτού η Κυβέρνηση θα έχει στα χέρια της ένα πολυεργαλείο (το οποίο θα προστεθεί στα όσα μέχρι σήμερα έχουν ψηφιστεί) αλλά και στο ήδη υπάρχον πλαίσιο, όπως έχει ψηφίσει η προηγούμενη Κυβέρνηση, για το Βαθμολόγιο – μισθολόγιο που κινείται σε μια αντίστοιχη λογική προκειμένου να συνεχίσει και να εντείνει την πολιτική του κλεισίματος υπηρεσιών, των μαζικών απολύσεων εργαζομένων και ταυτόχρονα της δημιουργίας μιας μικρής απόλυτα ελεγχόμενης δημόσιας διοίκησης.
Το νομοσχέδιο αυτό μέχρι στιγμής (γιατί κατά την κοινοβουλευτική διαδικασία μπορεί να προστεθούν επιπλέον ρυθμίσεις) προβλέπει:
Το άμεσο κλείσιμο 23 φορέων του Δημοσίου
Στους υπό κατάργηση αυτούς οργανισμούς περιλαμβάνονται οι ΤΕΟ ΑΕ, ΕΑΧΑ ΑΕ, Ε.Ι.Ε.Α.Δ., Ε.ΚΕ.ΒΙ., ΟΡΣΑ, ΟΡΘΕ, ΟΡΣΙ, ΚΕΝΤΡΙΚΗ ΑΓΟΡΑ ΠΑΤΡΩΝ κλπ, οι οποίοι είτε καταργούνται πλήρως, είτε οδηγούνται σε χέρια ιδιωτών. Το προσωπικό που υπηρετεί στις καταργούμενες δομές, είτε τίθεται σε καθεστώς διαθεσιμότητας (το προσωπικό των ΝΠΔΔ), είτε οδηγείται κατευθείαν στην απόλυση (των ΝΠΙΔ), λαμβάνοντας την προβλεπόμενη (;), όπως αναφέρει, αποζημίωση.
Επανέλεγχο διαδικασιών μονιμοποίησης προσωπικού
Στο Νομοσχέδιο (άρθρο 43) προβλέπεται ό έλεγχος όλων των διαδικασιών που ακολουθήθηκαν τα τελευταία χρόνια για τη μετατροπή συμβάσεων ορισμένου χρόνου σε αορίστου. Ο έλεγχος αυτός, που θα πραγματοποιηθεί από επιτροπές που θα συσταθούν (ΑΣΕΠ, ΕΛΕΓΚΤΕΣ ΔΗΜΟΣΙΑΣ ΔΙΟΙΚΗΣΗΣ κλπ), περιλαμβάνει πέραν των ατομικών φακέλων (πτυχία, προϋπηρεσία κλπ) και τις συνολικότερες διαδικασίες (π.χ. τήρηση προβλεπόμενων χρονοδιαγραμμάτων) για τη μονιμοποίηση του προσωπικού. Όπου δεν τηρήθηκαν κατά γράμμα οι προβλεπόμενες διαδικασίες (γεγονός που μπορεί να μην έχει καμία σχέση με τους εργαζόμενους και το δικαίωμά τους για μετατροπή των συμβάσεων τους σε αορίστου χρόνου) οι υπάλληλοι θα βρεθούν αντιμέτωποι με το φάσμα της απόλυσης. Τα αποτελέσματα αυτών των ελέγχων είναι προφανές ότι θα βγαίνουν τμηματικά, περιορίζοντας έτσι τους ‘κινδύνους’ μιας γενικευμένης αντίδρασης. Το προσωπικό που εκτιμάται ότι τίθεται σε καθεστώς ελέγχου με την παραπάνω διαδικασία, προσεγγίζει τις 40.000 περίπου.
Διαδικασία αξιολόγησης του προσωπικού
Το νομοσχέδιο εισάγει ένα σύστημα αξιολόγησης του προσωπικού, το οποίο ως ουσιαστικό στόχο δεν έχει βέβαια την καλύτερη διαχείριση του ανθρώπινου δυναμικού του Δημοσίου, αλλά την προετοιμασία του εδάφους για μαζικές απολύσεις εργαζομένων το αμέσως επόμενο διάστημα και τη ‘νομιμοποίηση’ αυτών των απολύσεων μέσα από μια υποτιθέμενη αξιολόγηση των υπαλλήλων.
Με το Νομοσχέδιο προβλέπεται η ΥΠΟΧΡΕΩΤΙΚΗ κατάταξη των υπαλλήλων σε τρείς κατηγορίες.
Ένα ποσοστό έως 25% θα έχει βαθμολογία 9 έως 10 και θα θεωρούνται οι άριστοι υπάλληλοι, ένα ποσοστό έως 60% θα έχουν βαθμολογία 7 έως 8 και θα θεωρούνται ως καλοί υπάλληλοι, ενώ υποχρεωτικά ένα ποσοστό 15% θα πρέπει να λαμβάνει βαθμολογία από 1 έως 6 και θα θεωρείται ως προσωπικό χαμηλών δυνατοτήτων.
Με άλλα λόγια η υποτιθέμενη ‘αξιολόγηση’ έχει γίνει ήδη και προβλέπει ουσιαστικά την απόλυση του 15% του ανθρώπινου δυναμικού του Δημοσίου.
Αυτό που απομένει και ανατίθεται στους τμηματάρχες και τους προϊσταμένους (με ό,τι αυτό συνεπάγεται) είναι το να καθορίσουν ποιοι εργαζόμενοι θα βρεθούν στην πόρτα της εξόδου. Και για να μην υπάρχει καμιά απολύτως αμφιβολία για τη σκοπιμότητα αυτού του μέτρου, το νομοσχέδιο προβλέπει ρητά ότι τα αποτελέσματα της φετινής αξιολόγησης (με το νέο σύστημα) δεν θα χρησιμοποιηθούν για την ανεύρεση των υπαλλήλων που θα πρέπει να ενταχθούν στο πρόγραμμα κινητικότητας – διαθεσιμότητας το 2014.
Αν λοιπόν λάβουμε υπόψη και τις επαναλαμβανόμενες δηλώσεις του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης, ότι το πρόγραμμα κινητικότητας – διαθεσιμότητας θα είναι μια διαρκής διαδικασία και για τα επόμενα χρόνια, εύκολα αντιλαμβανόμαστε τη σκοπιμότητα της παραπάνω διαδικασίας.
Άλλωστε το ίδιο το νομοσχέδιο χαρακτηρίζει ως μεταβατικό το συγκεκριμένο σύστημα ‘αξιολόγησης’, αναδεικνύοντας ουσιαστικά ότι στόχος του δεν είναι άλλος από το να δημιουργήσει μια νέα μεγάλη δεξαμενή υπαλλήλων που θα οδηγηθούν στην έξοδο από το Δημόσιο.
Για τμηματάρχες, προϊσταμένους και διευθυντές το ποσοστό των άριστων (με βαθμολογία 9 έως 10) θα μπορεί να ανέλθει και σε ποσοστό 70%.
Προϊστάμενο – Αξιολογητή
Ο προϊστάμενος, σύμφωνα με τα προτεινόμενα από το νομοσχέδιο, θα έχει την πλήρη ευθύνη αξιολόγησης και κατάταξης του προσωπικού με κριτήρια καθαρά υποκειμενικά. Η πρόβλεψη ότι αυτός θα προτείνει, αλλά την τελική απόφαση θα τη λαμβάνει ο προϊστάμενος της αμέσως υπερκείμενης οργανικής μονάδας, δεν αλλάζει την ουσία των διαδικασιών.
Κατάργηση δομών, μέσω της αξιολόγησης
Η διαδικασία ‘αξιολόγησης’ θα παρέχει στην Κυβέρνηση άλλον έναν τρόπο ουσιαστικής κατάργησης μιας υπηρεσίας.
Ο προϊστάμενος μιας Γενικής Διεύθυνσης θα έχει τη δυνατότητα, σύμφωνα με τα προβλεπόμενα, να προσδιορίζει από ποιες δομές θα προέρχεται το προσωπικό που απαιτείται προκειμένου να συμπληρωθεί ο αριθμός των υπαλλήλων που αντιστοιχούν στο 15% της διεύθυνσης (π.χ. 150 υπάλληλοι σε σύνολο 1000 που υπηρετούν στη συγκεκριμένη διεύθυνση). Αυτό μάλιστα θα γίνεται με βάση την εκτίμηση του εκάστοτε διευθυντή για την αποδοτικότητα της κάθε δομής.
Αν για παράδειγμα αποφασιστεί οι 150 αυτοί υπάλληλοι να προκύψουν από δύο δομές της διεύθυνσης οι οποίες απασχολούν κατά προσέγγιση 70 με 80 υπαλλήλους η καθεμιά, αυτό σημαίνει πρακτικά ότι στο όνομα της αξιολόγησης του προσωπικού οι υπηρεσίες αυτές καταργούνται.»
aftodioikisi.gr