Οι διαδηλώσεις που συγκλονίζουν εδώ και μια εβδομάδα περίπου την Τουρκία ξεκίνησαν από μια διαμαρτυρία εναντίον της καταστροφής ενός από τους ελαχίστους πνεύμονες πρασίνου στην πλατεία Ταξίμ, εκφράζουν όμως μια συσσωρευμένη πίεση και οργή ενός συμπαγούς τμήματος της τουρκικής κοινωνίας. Αποτελούν αντίδραση στην διαρκώς αυξανομένη αλαζονεία της κυβερνήσεως Ερντογάν που έδειξε επανειλημμένως σε συμβολικό και πρακτικό επίπεδο την αδιαφορία της για τις ευαισθησίες του κοσμικού τμήματος της τουρκικής κοινωνίας, αλλά και επιβεβαίωσε τις παλαιές ανησυχίες για την ύπαρξη ενός σχεδίου μετασχηματισμού της τουρκικής κοινωνίας.
Δυσκολεύεται κανείς να απαριθμήσει τις σχετικές πρωτοβουλίες: Η κατασκευή τρίτης γέφυρας στον Βόσπορο, τρίτου αεροδρομίου τεραστίων διαστάσεων σε δασική περιοχή της Πόλης, μιας κακόγουστης γέφυρας μετρό στον Κεράτιο Κόλπο, η διάνοιξη διώρυγας στην ανατολική Θράκη ενάντια στις γνώμες αρχαιολόγων, αρχιτεκτόνων και της κοινωνίας των πολιτών μπορεί να προσέβαλαν την αισθητική, πολιτιστική και περιβαλλοντική κληρονομιά της Τουρκίας. Η προσπάθεια βαθμιαίας εξαλείψεως της καταναλώσεως αλκοόλ στον δημόσιο χώρο και οι επανειλημμένες εμπρηστικές δηλώσεις του πρωθυπουργού Ερντογάν για το θέμα λειτούργησαν διχαστικά και προκάλεσαν αναταραχή στο κοσμικό τμήμα της τουρκικής κοινωνίας. Οργή και αγανάκτηση προκάλεσε σε Αλεβίτες και κοσμικούς η ονομασία της τρίτης γέφυρας του Βοσπόρου ως «Γιαβούζ Σουλτάν Σελίμ». Ο Σελίμ Α' έμεινε στην ιστορία ως ο σουλτάνος που μετέφερε την έδρα του Χαλιφάτου από το Κάιρο στην Κωνσταντινούπολη, επέβαλε την oθωμανική κυριαρχία στην Μέση Ανατολή, αλλά και ως ο απηνέστερος διώκτης των Αλεβιτών.
Υπό το φως των ανωτέρω, η σύνδεση της αναπλάσεως της πλατείας Ταξίμ με την δήθεν ανακατασκευή των κατεδαφισθέντων το 1940 οθωμανικών στρατώνων πυροβολικού -στην πραγματικότητα ανέγερση ενός ακόμη εμπορικού κέντρου σε έναν από τους ελαχίστους χώρους πρασίνου της Πόλης- ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Μπορεί τα αντιπολιτευόμενα κόμματα να αδυνατούν μέχρι στιγμής να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων, ώστε να εκφράσουν πολιτικώς την δυσαρέσκεια και να προτείνουν μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Η πολωτική και αλαζονική στάση του Τούρκου πρωθυπουργού, ωστόσο, οδήγησε σε σύμπραξη ετερογενείς ομάδες και ανέδειξε τις αλλαγές που έχουν συντελεσθεί τα τελευταία χρόνια στην τουρκική κοινωνία. Η εξωφρενική σιγή των τουρκικών κρατικών και ιδιωτικών ΜΜΕ δεν μείωσε τον παλμό των κινητοποιήσεων και ανέδειξε την σημασία των μέσων κοινωνικής δικτυώσεως.
Μέχρι πριν από μερικά χρόνια οι διαδηλώσεις εναντίον του κ. Ερντογάν γίνονταν με συνθήματα εναντίον της αναγνωρίσεως των δικαιωμάτων των πιστών μουσουλμάνων πολιτών ή και υπέρ ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος, το οποίο θα επανέφερε την «διαταραχθείσα τάξη». Η κοσμική αστική τάξη της Τουρκίας έδειχνε ανίκανη να προσαρμοσθεί στις συνθήκες μιας δημοκρατικά οργανωμένης κοινωνίας. Σήμερα τα συνθήματα υπέρ ενός πραξικοπήματος είναι πλέον περιθωριακά. Προέχει η προστασία αγαθών, όπως η ελευθερία της εκφράσεως, το περιβάλλον, η ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά από μια κυβέρνηση που δείχνει διατεθειμένη να επιβάλει μια «δικτατορία της πλειοψηφίας». Οι κοσμικοί, περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού, και αυτό σημαίνει περί τα 25 εκατομμύρια, έχουν και αυτοί το δικαίωμα να συνδιαμορφώσουν τον τουρκικό δημόσιο χώρο. Η πορεία εκδημοκρατισμού της Τουρκίας δεν υπήρξε απλώς το όχημα για την αντικατάσταση ενός κοσμικού αυταρχικού καθεστώτος από ένα άλλο ισλαμίζον.
Αν οι διαδηλώσεις αποτελούν πηγή αισιοδοξίας , η στάση της κυβερνήσεως Ερντογάν επιβεβαιώνει τον κυβερνητικό αυταρχισμό ως την πλέον ανθεκτική παρακαταθήκη του τουρκικού πολιτικού συστήματος. Η αντίληψη Ερντογάν ότι η δημοκρατική του εκλογή και η οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας τού έχουν εκχωρήσει ένα είδος «λευκής επιταγής», για να προχωρήσει στον κοινωνικό μετασχηματισμό της χώρας, δηλώνει άγνοια θεμελιωδών παραμέτρων της σύγχρονης φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ανησυχητική είναι και η επαναλαμβανόμενη χρήση πολωτικών σχημάτων στον δημόσιο λόγο του. Μπορεί η διχαστική ρητορική να συσπειρώνει τον σκληρό πυρήνα του κόμματός του, θέτει όμως σε κίνδυνο τα οικονομικά επιτεύγματα της Τουρκίας, αλλά και την κοινωνική συνοχή της.
(Δημοσιεύθηκε στην εφημερίδα "Καθημερινή" την 4η Ιουνίου 2013)Υπό το φως των ανωτέρω, η σύνδεση της αναπλάσεως της πλατείας Ταξίμ με την δήθεν ανακατασκευή των κατεδαφισθέντων το 1940 οθωμανικών στρατώνων πυροβολικού -στην πραγματικότητα ανέγερση ενός ακόμη εμπορικού κέντρου σε έναν από τους ελαχίστους χώρους πρασίνου της Πόλης- ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι. Μπορεί τα αντιπολιτευόμενα κόμματα να αδυνατούν μέχρι στιγμής να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων, ώστε να εκφράσουν πολιτικώς την δυσαρέσκεια και να προτείνουν μια αξιόπιστη εναλλακτική πρόταση εξουσίας. Η πολωτική και αλαζονική στάση του Τούρκου πρωθυπουργού, ωστόσο, οδήγησε σε σύμπραξη ετερογενείς ομάδες και ανέδειξε τις αλλαγές που έχουν συντελεσθεί τα τελευταία χρόνια στην τουρκική κοινωνία. Η εξωφρενική σιγή των τουρκικών κρατικών και ιδιωτικών ΜΜΕ δεν μείωσε τον παλμό των κινητοποιήσεων και ανέδειξε την σημασία των μέσων κοινωνικής δικτυώσεως.
Μέχρι πριν από μερικά χρόνια οι διαδηλώσεις εναντίον του κ. Ερντογάν γίνονταν με συνθήματα εναντίον της αναγνωρίσεως των δικαιωμάτων των πιστών μουσουλμάνων πολιτών ή και υπέρ ενός στρατιωτικού πραξικοπήματος, το οποίο θα επανέφερε την «διαταραχθείσα τάξη». Η κοσμική αστική τάξη της Τουρκίας έδειχνε ανίκανη να προσαρμοσθεί στις συνθήκες μιας δημοκρατικά οργανωμένης κοινωνίας. Σήμερα τα συνθήματα υπέρ ενός πραξικοπήματος είναι πλέον περιθωριακά. Προέχει η προστασία αγαθών, όπως η ελευθερία της εκφράσεως, το περιβάλλον, η ιστορική και πολιτιστική κληρονομιά από μια κυβέρνηση που δείχνει διατεθειμένη να επιβάλει μια «δικτατορία της πλειοψηφίας». Οι κοσμικοί, περίπου το ένα τρίτο του πληθυσμού, και αυτό σημαίνει περί τα 25 εκατομμύρια, έχουν και αυτοί το δικαίωμα να συνδιαμορφώσουν τον τουρκικό δημόσιο χώρο. Η πορεία εκδημοκρατισμού της Τουρκίας δεν υπήρξε απλώς το όχημα για την αντικατάσταση ενός κοσμικού αυταρχικού καθεστώτος από ένα άλλο ισλαμίζον.
Αν οι διαδηλώσεις αποτελούν πηγή αισιοδοξίας , η στάση της κυβερνήσεως Ερντογάν επιβεβαιώνει τον κυβερνητικό αυταρχισμό ως την πλέον ανθεκτική παρακαταθήκη του τουρκικού πολιτικού συστήματος. Η αντίληψη Ερντογάν ότι η δημοκρατική του εκλογή και η οικονομική ανάπτυξη της Τουρκίας τού έχουν εκχωρήσει ένα είδος «λευκής επιταγής», για να προχωρήσει στον κοινωνικό μετασχηματισμό της χώρας, δηλώνει άγνοια θεμελιωδών παραμέτρων της σύγχρονης φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ανησυχητική είναι και η επαναλαμβανόμενη χρήση πολωτικών σχημάτων στον δημόσιο λόγο του. Μπορεί η διχαστική ρητορική να συσπειρώνει τον σκληρό πυρήνα του κόμματός του, θέτει όμως σε κίνδυνο τα οικονομικά επιτεύγματα της Τουρκίας, αλλά και την κοινωνική συνοχή της.
πηγη epifyllidew.blogspot.com