Ο Ανδρέας Συγγρός, Έλληνας επιχειρηματίας, τραπεζίτης, πολιτικός και εθνικός ευεργέτης, γεννήθηκε στις 12 Οκτωβρίου 1830 [1] στην Κωνσταντινούπολη και πέθανε στην Αθήνα, λίγο μετά τα μεσάνυχτα της Παρασκευής 12 Φεβρουαρίου 1899, από νόσημα καρδιάς. Η κηδεία του έγινε στην Αθήνα και τάφηκε στο Α΄νεκτροταφείο Αθηνών. Ήταν παντρεμένος με την Ιφιγένεια Ιωάννη Μαυροκορδάτου, για την οποία ήταν ο δεύτερος γάμος καθώς είχε προηγηθεί εκείνος με τον Αντωνιάδη, και δεν απέκτησαν απογόνους. Από εκτός γάμου σχέση, είχε αποκτήσει ένα νόθο γιο, τον Γεώργιο Νομικό, τον οποίο δεν αναγνώρισε, όμως τον συμπεριέλαβε στην διαθήκη του και του παραχώρησε την κυριότητα εκτάσεων στηνΕύβοια και τη Θεσσαλία.Ανδρέας ΣυγγρόςΠίνακας περιεχομένω
Βιογραφία
Πατέρας του ήταν ο Δομένικος, [Κυριακός], Τσιγγρός, [ιδιωματισμός της ποντιακής γλώσσας, σημαίνει άρρωστος, αδύνατος], προσωπικός γιατρός της προσωπικός ιατρός αδερφής του Σουλτάνου Μαχμούτ Β΄, μητέρα του η Μονδινή, [Νικολέτα], Νομικού, και οι δύο με καταγωγή από το Λιθί της Χίου, ενώ είχε ένα μεγαλύτερο αδελφό, το Γεώργιο, που γεννήθηκε το 1828, ασκούσε το επάγγελμα του γιατρού και πέθανε το 1854 στο Βουκουρέστι της Ρουμανίας. Το 1834 η οικογένεια του εγκαταστάθηκε στην Άνδρο, όπου σπούδασε από το 1838 στο αλληλοδιδακτικό σχολείο, τη σχολή του Θεόφιλου Καΐρη, παρακολουθούσε μαθήματα για τέσσερις ώρες το πρωί και πέντε ώρες το απόγευμα, με ενδιάμεσο διάλειμμα δύο ωρών. Στις αρχές του 1840 έγινε η σύλληψη και μεταφορά του Καΐρη στον Πειραιά, όπου δικάστηκε για τις αιρετικές του θρησκευτικές απόψεις και η οικογένεια Συγγρού, εγκαταστάθηκε από τις αρχές Απριλίου του ίδιο χρόνου στη Σύρο, προκειμένου τα παιδιά, να παρακολουθήσουν μαθήματα στο εκεί Γυμνάσιο.
Τον πρώτο καιρό φιλοξενήθηκαν στο σπίτι του Ιωάννη Πολέμη. Μετά από κατατακτήριες εξετάσεις κρίθηκε ικανός να παρακολουθήσει μαθήματα της δευτέρας τάξεως και από τον επόμενο χρόνο γράφηκε στο Σχολαρχείο, ενώ στη διάρκεια της 1ης τάξεως διέκοψε την παρακολούθηση για διάστημα έξι μηνών λόγω ασθενείας από χρόνιο πυρετό, και τον ΙΙούλιο του 1845, αποφοίτησε. Ο πατέρας του προσπάθησε να τον πείσει να σπουδάσει Ιατρική, όμως ο ίδιος επιθυμούσε να ασχοληθεί με το εμπόριο και εργάστηκε κοντά το Θεόδωρο Ροδοκανάκη στη Σάμο, από τον Ιούλιο έως το τέλος του Σεπτεμβρίου 1845, παρακολουθώντας μαθήματα καταστιχογραφίας και πρακτικής εμπορικής λογιστικής, κοντά στον Νικόλαο Ζυγομαλά, «..πρώτον γραμματικόν και καταστιχάρην..». Την 1η Οκτωβρίου αναχώρησε ατμοπλοϊκά για την Κωνσταντινούπολη, όπου έφτασε στις 5 Οκτωβρίου και εργάστηκε κοντά στον οικογενειακό τους φίλο Νικόλαο Παρέμπλη, ο οποίος είχε υιοθετήσει το επώνυμο Δαμιανός και ασχολούνταν με το εμπόριο μεταξιού και τις κρατικές προμήθειες της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Μετά το θάνατο του Δαμιανού, ανέλαβε με τη σύμφωνη γνώμη των συνεργατών του, τη διεύθυνση των εργασιών της επιχειρήσεως και το 1855 αγόρασε από τους συνεταίρους του το 4% της επιχείρησης «Ε. Μ. Βούρος & Σια», όμως το 1861 η εταιρεία διαλύθηκε.
Επιχειρηματική δράση
Με τη συμμετοχή και του Στέφανου Σκουλούδη, Έλληνα τραπεζίτη και μετέπειτα πρωθυπουργού, δημιούργησε την εταιρεία «Συγγρός-Κορωνιός & Σία», η οποία παρείχε δάνεια στην Οθωμανική Αυτοκρατορία και από το 1864 έως το 1866 εργάστηκε ως τοκιστής με κύριο τόπο δραστηριότητας την Αίγυπτο. Το 1867, τη χρονιά που πέθανε η μητέρα του, ταξίδεψε στην Ελλάδα και γνωρίστηκε με τον πολιτικό Χαρίλαο Τρικούπη, τότε υπουργό Εξωτερικών. Το ταξίδι του συνοδεύτηκε από την πρώτη του δωρεά ύψους 800 δραχμών προς το Ελληνικό κράτος, το οποίο τιμητικά του απένειμε το βαθμό του λοχαγού της Εθνοφρουράς. Το 1869 εξαγόρασε μέρος του δανείου που είχε εκδοθεί το 1867 από την Ελληνική κυβέρνηση, ενώ το 1871 με συνεταίρους τους Κορωνιό, Στέφανο Σκουλούδη και Βλαστό, ίδρυσαν με αρχικό μετοχικό κεφάλαιο 1.000.000 στερλίνες, την «Τράπεζα Κωνσταντινουπόλεως».
«Λαυρεωτικά»
Είχε ανάμειξη στα Ελληνικά πράγματα από το 1863, όταν με την ιδιότητα του τραπεζίτη είχε συμμετάσχει μαζί με τους Γεώργιο Ζαρίφη, Γκιώνη και Παύλο Στεφάνοβικ-Σκυλίσση, σε δάνειο 6.000.000 δραχμών «...προς βοήθειαν του κενωθέντος ως εκ της επαναστάσεως Κεντρικού Ταμείου Αθηνών…», όπως έλεγε ο ίδιος, όμως εμφανίστηκε με πρωταγωνιστικό ρόλο στην Ελληνική οικονομία, την περίοδο 1872-1873, όταν προκλήθηκε το οικονομικό σκάνδαλο, γνωστό ως «Λαυρεωτικά» [2]. Η εκμετάλλευση των μεταλλείων του Λαυρίου είχε ανατεθεί από την κυβέρνηση του Αλέξανδρου Κουμουνδούρου, στη Γαλλο-Ιταλική εταιρεία «Roux-Serpieri-Fressynet C.E.», η οποία διατηρούσε μόνο τα δικαιώματα εξόρυξης, όμως προέκυψε πρόβλημα όταν άρχισε να αξιοποιεί τα μεταλλευτικά απορρίμματα, καθώς εκμεταλλεύθηκε την σχετική έλλειψη προβλέψεως στη σύμβαση. Στην υπόθεση ενεπλάκησαν οι πρεσβείες της Ιταλίας και της Γαλλίας, ενώ αρμόδια να επιλύσουν τη διαφορά ήταν τα δικαστήρια της Αυστρίας.
Προκειμένου να αποφευχθεί η πρόκληση διπλωματικού επεισοδίου, η κυβέρνηση του Επαμεινώνδα Δεληγεώργη έπεισε τον Ανδρέα Συγγρό, ο οποίος με συμμετοχή και άλλων ομογενών κεφαλαιούχων, δημιούργησε κοινοπραξία που εξαγόρασε το δικαίωμα εξορύξεως και επεξεργασίας από την «Roux-Serpieri». Η αξία της μετοχής της νέας εταιρείας εκτινάχθηκε πολύ πάνω από την πραγματική, την ώρα που μικρομεσαίοι επενδυτές, αγόραζαν μετοχικούς τίτλους. Σύντομα όμως, οι τιμές των μετοχών υποχώρησαν και χιλιάδες μικρομέτοχοι βρέθηκαν «εγκλωβισμένοι» και προκειμένου να διασώσουν τις οικονομίες τους, πωλούσαν με μανία, δημιουργώντας νέες πτωτικές τάσεις, σε βαθμό που να καταστραφούν και να προκληθεί «λαϊκή πτώχευση», μεταξύ των οικονομικά κατεστραμμένων ήταν και ο Εμμανουήλ Ροΐδης [3] [4], που στη συνέχεια έγινε σφοδρός του πολέμιος, την ώρα που οι κύριοι μέτοχοι είχαν ήδη αποκομίσει τεράστια κέρδη.
Δραστηριότητα στην Ελλάδα
Εγκαταστάθηκε το 1872, τη χρονιά που πέθανε ο πατέρας του, στην Αθήνα και τον ίδιο χρόνο ίδρυσε τη «Γενική Πιστωτική Τράπεζα». Είχαν προηγηθεί στις 11 Απριλίου 1872, η ίδρυση της «Τράπεζας της επί των Κινητών Πίστεως» από τον Ευάγγελο Μπαλτατζή και όμιλο επιχειρηματιών που περιλάμβανε τραπεζίτες από την Κωνσταντινούπολη και από την Οδησσό, ενώ ο Συγγρός στις 13 Απριλίου είχε ιδρύσει την «Εμπορική και Πιστωτική Τράπεζα της Ελλάδος», οι οποίες στις 22 Μαΐου συγχωνεύτηκαν στη «Γενική Πιστωτική Τράπεζα» [5]. Η αποπομπή του πρωθυπουργού Δημητρίου Βούλγαρη στις 6 Ιουλίου 1872, αποδίδεται σε αυτόν, καθώς μόλις ένα μήνα πριν είχε υποβάλει υπόμνημα στο βασιλιά, στο οποίο ανέφερε ότι η κυβέρνηση Δεληγιάννη αποτελούσε κίνδυνο για τη λειτουργία της οικονομίας. Το 1873 αγόρασε τεράστιες εκτάσεις κτημάτων στον Ωρωπό και στο Κακοσάλεσι. Παράλληλα υπέγραψε με το Ελληνικό κράτος τη Σύμβαση της «Εταιρίας των Μεταλλουργείων Λαυρίου» με αρχικό κεφάλαιο 14.000.000 δραχμές, για την κατασκευή σιδηροδρομικής γραμμής Αθηνών- Λαυρίου και χρηματοδότησε το 1876 την ανέγερση του πρώτου Πτωχοκομείου της Αθήνας. Με το νόμο Ν.ΨΟΒ΄/4 Ιανουαρίου 1879, χορηγήθηκε η άδεια στην Ελληνική κυβέρνηση να συνάψει δάνειο 60 εκατομμυρίων φράγκων και ήταν ο ένας από τους δανειστές που μαζί με το «Comptoir d’ Escompte de Paris», συνέβαλλαν να συγκεντρωθεί το ποσό των 44 εκατομμυρίων. Μετά το 1880 η γαλλικών συμφερόντων εταιρεία «Σέριφος-Σπηλιαζέζα», στην οποία συμμετείχαν οι Ανδρέας Συγγρός και Giovanni Baptista Serpieri, ανέλαβε την εκμετάλλευση των κοιτασμάτων της Σερίφου.
Το 1881 με την προσάρτηση της Θεσσαλίας δημιούργησε την προνομιούχο «Τράπεζα Ηπειροθεσσαλίας», με έδρα το Βόλο, η οποία απέκτησε το προνόμιο της αποκλειστικής εκδόσεως χαρτονομίσματος στις «Νέες Χώρες», δηλαδή στις περιοχές που προσαρτήθηκαν στην Ελλάδα την περίοδο 1912-13 και τους Βαλκανικούς Πολέμους, ενώ συμμετείχε στην αποξήρανση της Στυμφαλίας. Το 1882 ίδρυσε υποκατάστημα της Τράπεζας Κωνσταντινουπόλεως στην Αθήνα με διευθυντή τον Γεώργιο Εμμανουήλ Αθηναγένη, σύζυγο της αδελφής του Στέφανου Σκουλούδη, και μαζί με τις τράπεζες, Εθνική Ελλάδος, Κεντρική Γερμανική, Χάμπρο του Λονδίνου, Παρισινή Πίστεως καθώς και το Γερμανό τραπεζίτη Ερλάγκερ, δάνεισαν με ετήσιο επιτόκιο 5% τα 120 εκατομμύρια χρυσών φράγκα, που με το νόμο Ν.ΩΠΖ΄/2 Ιανουαρίου 1881, είχε δοθεί άδεια να συνάψει η Ελληνική κυβέρνηση, ενώ παράλληλα ο Συγγρός πρόσφερε χρηματική δωρεά για τη θεμελίωση του νοσοκομείου «Ευαγγελισμός». Με το νόμο Ν.ΑΜΣΤ΄/22 Ιουνίου 1882, επικυρώθηκαν, η σύμβαση της κυβερνήσεως του Χαρίλαου Τρικούπη με τη «Γενική Πιστωτική Τράπεζα» για την κατασκευή της σιδηροδρομικής Γραμμής Πειραιώς-Πατρών, και με το νόμο Ν.ΑΜΖ΄/22 Ιουνίου 1882, η σύμβαση με την «Εταιρεία Μεταλλουργείων Λαυρίου» για την κατασκευή σιδηροδρόμου Λαυρίου-Αθηνών. Το 1883 ανέλαβε τον έλεγχο στην «Πανελλήνιο Ατμοπλοΐα», και υπέγραψε ως εκπρόσωπος των Τραπεζών Κωνσταντινουπόλεως και Θεσσαλίας, σύμβαση για δάνειο 100 εκατομμυρίων δραχμών με την Ελληνική κυβέρνηση.
Τον επόμενο χρόνο με το νόμο Ν.ΑΡΚΗ΄/4 Ιανουαρίου 1884, εγκρίθηκε η σύναψη δανείου 170 εκατομμυρίων χρυσών φράγκων και ως εκπρόσωπος των τραπεζών Ηπειροθεσσαλίας και Κωνσταντινουπόλεως, συνέπραξε με γαλλικές Τράπεζες, όμως τελικά συγκεντρώθηκε ποσό των 100 εκατομμυρίων, ενώ το 1886 έδωσε δάνειο 19 εκατομμυρίων φράγκων, αντάλλαγμα την παραχώρηση του μονοπωλίου σιγαρόχαρτου και άλατος, πράξη που επικυρώθηκε με βασιλικό διάταγμα. Το 1890 υπογράφηκε η σύμβαση μεταξύ της κυβερνήσεως του Χαριλάου Τρικούπη, με τους Συγγρό και Γεώργιο Βλαστό, που λειτουργούσε ως εκπρόσωπος γαλλικής Τράπεζας, για διόρυξη στου Ισθμού της Κορίνθου, ενώ το 1892 έγινε δολοφονική επίθεση εναντίον του. Τον Ιανουάριο του 1892 η κυβέρνηση του πρωθυπουργού Θόδωρου Δηλιγιάννη συγκρούστηκε με Γάλλους κεφαλαιούχους, που τους εκπροσωπούσε ο Συγγρός, ο οποίος υπέβαλε υπόμνημα στον βασιλιά Γεώργιο Α’, και του ζητούσε την παύση της κυβερνήσεως. Ο βασιλιάς στις 17 Ιανουαρίου μέσω του γραμματέως του ζήτησε από τον πρωθυπουργό να παραιτηθεί, καθώς δεν είχε πλέον την εμπιστοσύνη του Στέμματος. Το υπουργικό συμβούλιο που συγκάλεσε ο πρωθυπουργός αποφάσισε με απόλυτη ομοφωνία, ότι «..δεν έχει λόγον ουδέ δικαίωμα να παραιτηθεί, αφού απολαμβάνει πλήρως της εμπιστοσύνης του Κοινοβουλίου..», ενώ η κυβέρνηση ζήτησε πήρε ψήφο εμπιστοσύνης από τη Βουλή. Στις 18 Ιανουαρίου, ο βασιλιάς έπαυσε την κυβέρνηση, κίνηση που ήταν μέσα στα συνταγματικά του προνόμια και επιχείρησε το σχηματισμό νέας κυβερνήσεως, όμως ο Χαρίλαος Τρικούπης αρνήθηκε και η εντολή δόθηκε στον Κωνσταντίνο Κωνσταντόπουλο, βουλευτή του «Τρίτου κόμματος», ο οποίος σχημάτισε υπηρεσιακή κυβέρνηση του διεξήγαγε τις εκλογές στις 3 Μαΐου του ίδιου χρόνου.
Φιλανθρωπικό έργο
Τον Απρίλιο του 1881 μετά το σεισμό, πρόσφερε 10.000 δραχμές στην Χίο, ενώ το 1890 μετά την καταστροφική πυρκαγιά στη Θεσσαλονίκη, που αποτέφρωσε μεγάλο μέρος της πόλεως, πρόσφερε 400.000 δραχμές για την ανοικοδόμησή της. Διέθεσε ακόμη, μεγάλα ποσά στο Πτωχοκομείο Αθηνών, Δρομοκαΐτειο, Αμαλίειον ορφανοτροφείο, στο οποίο δώρισε μετά θάνατον όλες του τις εκτάσεις στην Αττική, Δημοτικό νοσοκομείο, μετοχικό ταμείο αξιωματικών, ενώ διέθεσε ποσά για την κατασκευή πολλών δρόμων στην πρωτεύουσα της Ελλάδας, των μουσείων στους Δελφούς και την Ολυμπία, του εργαστηρίου απόρων γυναικών, την ανέγερση του Δημοτικού Θεάτρου της Αθήνας και των Παπαφείων νοσοκομείων τηςΘεσσαλονίκης, την ίδρυση των επανορθωτικών φυλακών στην Αθήνα, την ανέγερση του Δημοτικού σχολείου Σκιάθου, του νοσοκομείου μεταδοτικών νοσημάτων και του παραρτήματος του νοσοκομείου του Ευαγγελισμού.
Με διαθήκη που συνέταξε στις 12/23 Φεβρουαρίου 1896 στο σπίτι του στην Κηφισιά, τροποποίησε στις 9 Μαΐου 1897 και κηρύχθηκε «κυρία» με την υπ΄αριθμό 360 απόφαση της 13 Φεβρουαρίου 1899 του Πρωτοδικείου Αθηνών, κατέστησε τη σύζυγό του γενικό και νόμιμο κληρονόμο του [6]. Η Ιφιγένεια Συγγρού, με τη διαθήκη της δώρισε στο ελληνικό Δημόσιο, το Κτήμα [7], κληροδότημα που ανήκει στο υπουργείο Αγροτικής Ανάπτυξης, με υπεύθυνο διαχείρισης το Ινστιτούτο Γεωργικών Επιστημών, [Ι.Γ.Ε.], αλλά και το Μέγαρο Ανδρέα Συγγρού για την στέγαση του Υπουργείου Εξωτερικών [8], ενώ με ιδιαίτερο κληροδότημα τους, φρόντισαν για την κατασκευή του Νοσοκομείου «Ανδρέας Συγγρός» [9] και της Λεωφόρου Συγγρού.
Πολιτική δράση
Αρχικά η θέση του σχετικά με πιθανή ανάμειξή του στην πολιτική ήταν αρνητική και σε σχετική πρόταση απάντησε στον Χαρίλαο Τρικούπη ότι, «..Ουδεμίαν έχω προς την πολιτικήν έφεσιν, ούτε την δέουσαν προς το πολιτεύεσθαι ικανότητα και μόνον εν τω κύκλω της αρμοδιότητός μου, του εμπειρικού οικονομολόγου, αν ποτέ παρουσιασθή ανάγκη, θα ήμην ευτυχής αν δυνηθώ ως ιδιώτης να φανώ χρήσιμος εις την πατρίδαν μου..».
Στη συνέχεια όμως εκλέχθηκε
- στις εκλογές της 7ης Απριλίου 1885, ως ανεξάρτητος υποψήφιος, βουλευτής Σύρου,
- στις εκλογές του 1890, βουλευτής Αττικής,
- στις εκλογές του 1894, [βουλευτής Σύρου, συγκέντρωσε 3.180 ψήφους],
- στις εκλογές του 1899, [βουλευτής Αττικής, συγκέντρωσε 15.139 ψήφους].
Στις δημοτικές εκλογές του 1887, αν και απουσίαζε εκτός Ελλάδος, προτάθηκε ως υποψήφιος και εκλέχθηκε δήμαρχος Αθηναίων, συγκεντρώνοντας με 5.149 ψήφους έναντι 3.943 του Δημητρίου Σούτσου, υποψήφιου του κόμματος του Χαρίλαου Τρικούπη, όμως υπήρχε κώλυμα καθώς δεν ήταν εγγεγραμμένος στους εκλογικούς καταλόγους, και η εκλογή του δεν επικυρώθηκε.
Διακρίσεις
Τιμήθηκε με
- ταινία του Μετζιτιε Α΄ Τάξεως,
- παράσημο Μετζιτιέ Β΄ Τάξεως,
- Αργυρό Σταυρό του Σωτήρος από το Βασιλιά Όθωνα,
- παράσημο των Ανώτερων Ταξιαρχών από τη βασιλική οικογένεια της Δανίας,
- παράσημο της Β΄ Τάξεως και των Ταξιαρχών της Λεγεώνας της Τιμής από τη Γαλλία\Γαλλική κυβέρνηση,
- Σταυρό των Ανώτερων Ταξιαρχών του Βασιλικού Τάγματος του Σωτήρος,
- Χρυσό Σταυρό του Σωτήρος,
- Μεγαλοσταυρό Β΄ Τάγματος του Σωτήρος το 1869, [για την εξαγορά μέρους του δανείου που είχε εκδώσει το 1867 η Ελληνική κυβέρνηση].
Κριτική
Αποκλήθηκε «λωποδύτης φιλάνθρωπος» και «μέγας εθνικός ευεργέτης», κατηγορήθηκε σφοδρά για την υπόθεση των «Λαυρεωτικών», ο ίδιος γράφει στα «Απομνημονεύματα» του ότι δεν ήταν «..κοινωνικώς συμπαθής..», έγινε απόπειρα σε βάρος της ζωής του, ενώ τη δεκαετία του 1890, προσπάθησε να οδηγήσει σε οικονομική χρεοκοπία την Ελλάδα, προκειμένου να γίνει μέτοχος της Εθνικής Τράπεζας και συχνά γράφονταν στον Τύπο της εποχής, αλλά και αναφέρονταν από τους πολιτικούς παράγοντες ότι με τη συμμετοχή του στα συνεχή Ελληνική δάνεια, κερδοσκοπούσε σε βάρος της χώρας, όμως το φιλανθρωπικό του έργο είναι αδιαμφισβήτητο. Τον Ιανουάριο του 1894, έσκασαν κροτίδες με δυναμίτιδα μέσα στον κήπο του μεγάρου του, που προκάλεσαν μικρές υλικές ζημιές. Ο Γιώργος Σουρής τον διακωμώδησε στους στίχους του αναφέροντας Ο τραπεζίτης ο Τσιγγρός και γεύματα θα κάμηδιά τον πάσχοντα λαόν καθώς και συναυλίαςκαι ίσως κάθε άπορον πανέλληνα συνδράμημε χαρτονόμισμα πλαστόν Ηπειροθεσσαλίας.Ο ιστορικός της αριστεράς Γιάννης Κορδάτος, τον χαρακτηρίζει «μηχανορράφο και επιδέξιο πολιτικάντη…», ο τύπος της εποχής τον ανέφερε συχνά ως «χρυσοκάνθαρο», ενώ ο Τάσος Βουρνάς, επίσης αριστερός ιστορικός και δημοσιογράφος γράφει ότι, «…παρίστανε τον Εθνικό Ευεργέτη για να εξαγοράσει τις αμαρτίες του».
Σύμφωνα με όσα γράφουν [10] ο Άλκης Αγγέλου και η Μαρία Χριστίνα Χατζηϊωάννου στην Εισαγωγή των Απομνημονευμάτων του, «...προσγείωσε την ελληνική κοινωνία σε ό,τι ακριβώς είχε αυτή ανάγκη εκείνη την εποχή. Της ζήτησε να γίνει ρεαλιστική μεταθέτοντας την οικονομική ζωή στο κέντρο της. Την ίδιαν αυτή συνέπεια κράτησε και με τη διαθήκη του, δηλαδή με την κοινωνική βαρύτητα των κληροδοτημάτων του. Τη βοήθησε, με τον τρόπο αυτόν να ξεπεράσει την παρατεταμένη εφηβεία της, που τόσο της είχε στοιχίσει..».
Εργογραφία
Έγραψε το έργο,
- «Ανδρέου Συγγρού Απομνημονεύματα» [11], που εκδόθηκε σε τρεις τόμους το 1908, από το «Βιβλιοπωλείον της Εστίας», με τη φροντίδα της συζύγου του και την επιμέλεια των Δημητρίου Βικέλα και Γεωργίου Δροσίνη.
Εξωτερικοί σύνδεσμοι
- Ο μέγας εθνικός ευεργέτης Ανδρέας ΣυγγρόςΒιβλιοπωλείου Δράκου Δ. Παπαδημητρίου, Αθήνα, 1899
- Ο Ανακαινισμένος Πύργος–Βίλλα του Ανδρέα Συγγρού
- Τα Λαυρεωτικά-Η Μεγάλη ΑπάτηΕκπομπή Η Μηχανή του Χρόνου, Ελληνική Ραδιοφωνία Τηλεόραση
Παραπομπές
- ↑ [...εν Σταυροδρομίω εις την συνοικία Μνηματάκια...] Ανδρέα Συγγρού, «Απομνημονεύματα», 1ος τόμος,
- ↑ Τα Λαυρεωτικά και το Χρηματιστήριο «Η ωραία Ελλάς»Εφημερίδα «Το Βήμα», 7 Δεκεμβρίου 1997
- ↑ [Στους «Ορισμούς», στις στήλες της εφημερίδας του ο «Ασμοδαίος», ορίζει το Μεταλλείο «..Υπόγειο φενάκη» και το μέρισμα, ως «...Αρχαία λέξις, μεταπεσούσα εις αχρηστίαν»]
- ↑ Η πρώτη μετοχή "φούσκα" με τη ματιά του Ανδρέα Συγγρού
- ↑ Ευαγγέλης ΜπαλτατζήςΕγκυκλοπαίδεια Μείζονος Ελληνισμού
- ↑ [«…ο υποφαινόμενος Α.Συγγρός, υπήκοος Έλλην, δημότης Ερμουπολέως, υιός του Δομένικου (Κυριάκου) Συγγρού και της Μονδινής Νικολέττας το γένος Νομικού, γεννηθείς εν Κωνσταντινουπόλει, ευρισκόμενος εν τη ιδιοκτήτω κατά την οδόν Κηφισσίας οικία μου διατελών εν υγεία σωματικώς και διανοητικώς, απεφάσισα να διατυπώσω εν τή παρούση διαθήκη μου την τελευταίαν το γε νύν έχον βούλησίν μου, ως πρός την διάθεσιν της περιουσίας μου, ….. ονομάζω και εγκαθιστώ, καθολικόν και νόμιμον κληρονόμον την σύζυγόν μου Ιφιγένειαν το γένος Μαυροκορδάτου,…..»]
- ↑ Κτήμα Συγγρού: Οι Επίμονοι κηπουροί των ΑθηνώνΕφημερίδα «Η Καθημερινή», 10 Μαΐου 2010
- ↑ Οι εγκαταστάσεις του Υπουργείου Εξωτερικών
- ↑ Η εκατονταετία ενός αθηναϊκού νοσοκομείουΕφημερίδα «Το Βήμα», 6 Φεβρουαρίου 2011
- ↑ Aπό την αφήγηση στην ιστορίαΕφημερίδα «Η Καθημερινή», 12 Φεβρουαρίου 2006
- ↑ Ο Ανδρέας Συγγρός περιγράφει την εποχή τουΕφημερίδα «Η Καθημερινή», 15 Μαρτίου 1998