Πέμπτη 30 Ιουλίου 2015

ΧΑΜΟΓΕΛΑ ΣΤΟΥΣ 186 ΑΠΛΗΡΩΤΟΥΣ ΝΑΥΤΙΚΟΥΣ ΤΗΣ ΝΑΥΤΙΛΙΑΚΗΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑΣ ΛΕΣΒΟΥ (ΝΕΛ)

Καταβλήθηκαν από το Ναυτικό Απομαχικό Ταμείο, οι αποδοχές τριών μηνών στους 186 ναυτικούς της Ναυτιλιακής Εταιρείας Λέσβου, που ανέρχονται περίπου συνολικά σε 980.000 ευρώ.
Πρόκειται για τα πληρώματα πέντε ακινητοποιημένων πλοίων της ΝΕΛ, που είχαν τεθεί σε καθεστώς προστασίας με απόφαση του αναπληρωτή υπουργού Οικονομίας Υποδομών Ναυτιλίας και Τουρισμού Θ.Δρίτσα, λόγω της μη εκπλήρωσης υποχρεώσεων από την πλοιοκτήτρια εταιρεία για καταβολή μισθών και τροφοδοσία.
Πρόκειται για τους 20 ναυτικούς του επιβατηγού οχηματαγωγού πλοίου «AQUA JEWEL», τους 33 του "European Express", τους 43 του «Μυτιλήνη», τους 37 του «Θεόφιλος» και τους 53 του «Ταξιάρχη».
Σύμφωνα με το νόμο, από τη στιγμή της καταβολής των χρημάτων, η εκκαθάριση του ναυτολογίου γίνεται άμεσα.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η ΝΕΛ έχει ήδη προχωρήσει σε διακανονισμό των οφειλόμενων εισφορών της προς το ΝΑΤ. Στο μεταξύ η διοίκηση της Πανελλήνιας Ένωσης Ναυτών Εμπορικού Ναυτικού, με σημερινή της ανακοίνωση ζητά την πλήρη αποπληρωμή των δεδουλευμένων και οφειλομένων αποδοχών των πληρωμάτων της ΝΕΛ, ενώ απαιτεί και την άμεση ενεργοποίηση του Ν. 4331/2015 άρθρο 50, σύμφωνα με το οποίο, τα έσοδα από την κατάπτωση εγγυητικών επιστολών της εταιρείας για την κακή εκτέλεση συμβάσεων ανάθεσης δημόσιας υπηρεσίας, αποδίδονται στους Ναυτικούς για οφειλές δεδουλευμένων.
Η ΠΕΝΕΝ δηλώνει ότι «οι κινητοποιήσεις και οι αγώνες των απλήρωτων ναυτεργατών της ΝΕΛ συνεχίζονται», ενώ κάνει λόγο και για «πρωτόγνωρη ολιγωρία και γραφειοκρατία από το υπουργείο Ναυτιλίας». 
(Με πληροφορίες από ΑΠΕ)

news247.gr

«Λίφτινγκ» στον ΕΝΦΙΑ με την “άδεια” των δανειστών: Τι αλλάζει και ποιους θα επιβαρύνει


Με τις αντικειμενικές του 2007, θα υπολογιστεί και φέτος ο ΕΝΦΙΑ, που θα κληθούν να πληρώσουν περισσότεροι από 6 εκατομμύρια φορολογούμενοι. Ομως, από το 2016 το υπουργείο Οικονομικών έχει στόχο να τον κάνει δικαιότερο.
Συγκεκριμένα, το επιτελείο του υπουργείου επιχειρεί, σε συνεννόηση με τους εκπροσώπους των δανειστών, να επιφέρει ορισμένες αλλαγές στη δομή του ΕΝΦΙΑ, ώστε να μετακυλιστούν οι επιβαρύνσεις από τους φορολογούμενους με μικρής αξίας ακίνητα και χαμηλά εισοδήματα προς αυτούς οι οποίοι κατέχουν μεγάλη ακίνητη περιουσία.
Σημειώνεται ότι τίποτε δεν μπορεί να γίνει δίχως το «πράσινο φως» των θεσμών καθώς η κυβέρνηση έχει δεσμευτεί στους δανειστές ότι θα διατηρήσει τον ΕΝΦΙΑ τόσο το 2015 όσο και το 2016 για να εξασφαλίσει έσοδα ύψους 5,3 δισ. ευρώ τη διετία.
Οι δρομολογούμενες αλλαγές
Πάντως σε ό,τι αφορά στις αντικειμενικές αξίες οι αλλαγές αναμένονται από το 2016. Ετσι, ο ΕΝΦΙΑ θα υπολογιστεί και φέτος με βάση τις ισχύουσες αντικειμενικές αξίες, οι οποίες στις περισσότερες περιοχές της χώρας υπερβαίνουν τις εμπορικές τιμές σε ποσοστό που σε ορισμένες περιπτώσεις ξεπερνά ακόμη και το 50%.
Σύμφωνα με πληροφορίες, από τις μικροπαρεμβάσεις που σχεδιάζει να κάνει η κυβέρνηση στον Ενιαίο Φόρο Ακινήτων, θα ωφεληθούν όσοι έχουν κλειστά και μη ηλεκτροδοτούμενα ακίνητα. Οι πληροφορίες αναφέρουν ότι σε αυτό το επίπεδο θα υπάρξει μείωση του φόρου.
Επιπλέον, δρομολογούνται έρχονται αλλαγές στον τρόπο φορολόγησης της μεγάλης ακίνητης περιουσίας με αύξηση των συντελεστών του συμπληρωματικού φόρου με ταυτόχρονη μείωση του αφορολόγητου ορίου. Όλα δείχνουν ότι το αφορολόγητο θα μειωθεί από τις 300.000 ευρώ στις 250.000 αυξάνοντας έτσι τη φορολόγηση.
Την ίδια ώρα, εξετάζεται η αλλαγή στους συντελεστές φόρου στα μικρότερης αξίας ακίνητα. Παραδείγματος χάριν, ακίνητα με αξία ως 1.000 ευρώ το τετραγωνικό και σε ό,τι αφορά στον κύριο φόρο αναμένεται να μειωθεί και να μην υπολογίζεται όπως σήμερα με 2 ως 2,9 ευρώ/τετραγωνικό. Ταυτόχρονα και για να μην υπάρξουν απώλειες στα έσοδα θα αυξηθεί ο συντελεστής στα ακίνητα αξίας άνω των 2.000 ευρώ/τετραγωνικό από τα 6 ως 13 ευρώ που είναι σήμερα.
Πάντως, ό,τι και να συμβεί, η καταβολή των δόσεων θα πρέπει να ξεκινήσει το πολύ ως τον Οκτώβριο και να έχει ολοκληρωθεί μέχρι την 29η Φεβρουαρίου.





aftodioikisi.gr

Κατάργηση πρόωρων συνταξιοδοτήσεων – Το σχέδιο με τις προωθούμενες αλλαγές


Στο καυτό ζήτημα της σταδιακής κατάργησης των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων επικεντρώνονται, οι διαπραγματεύσεις με τους δανειστές όσον αφορά στο μέτωπο του ασφαλιστικού. Πληροφορίες θέλουν τους εκπροσώπους των θεσμών να ζητούν επίσπευση των ρυθμίσεων και ζητούν αποσαφηνίσεις και ακριβές σχέδιο για τις προωθούμενες αλλαγές. Η πρόθεση της ελληνικής πλευράς είναι η σταδιακή αύξηση των ενδιάμεσων – ειδικών ορίων ηλικίας να θεσμοθετηθεί προς τον Οκτώβριο μαζί με το συνολικό πακέτο του ασφαλιστικού, ωστόσο από κάποιες πηγές υποστηρίζεται πως οι δανειστές πιέζουν ώστε η επίμαχη ρύθμιση να έρθει πιο γρήγορα. Κύκλοι του υπουργείου Εργασίας, επίσης, έλεγαν χθες πως στόχος είναι να αντικρουστεί όποια πρόσθετη αξίωση για μέτρα τεθεί στο τραπέζι μέχρι την υπογραφή της συμφωνίας.
Υπενθυμίζεται πως η σταδιακή κατάργηση των πρόωρων συνταξιοδοτήσεων είχε συμπεριληφθεί στο προσχέδιο του νόμου με το πρώτο πακέτο των προαπαιτούμενων αλλά τελικά αποσύρθηκε. Το προσχέδιο προέβλεπε πως τα όρια ηλικίας θα αυξάνονται κατά ένα εξάμηνο το έτος αρχής γενομένης από φέτος μέχρι και το 2022, ώστε από 1/1/2023 όλοι να συνταξιοδοτούνται με πλήρη σύνταξη μόνο στα 67 με 15 έτη (4.500 ημέρες ασφάλισης) ή στα 62 με 40 έτη (12.000 ημέρες) και με μειωμένη στα 62 με 15ετία.
Επίσης προβλέπει πως θεμελιωμένα δικαιώματα (απαιτούμενος χρόνος ασφάλισης και όριο ηλικίας) δεν θίγονται. Ωστόσο, αλλάζει το καθεστώς για όσους θεμελίωναν χωρίς όριο ηλικίας, καθώς γι’ αυτούς το προσχέδιο προέβλεπε πως η μεταβατική προσθήκη του εξαμήνου θα ξεκινήσει από 1.1.2016 με όριο ηλικίας το 58ο έτος, εφόσον η συνταξιοδότηση λαμβάνει χώρα με συμπλήρωση 35 ετών ασφάλισης και σε κάθε άλλη περίπτωση με όριο ηλικίας το 55ο έτος.
Μεγάλοι χαμένοι είναι, όσοι έχουν σήμερα κατοχυρωμένο δικαίωμα, δηλαδή περίπου 150.000 ασφαλισμένοι που μπορεί να έχουν τον απαιτούμενο χρόνο ασφάλισης αλλά «κυνηγούν» το όριο ηλικίας, όπως για παράδειγμα μητέρες ανηλίκων, άντρες στα ειδικά ταμεία (ΔΕΚΟ – τράπεζες) με 25ετία, μισθωτοί και ελευθεροεπαγγελματίες με 35ετία, δημόσιοι υπάλληλοι με 25ετία. Ως αντικίνητρο κατά τη μεταβατική περίοδο προβλέπεται ποινή 16% για όποιον επιλέξει να συνταξιοδοτηθεί πριν από τη συμπλήρωση του νέου ορίου ηλικίας με πλήρη σύνταξη.




aftodioikisi.gr

«Πλαφόν» στο κόστος του Δημοσίου έως το 2019 – Ποιος ο ρόλος του ΑΕΠ


Με «ταβάνι» συγκεκριμένο ποσοστό του ΑΕΠ, θα εξελιχθούν οι συνολικές δαπάνες για το κόστος του ελληνικού δημοσίου έως το 2019, σύμφωνα με τα όσα έχουν συμφωνήσει κυβέρνηση και δανειστές.
Αναλυτικότερα, οι ελληνικές αρχές έχουν συμφωνήσει στη θέσπιση συγκεκριμένου «πλαφόν», στο πλαίσιο του νέου Μεσοπρόθεσμου Προγράμματος (ΜΠΔΣ – MTFS), το οποίο θα είναι συνεπές με την επίτευξη δημοσιονομικών στόχων και θα μένει σταθερό ως ποσοστό του ΑΕΠ έως το 2019.
Πρόκειται για αναμόρφωση του αρχικού τμήματος της συμφωνίας που αναφερόταν στο μισθολογικό κόστος του δημοσίου, με διαρκώς μειούμενες ρήτρες, αρχικά.
Βέβαια, το γεγονός ότι στην πλειονότητά τους οι οικονομικές εκτιμήσεις βλέπουν τη χώρα να επανέρχεται σε έναν κύκλο ύφεσης, με μειούμενους τους δείκτες του ΑΕΠ, ενισχύει το ενδεχόμενο οι δαπάνες για το δημόσιο να κληθούν να υποστούν «ψαλίδισμα».



aftodioikisi.gr

ΔΩΡΕΑΝ ΞΕΝΑΓΗΣΕΙΣ ΣΤΑ ΠΛΑΙΣΙΑ ΤΟΥ 2o ΦΕΣΤΙΒΑΛ ΜΑΣΤΙΧΑΣ



Τη Δευτέρα 3 Αυγούστου 2015 ξεκινούν οι δωρεάν ξεναγήσεις στα Μεστά στα πλαίσια του 2ου Φεστιβάλ Μαστίχας. Πρόκειται για πολιτισμικές και ιστορικές ξεναγήσεις  που συνδυάζονται με βιωματική επίδειξη καλλιέργειας του μαστιχόδεντρου, από τον διπλωματούχο ξεναγό Θωμά Καραμουσλή και τον διοργανωτή δραστηριοτήτων οικοτουρισμού Βασίλη Μπάλλα – Masticulture.
Σημείο συνάντησης είναι το προαύλιο  της Εκκλησίας Ταξιαρχών στην πλατεία Μεστών. Οι ξεναγήσεις θα γίνονται στα ελληνικά και στα αγγλικά κάθε Δευτέρα και Τετάρτη  για όλο τον Αυγούστο  (3, 5, 10, 12, 17, 19, 24, 26, 31 Αυγούστου 2015). Θα ξεκινούν στις 17:00 μ.μ. και θα τελειώνουν στις 20:00 μ.μ.


ΓΙΑ ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΣΥΓΚΡΟΤΗΣΗ ΤΟΥ ΟΧΙ



ΕΙΣΗΓΗΣΗ ΤΟΥ ΣΤΑΘΗ ΚΟΥΒΕΛΑΚΗ ΣΤΗΝ ΕΚΔΗΛΩΣΗ ΤΟΥ KOMMON ΤΗΣ 23ης ΙΟΥΛΗ
ΔΕΙΤΕ ΤΟ VIDEO ΕΔΩ
Ο κόσμος της Αριστεράς, αλλά και οι ευρύτερες κοινωνικές δυνάμεις που πίστεψαν στην ελπίδα που κόμιζε μια κυβέρνηση Σύριζα, βρίσκονται ακόμη σε μια κατάσταση ενός «μετατραυματικού σοκ» όπως εύστοχα το χαρακτήρισε ο Σεραφείμ Σεφεριάδης[1]. Το σοκ αυτό οφείλεται πρωτίστως στην ήττα ενός συγκεκριμένου πολιτικού σχεδίου στο οποίο θα αναφερθώ στη συνέχεια, αλλά η έκταση αυτής της ήττας, και ο συντριπτικός της χαρακτήρας, αφορά και υπερβαίνει ταυτόχρονα όσους το υπηρέτησαν με τον ένα ή με τον άλλο τρόπο.
Από αυτήν την άποψη, οφείλω να ξεκαθαρίσω ότι ως μέλος της Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ τα τρία τελευταία χρόνια έχω κι εγώ ένα μερίδιο της συλλογικής αυτής ευθύνης. Βεβαίως, δεν είμαστε όλοι το ίδιο στον Σύριζα και θα μπορούσα να πω ότι ως μέλος της Αριστερής Πλατφόρμας, και με την παρέμβαση που προσπάθησα να αναπτύξω ειδικότερα τα τελευταία πέντε χρόνια γύρω από κάποια θέματα όπως αυτό του ευρώ, δεν είμαι από αυτούς που εξεπλάγησαν από την αρνητική έκβαση αυτής της μάχης. Θα ήταν όμως πάρα πολύ εύκολο να ισχυριστώ ότι αυτό που έγινε δεν με αφορά. Προφανώς όταν ένα εγχείρημα αυτού του είδους αποτυγχάνει, η η ευθύνη είναι συλλογική. Η πλειοψηφική γραμμή του Σύριζα οδήγησε σε πανωλεθρία, αλλά και η μειοψηφία του δεν μπόρεσε από την πλευρά της να ανατρέψει αυτήν την εξέλιξη αν και δικαιώθηκε απόλυτα στις θέσεις και στις προειδοποιήσεις που είχε απευθύνει.
Παρόλα αυτά, δεν συμμετέχω σε αυτήν την συζήτηση με πρόθεση αυτομαστιγώματος, αφενός γιατί πιστεύω ότι κάτι τέτοιο δεν βοηθάει, αφετέρου διότι και αυτή η στάση ενέχει μια ευκολία, αυτήν της φυγής μπροστά στην πολιτική ουσία του προβλήματος. Οσοι αναλάβαμε κάποιες ευθύνες, ο καθένας με τον τρόπο του, οφείλουμε θαρρώ να προσπαθήσουμε να συμβάλουμε στην συλλογική και αγωνιστική αναζήτηση του τι μπορούμε να κάνουμε μαζί από εδώ και μπρος και όχι να καταθέσουμε τα όπλα.
Θα προσπαθήσω από τη δική μου τη σκοπιά να συμβάλω σε αυτή την κατεύθυνση καταθέτοντας ορισμένες σκέψεις πάνω σε τρία σημεία.
Το πρώτο είναι τι ακριβώς ηττήθηκε μέσα σε αυτή την ήττα.
Το δεύτερο, όσο και αν φανεί παράδοξο, είναι τι δεν ηττήθηκε μέσα σε αυτή την ήττα, τι μένει και μπορεί να είναι χρήσινμο για το μέλλον.
Και το τρίτο βεβαίως είναι τι συγκεκριμένα πράττουμε αυτή τη στιγμή.

ΤΙ ΗΤΤΗΘΗΚΕ
Πρώτο λοιπόν σημείο: τι ηττήθηκε. Ποτέ δεν είναι αυτονόητο σε μία ήττα, και μάλιστα μεγάλης, ιστορικής, έκτασης, να ορίσουμε τι ακριβώς είναι αυτό ηττήθηκε μέσα σε αυτήν.
Το πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα είναι αυτό της πτώσης της Σοβιετικής Ένωσης και των καθεστώτων του υπαρκτού σοσιαλισμού. Ακόμα και τώρα δεν υπάρχει συμφωνία στο τι ηττήθηκε με την κατάρρευση αυτών των καθεστώτων. Η αφήγηση που κυριαρχεί σ’αυτό που θα λέγαμε τον «κοινό νου της εποχής μας» δεν είναι η δικιά μας. Ο μέσος άνθρωπος σήμερα πιστεύει ότι αυτό που ηττήθηκε οριστικά μαζί με την ΕΣΣΔ είναι ο κομμουνισμός, ο σοσιαλισμός, η επανάσταση, το όραμα της κοινωνικής απελευθέρωσης. Όσοι διαφωνούμε με αυτό, και νομίζω όλοι όσοι είμαστε σε αυτή την αίθουσα διαφωνούμε με αυτό, είμαστε μειοψηφία αλλά αυτό δεν σημαίνει αναγκαστικά ότι σφάλλουμε. Σημαίνει ωστόσο σίγουρα ότι δεν έχουμε ακόμη βγεί από αυτήν την ήττα.
Το τι ηττήθηκε αποτελεί κατά συνέπεια ένα επίδικο και δεν έχω την αυταπάτη ότι αυτά τα οποία θα πω στη συνέχεια χαίρουν κάποιας ευρύτερης συναίνεσης, το ακριβώς αντίθετο μάλιστα.
Ας αρχίσω ωστόσο από το λιγότερο αμφισβητήσιμο, κατά τη γνώμη μου, σημείο. Αυτό που ηττήθηκε με πάταγο είναι ένα πολιτικό σχέδιο, αυτό το οποίο ο ΣΥΡΙΖΑ στην πλειοψηφία του, άρα ο ΣΥΡΙΖΑ ως τέτοιος, κόμισε τα τελευταία πέντε χρόνια και το οποίο ακούει στο όνομα «αριστερός ευρωπαϊσμός». Ήταν η αντίληψη ότι τα μνημόνια και η λιτότητα μπορούσαν να ανατραπούν στα πλαίσια συγκεκριμένα της ευρωζώνης και ευρύτερα της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Οτι δεν χρειαζόμαστε «εναλλακτικό σχέδιο», διότι εν τέλει θα βρεθεί μια θετική λύση εντός ευρώ, και ότι τα πιστοποιητικά καλής «ευρωπαϊκής διαγωγής» και οι όρκοι πίστης στο ευρώ αποτελούν διαπραγματευτικά χαρτιά.
Νομίζω ότι αποδείχτηκε εξαντλητικά όλους αυτούς μήνες ότι κάτι τέτοιο είναι αδύνατο. Και αποδείχθηκε εξαντλητικά ακριβώς διότι επιχειρήθηκε από ένα πολιτικό υποκείμενο που πίστεψε μέχρι τέλους σε αυτή τη δυνατότητα, που όντως προσπάθησε όσο μπορούσε σ’αυτό το συγκεκριμένο πλαίσιο, και που αρνήθηκε πεισματικά να εξετάσει οποιοδήποτε άλλο.
Για αυτό οι κουβέντες περί «προδοσίας» και περί «προδότη Τσίπρα», παρόλο που ανταποκρίνονται σε ένα κατανοητό αυθόρμητο αίσθημα - προφανώς και αισθάνεται κανείς προδομένος όταν μέσα σε μία εβδομάδα το 62% του ΟΧΙ γίνεται ΝΑΙ - δεν μας βοηθούν στην κατανόηση των όσων συνέβησαν. Αυτό που συμπεραίνω από τα τεκταινόμενα αλλά και από προηγούμενες ιστορικές εμπειρίες, είναι ότι η έννοια της «προδοσίας» δεν μπορεί να εξηγήσει την εξέλιξη των γεγονότων. Ο Αλέξης Τσίπρας δεν υλοποίησε κάποιο κρυφό σχέδιο που είχε κατά νου του «να τα πουλήσει». Βρέθηκε μπροστά στην απόλυτη χρεοκοπία μιας συγκεκριμένης στρατηγικής και όταν μια πολιτική στρατηγική αποτυγχάνει, σημαίνει ότι απομένουν μόνο οι κακές, οι κάκιστες, επιλογές, ή, μάλλον ότι δεν απομένει παρά μόνο η χείριστη – και αυτό ακριβώς είναι που συνέβη.
Απέτυχε λοιπόν με πάταγο αυτό η προσέγγιση του «αριστερού ευρωπαϊσμού», που αποτέλεσε τον βασικό άξονα αντιπαράθεσης και εντός του ΣΥΡΙΖΑ και στο αριστερό κίνημα, και που αποτελεί αναμφισβήτητα την πλευρά που συμπυκνώνει τις αντιθέσεις της περιόδου και τα όρια του ίδιου του ΣΥΡΙΖΑ. Σ’αυτό το γενικό περίγραμμα, υπάρχουν ωστόσο και μια σειρά από άλλες πτυχές, που έχουν ένα ειδικό βάρος, και στις οποίες θα ήθελα τώρα να σταθώ λίγο περισσότερο.
Η πρώτη είναι ότι η συγκεκριμένη στρατηγική του «αριστερού ευρωπαϊσμού» επέφερε αυτομάτως μιαλογική παθητικοποίησης και υποβάθμισης της κινηματικής δυναμικής. Η επιλογή της επικέντρωσης γύρω από διαπραγματεύσεις με τους Ευρωπαίους με στόχο μια κοινά αποδεκτή λύση οδήγησε πολύ σύντομα στην πρώτη μεγάλη αποτυχία, που ήταν η συμφωνία της 20ης Φλεβάρη. Η συμφωνία αυτή δεν έδεσε μόνο τα χέρια της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ, ανοίγοντας το δρόμο για τη συνθηκολόγηση που επακολούθησε. Το πρώτο και ακόμη πιο άμεσο αποτέλεσμά της ήταν ότι σταμάτησε απότομα την αγωνιστική λογική, το κλίμα αισιοδοξίας και μαχητικότητας που επικρατούσε τις πρώτες εβδομάδες μετά τη μεγάλη νίκη της 25ης Γενάρη.
Βεβαίως η υποβάθμιση της κινηματικής δράσης δεν είναι κάτι το οποίο άρχισε στις 25 Γενάρη ή στις 20 Φλεβάρη, ως απόρροια της συγκεκριμένης τακτικής της κυβέρνησης, είναι κάτι που προϋπήρχε στη στρατηγική του ΣΥΡΙΖΑ. Ηταν κάτι που συνόδευσε την υποχώρηση των μεγάλων μαζικών κινητοποιήσεων των δύο πρώτων χρόνων της μνημονιακής περιόδου, που έχει τις δικές της αιτίες, «αντικειμενικού» κυρίως αλλά υποκειμενικού χαρακτήρα. Παρ' όλα αυτά η προσαρμογή σε αυτή τη συνθήκη, στην τάση υποχώρησης του μαζικού κινήματος, ήταν μια πολιτική επιλογή της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ. Από ένα σημείο και πέρα η ίδια η μετατόπισή της σε ολοένα και πιο «μετριοπαθείς θέσεις», το πέρασμα από το «καμία θυσία για το ευρώ»/«το ευρώ δεν είναι φετίχ», που ακουγόταν ακόμα στις εκλογές του 2012, μέχρι το «δεν πρόκειται να φύγουμε από το ευρώ, θα δεχτούν αυτά τα οποία λέμε και θα 'ναι μέρα μεσημέρι», επέτεινε και αναπαρήγαγε αυτή την υποχώρηση και την υποβάθμιση της κινηματικής δράσης. Την καθιστούσε προϋπόθεση και εκ των πραγμάτων στόχο της συντελούμενης δεξιόστροφης μετατόπισης. Και εδώ υπάρχει βεβαίως ένα στοιχείο πολιτικής ευθύνης.
Το δεύτερο σημείο της στρατηγικής που ηττήθηκε ήταν η λογική κατευνασμού που επικράτησε στο «εσωτερικό μέτωπο» αφότου ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε κυβερνητικές ευθύνες. Αυτή η λογική έχει με τη σειρά της τρεις όψεις που θα ήθελα να επισημάνω εν συντομία.
Η πρώτη είναι ότι έγινε μια συγκεκριμένη επιλογή συμμαχίας με το παλιό αστικό πολιτικό προσωπικό. Αυτό σηματοδοτεί η εκλογή Παυλόπουλου ως Προέδρου της Δημοκρατίας, και κατοπινού αρχηγού στην ουσία της καμπάνιας για το ΝΑΙ – καθώς και άλλες εξίσου βαρύνουσες επιλογές, όπως για παράδειγμα η επιλογή του Λ. Ταγματάρχη για τη διοίκηση της ΕΡΤ, μιας θέσης που δεν συνδέεται καν με το θέμα της διαπραγμάτευσης και με την αντιπαράθεση με τους δανειστές.
Δεύτερη όψη του κατευνασμού, πιο βαθιά ακόμη, είναι η λογική μη σύγκρουσης και συνέχειας με τους μηχανισμούς του βαθέος κράτους και του αστικού κρατικού μηχανισμού. Δύο παραδείγματα μόνο εδώ: η τοποθέτηση Καμμένου στον τομέα της Άμυνας και της εξωτερικής πολιτικής, παρά το αντίβαρο της παρουσίας του σ. Ήσυχου στο υπουργείο Άμυνας, με περιορισμένες όμως δυνατότητες. Ο ρόλος του υπουργού Αμυνας φάνηκε φερ’ειπείν στη συνέχιση της στρατιωτικής συνεργασίας της Ελλάδας με το Ισραήλ - και μιλάμε εδώ για μια απολύτως στρατηγική επιλογή για τα γεωπολιτικά τεκταινόμενα στην περιοχή – αν και θα ήταν λάθος να νομίζουμε ότι ο Καμμένος φέρει μόνος την ευθύνη. Το άλλο παράδειγμα είναι βεβαίως ό,τι συμβολίζει η τοποθέτηση του Πανούση στο υπουργείο Δημόσιας Τάξης, και τώρα μάλιστα με διευρυμένες αρμοδιότητες. Εδώ έχουμε μια καθαρή επιλογή μη σύγκρουσης και συνέχειας στο επίπεδο των κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους, με προφανείς επιπτώσεις στον συνολικό πολιτικό και ταξικό συσχετισμό.
Τρίτη όψη, ο κατευνασμός απέναντι στο κέντρο της οικονομικής εξουσίας, της ολιγαρχίας, και αυτού που λέμε «διαπλοκή». Και εδώ πρέπει να είμαστε πάρα πολύ συγκεκριμένοι. Θα ήταν βεβαίως λάθος να τα ρίχνουμε όλα σε συγκεκριμένα πρόσωπα – πρέπει όμως να είμαστε απόλυτα σαφείς: υπήρξαν καθεστωτικοί θύλακες μέσα στον ΣΥΡΙΖΑ και πριν ακόμη την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας. Δεν είναι τυχαίος ο εξαιρετικά αδιαφανής ρόλος του Γιάννη Δραγασάκη ως του κατεξοχήν ανθρώπου ο οποίος προστάτευσε το τραπεζικό κατεστημένο και ο οποίος στάθηκε πραγματικός κυματοθραύστης απέναντι σε οποιαδήποτε απόπειρα αλλαγής που σχετίζεται με το τραπεζικό σύστημα, ένα σύστημα που είναι σήμερα το νευραλγικό κέντρο, κυριολεκτικά η καρδιά του καθεστώτος και της οικονομικής εξουσίας.
Τρίτο και τελευταίο στοιχείο της αποτυχίας της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ η αντίληψη για το κόμμα και η εξέλιξη του ίδιου του κομματικού σχηματισμού - που συνάδει απολύτως με όλα τα προηγούμενα. Πριν ακόμα αναλάβει την κυβέρνηση, ο ΣΥΡΙΖΑ έτεινε να γίνει ένα κόμμα όλο και λιγότερο δημοκρατικό, όχι με την επιφανειακή έννοια του όρου – ότι δεν μπορούσε κανείς να πει την άποψή του – αλλά με την έννοια ότι τα μέλη του καθόριζαν όλο και λιγότερο την διαμόρφωση της πολιτικής και το πού παίρνονταν οι αποφάσεις μέσα στο κόμμα.
Αυτό το οποίο είδαμε να οικοδομείται σταδικά αλλά συστηματικά μετά τον Ιούνη του 2012 είναι ένας μηχανισμός όλο και περισσότερο αρχηγικός, όλο και περισσότερο συγκεντρωτικός, όλο και περισσότερο αυτονομημένος από τη δράση και τη σκέψη των μελών του. Η διαδικασία πήρε ανεξέλεγκτες διαστάσεις όταν ο ΣΥΡΙΖΑ έγινε κυβέρνηση. Από εκείνη τη στιγμή το κυβερνητικό επιτελείο και τα νευραλγικά κέντρα λήψης των αποφάσεων αυτονομήθηκαν απολύτως από το κόμμα. Αρκεί να επισημανθεί ότι η Κ.Ε. συγκλήθηκε όλες κι όλες δύο φορές από τότε που ο ΣΥΡΙΖΑ ανέλαβε την κυβέρνηση. Ετσι ολοκληρώθηκε η απαξίωση του κόμματος, η απαξίωση του κόμματος ως χώρου παραγωγής πολιτικής και η κρατικοποίηση της ίδιας τη μορφή του, που είχε όμως δρομολογηθεί πριν την ανάληψη της κυβερνητικής εξουσίας.
ΤΙ ΔΕΝ ΗΤΤΗΘΗΚΕ
Στις σκέψεις που ακολουθούν με εμπνέει ένα κείμενο της Ανατολικογερμανίδας κομμουνίστριας συγγραφέως Κρίστα Βολφ, το οποίο το είχε γράψει πριν από την πτώση της Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, αλλά που δημοσιεύτηκε μετά, με τον τίτλο Was bleibtδηλαδή Τι απομένειTι μας μένει. Είναι ένα πάρα πολύ σημαντικό βιβλίο το οποίο κατά τη γνώμη μου προσπαθεί να πει τα εξής: η πιο σκληρή αυτοκριτική δεν πρέπει να καταλήγει στην κατεδάφιση αυτού που υπήρξε μία πολύ μεγάλη και σημαντική συλλογική προσπάθεια. Δεν είναι όμως μόνο αυτό: η αναζήτηση αυτών των ψυγμάτων αλήθειας που ενυπήρχαν, εν μέσω αντιφάσεων, σ’αυτήν την ανολοκλήτωτη προσπάθεια αποκτά μια ιδιαίτερη σημασία σε συνθήκες ήττας, γιατί καταδεικνύει ότι ακόμη κι αν διαψεύστηκαν, υπάρχουν πάντα και άλλες δυνατότητες σε ένα μεγάλο εγχείρημα. Η ιστορία δεν είναι ποτέ γραμμένη εκ των προτέρων, πάντα περνάει από διακλαδώσεις όπου κρίνεται η πορεία της εξέλιξης.
Τι δεν ηττήθηκε λοιπόν στον ΣΥΡΙΖΑ, τι θετικό κόμισε με άλλα λόγια η εμπειρία αυτή στο αριστερό και στο λαϊκό κίνημα;
Ως πρώτη προσέγγιση θα έλεγα τα εξής τέσσερα στοιχεία που, υπό όρους, μπορούν κατά τη γνώμη να αποβούν χρήσιμα για τη μελλοντική ανασυγκρότηση της ριζοσπαστικής Αριστεράς και την επαναδιατύπωση μιας σύγχρονης αντικαπιταλιστικής στρατηγικής – χωρίς να σημαίνει ότι αρκούν.
Δεν ηττήθηκε κατ’αρχήν η πρόταση της αριστερής κυβέρνησης ως του απαραίτητου και δόκιμου εργαλείου για να προσεγγιστεί σήμερα το ζήτημα της εξουσίας. Να προσεγγιστεί, όχι να λυθεί. Ξέρουμε βέβαια ότι άλλο πράγμα είναι να είσαι κυβέρνηση, άλλο πράγμα είναι να είσαι εξουσία. Το ζήτημα βεβαίως αν μπορούμε να περάσουμε, και πώς, από το ένα στο άλλο. Αν μπορεί δηλαδή η κατάκτηση της κυβερνητικής εξουσίας μέσω ενός συνδυασμού εκλογικών επιτυχιών και μαζικών αγώνων να χρησιμοποιηθεί ως ένα εφαλτήριο για την ανάπτυξη των αγώνων, των κινητοποιήσεων, να ανοίξει χώρους για την ανατροπή των ταξικών συσχετισμών.
Δεύτερο στοιχείο, το μεταβατικό πρόγραμμα. Εκτιμώ ότι παρά τα όριά του, ειδικότερα σε ότι αφορά την ονομαζόμενη «κοστολόγησή του», το «Πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης» ήταν μια ατελή μορφή, αλλά κατά βάση σωστή προσέγγιση ενός τέτοιου προγράμματος. Δεν είναι τυχαίο εξ’άλλου ότι πολύ σύντομα ήρθε σε σύγκρουση με την γραμμή που ακολούθησε η κυβέρνηση σε σημείο που πολύ σύντομα κατέληξε να είναι ένα ταμπού μέσα τα κυβερνητικά επιτελεία, και εν μέρει στο ίδιο το κόμμα.
Η έννοια του μεταβατικού προγράμματος σημαίνει ότι δεν αρκούμαστε σε έναν αφηρημένο, προπαγανδιστικό, αντικαπιταλιστικό λόγο ο οποίος ισχύει για οποιαδήποτε συγκυρία και που απλά επαναλαμβάνει τον στρατηγικό στόχο του σοσιαλισμού και της επαναστατικής ανατροπής. Οι δόκιμες διαχωριστικές γραμμές, αυτές που επιτρέπουν να αντιμετωπιστεί με αποτελεσματικό τρόπο η επίθεση του ταξικού αντιπάλου και να ανατραπεί ο συνολικός συσχετισμός, πρέπει να ορίζονται εκ νέου κάθε φορά, μέσα στη συγκεκριμένη συγκυρία. Και εδώ ο αντιμνημονιακός στόχος ήταν, κατά τη γνώμη μου, πολύ σωστά ο βασικός άξονας αυτού του μεταβατικού προγράμματος – υπό τον όρο βέβαια, που δεν τηρήθηκε, ότι η συνεπής αντιμνημονιακή γραμμή οδηγούσε αναπόφευκτα σε μία συνολική σύγκρουση με την Ευρωζώνη και με την ίδια την Ευρωπαϊκή Ένωση.
Το μεταβατικό πρόγραμμα συνδέεται επίσης, και είναι κάτι που το μαθαίνουμε από την κληρονομιά του τρίτου και του τέταρτου συνέδριου της Κομμουνιστικής Διεθνούς και τις κατοπινές επεξεργασίες του Γκράμσι και του Τολιάτι, συνδέεται οργανικά με τον στόχο του ενιαίου μετώπου, της συσπείρωσης σε ένα ανώτερο, πολιτικό και στρατηγικό, επίπεδο όλων των δυνάμεων του μπλοκ των υποτελών τάξεων. Αυτή η ενωτική ή ενιαιομετωπική προσέγγιση που κόμιζε η ιδέα της «κυβέρνησης της Αριστεράς», έτσι όπως πρωτοδιατυπώθηκε το 2012, ήταν που συνεπήρε το πνεύμα ευρύτερων μαζών και που επέτρεψε στο ΣΥΡΙΖΑ να πραγματοποιήσει τότε τη μεγάλη εκτίναξη της εργατικής και λαϊκής επιρροής του.
Και τούτο διότι ο στόχος της «κυβέρνησης της Αριστεράς» δεν ήταν απλά μια «κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ», και, πολύ περισσότερο, δεν ήταν η κυβέρνης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ που τελικά προέκυψε, ήταν ένας τρόπος ανασυγκρότησης του ίδιου του κινήματος και των κοινωνικών του αναφορών και των πολιτικών του συμπυκνώσεων. Οπως ξέρουμε όμως, ο στόχος προσέκρουσε σε δύο εμπόδια που οδήγησαν σε μια εξαιρετικά προβληματική και εγγενώς αντιφατικής υλοποίησή του μετά της 25 Γενάρη, δηλαδή από την μια στην άρνηση όλων των υπόλοιπων δυνάμεων της Αριστεράς, στην αδυναμία τους να ανταποκριθούν στο καίριο επίδικο εκείνης της στιγμής, και αφετέρου στα αδιέξοδα και τα όρια της ίδιας της στρατηγικής του ΣΥΡΙΖΑ, και ειδικότερα στην δεξιόστροφη διολίσθηση μετά τον Ιούνη του 2012.
Η παραπάνω διαπίστωση με οδηγεί στο τέταρτο και τελευταίο σημείο του «τι μένει» από την εμπειρία αυτή, στη σχέση του κοινωνικού με το πολιτικό. Αυτό που είδαμε λοιπόν στη συγκεκριμένη συγκυρία της μνημονιακής πενταετίας, την οποία είχα ονομάσει σε παλαιότερα κείμενά μου «παρατεταμένο λαϊκό πόλεμο», είναι ότι οι αντιθέσεις που ξεδιπλώνονται κατά τη διάρκεια της ταξικής αναμέτρησης συμπυκνώνονται και καλούνται να λυθούν στο πολιτικό επίπεδο. Από ένα σημείο και πέρα, η επιτυχία, η νίκη, ή επιμέρους έστω νίκη, κρίνεται στο πολιτικό επίπεδο και γίνεται όρος για να μπορέσει το κίνημα να περάσει σε ένα ανώτερο επίπεδο. Αυτό ακριβώς πιστεύω είναι το στοίχημα που παίχτηκε από το 2012 και μετά, με όλες τις αντιφάσεις και τα όριά του, δηλαδή ο συνδυασμός μιας αριστερής κυβέρνησης και ενός κινηματικού κεκτημένου, που φυσικά δεν είναι ποτέ δεδομένο και πρέπει διαρκώς να αναβαπτίζεται μέσα στους αγώνες, έτσι ώστε να ανοίξει μια προοπτική βαθιάς κοινωνικής αλλαγής.
Χρειάζεται νομίζω να επιμείνω σε αυτό το τελευταίο σημείο. Αυτό το οποίο παίχτηκε στην Ελλάδα δεν είναι μία συνηθισμένη εναλλαγή στην εξουσία κομμάτων διαχείρισης του συστήματος. Δεν είναι κάτι σαν την εκλογή του Φρανσουά Ολάντ, ούτε σαν το «κεντροαριστερό εγχείρημα» του Ρομάνο Πρόντι στην Ιταλία, δεν είναι καν η περίπτωση του Φρανσουά Μιτεράν του 1981, που αναλαμβάνει την εξουσία με ένα πρόγραμμα αρκετά ριζοσπαστικό για τα δεδομένα της εποχής.
Το στοίχημα που παίχτηκε στην Ελλάδα ήταν ένα βαθύτερο για αυτό ακριβώς προκάλεσε όχι μόνο μία ελληνική, αλλά μία ευρωπαϊκή και διεθνή κρίση, μια αναμέτρηση πολύ μεγάλων διαστάσεων στην οποία το δικό μας στρατόπεδο αποδείχθηκε εντελώς ανίκανο όχι μόνο να νικήσει, αλλά θα έλεγα να επιδείξει ακόμα και τη στοιχειώδη αυτοάμυνα και καταλήξαμε στη συνθηκολόγηση στην οποία καταλήξαμε.
ΚΑΙ ΤΩΡΑ;
Αυτή τη στιγμή, όπως είπα αρχικά, στην ευρύτερη κοινωνία επικρατεί ακόμη η κατάσταση του μετατραυματικού σοκ. Το δικό μας στρατόπεδο έχει ζαλιστεί από την ανατροπή των δεδομένων που συνετελέσθη σε λίγες μόνο μέρες μετά το βροντερό ΟΧΙ του δημοψηφίσματος. Όταν βγαίνουμε έξω από τους πολιτικοποιημένους κινηματικά δραστήριους κύκλους βλέπουμε να κυριαρχούν αντιφατικά συναισθήματα, ένα μείγμα απογοήτευσης, οργής, βαθιάς ανησυχίας για το τι έρχεται, αλλά και οριακά ανοχής απέναντι στην επιλογή που έγινε από το κυβερνητικό επιτελείο και τον ίδιο τον Τσίπρα.
Κομβικό σημείο για την υπέρβαση αυτού του κλίματος και για ένα νέο ξεκίνημα είναι η εξής διαπίστωση: το 62% του ΟΧΙ είναι αυτή τη στιγμή πολιτικά ορφανό. Η πολιτική του συγκρότηση και έκφραση είναι το υπ' αριθμόν ένα, το κεντρικό καθήκον όλων μας στην περίοδο που ανοίγεται μπροστά μας. Αυτή η πολιτική συγκρότηση δεν μπορεί να νοηθεί ως γραμμική προέκταση κανενός από τους υπάρχοντες σχηματισμούς - ούτε του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε της ΑΝΤΑΡΣΥΑ, ούτε άλλων σχημάτων, ούτε τμημάτων αυτών των σχηματισμών.
Νομίζω ότι πρέπει να μιλήσουμε με όρους ενός νέου πολιτικού σχεδίου. Ενός νέου πολιτικού σχεδίου που θα είναι ταξικό, δημοκρατικό και αντι-ευρωπαϊστικό και θα έχει σε μια πρώτη φάση μια μετωπική μορφή, ανοιχτή σε πειραματισμούς και νέες οργανωτικές πρακτικές. Μια μετωπική μορφή που θα συνδυάζει κινήσεις από τα πάνω και πρωτοβουλίες από τα κάτω με κινηματική διάσταση, όπως αυτές που ξεπήδησαν κατά τη διάρκεια της μάχης του δημοψηφίσματος αλλά και μετά από αυτήν.
Είναι δύσκολο, αν όχι αδύνατο να λεχθούν αυτή τη στιγμή περισσότερα για τη συγκεκριμένη μορφή που μπορεί να πάρει αυτό το πολιτικό σχέδιο. Είναι προφανές ότι εξαρτάται σε έναν καθοριστικό βαθμό από την εσωτερική μάχη που δίνουμε αυτή τη στιγμή μέσα στο ΣΥΡΙΖΑ με τους συντρόφους της Αριστερής Πλατφόρμας και άλλους. Όλοι καταλαβαίνουμε ότι για να μπορέσει αυτό το σχέδιο να προχωρήσει χρειάζονται πολλά πράγματα. Σε καμία περίπτωση η αριστερά του ΣΥΡΙΖΑ, και πιο συγκεκριμένα η Αριστερή Πλατφόρμα που αποτελεί το πιο συγκροτημένο της κομμάτι, δεν μπορεί να διεκδικήσει κάποια αποκλειστικότητα. Ο ρόλος της είναι όμως, όπως γίνεται πλέον ευρύτερα αντιληπτό, από φίλους και εχθρούς, κομβικός. Και αυτό με μία έννοια είναι ίσως από τα πιο σημαντικά κεκτημένα της προηγούμενης περιόδου.
Σε ότι αφορά τους στόχους του, όπως πρόσφατα συνόψισε σε ένα πολύ ωραίο άρθρο της η συντρόφισσά μου από τα χρόνια τα παλιά, του αγώνα για την κομμουνιστική ανανέωση, η Ελένη Πορτάλιου[2], το εγχείρημα περιστρέφεραι γύρω από τους εξής δύο βασικούς:
-          την απελευθέρωση της χώρας και του ελληνικού λαού από τα δεσμά της Ευρωζώνης με άμεση επεξεργασία ενός σχεδίου εξόδου από Μνημόνια και ευρώ και τη συνολική σύγκρουση με την Ευρωπαϊκή Ένωση που αν χρειαστεί – καταθέτω εδώ μια προσωπική μου σκέψη – πρέπει να φτάσει μέχρι την αποχώρηση.
-          την ανασυγκρότηση και ανοικοδόμηση αυτής της κατεστραμμένης χώρας, της οικονομίας, του κράτους και του κοινωνικού τους ιστού, με πρωταγωνιστές τις εργαζόμενες τάξεις και το λαϊκό μπλοκ του οποίου καλούνται να ηγηθούν.
- Το σχέδιο αυτό είναι βαθειά ταξικό – δεν θα επεκταθώ σ’αυτό το σημείο γιατί όλοι σ’αυτήν αίθουσα καταλαβαίνουμε περί τίνος πρόκειται. Είναι ταυτόχρονα και εθνικό. Και εδώ χρειάζονται ασφαλώς περισσότερες εξηγήσεις. Ο όρο «εθνικό» αναφέρεται σε δυό διαστάσεις.
Η πρώτη είναι το είναι το «εθνικό-λαϊκό» με την έννοια του Γκράμσι, με την έννοια ότι οι εργαζόμενες τάξεις πρέπει να αναδειχτούν σε διευθυντική δύναμη της κοινωνίας, να γίνουν οι ίδιες έθνος, όπως έλεγαν οι Μαρξ και Ενγκελς για το προλεταριάτο στο Κομμουνιστικό Μανιφέστο, και να το στρέψουν συνολικά σε μία διαφορετική κατεύθυνση.
Η δεύτερη είναι το σχέδιο είναι εθνικό με την έννοια ότι αυτή τη στιγμή υπάρχει θέμα εθνικής κυριαρχίας στην Ελλάδα, δηλαδή ύπαρξης της λαϊκής κυριαραχίας και της ίδιας της δημοκρατίας. Με τη νέα μνημονιακής συμφωνία που υπογράφηκε δεν μιλάμε απλά για διαιώνιση της τροϊκανής επικυριαρχίας, αλλά για εμβάθυνσή της με νέα ποιοτικά χαρακτηριστικά. Βρισκόμαστε πλέον σε μία κατάσταση όπου το ελληνικό κράτος και οποιαδήποτε εκλεγμένη ελληνική κυβέρνηση δεν έχει στην ουσία ούτε έναν μοχλό στα χέρια της για να ασκήσει την οποιαδήποτε πολιτική.
Αυτός είναι ίσως ο βαθύτερος στόχος του νέου μνημονίου πέρα από την επιβολή μιας ακόμη δέσμης βάρβαρων αντιλαϊκών μέτρων. Η Γ.Γ. Εσόδων αυτονομείται τελείως και ξεφεύγει από τον έλεγχο της κυβέρνησης και είναι κάτω από τον έλεγχο της τρόικας. Συγκροτείται Δημοσιονομικό Συμβούλιο το οποίο θα μπορεί να κάνει οριζόντιες περικοπές αυτόματα εάν υπάρχει απόκλιση από οποιοδήποτε δημοσιονομικό στόχο και δημιουργείται επίσης κάτω από άμεσο τροϊκανό έλεγχο το διαβόητο Ταμείο ύψους 50 δισ. στο όποίο υπάγονται όλα τα υπό ιδιωτικοποίηση περιουσιακά στοιχεία του ελληνικού δημοσίου. Ακόμα και η ΕΛ.ΣΤΑΤ, η σταστισκή υπηρεσία, μεταμορφώνεται σε «ανεξάρτητη» δήθεν αρχή που θα ελέγχεται κατευθείαν από την τρόικα και θα χρησιμεύει ως μηχανισμός αστυνόμευσης και ελέγχου σε καθημερινή βάση της υλοποίησης των μνημονιακών στόχων από το ελληνικό κράτος.
Στη συνθήκη που διαμορφώνεται η Ελλάδα μετατρέπεται – τολμώ να κάνω την αναλογία – σε ένα είδος μεγάλου Κόσοβου, σε μια χώρα παραδομένη χειροπόδερα σε νεοαποκιακρατικά δεσμά, σε ένα ασήμαντο και ρημαγμένο βαλκανικό ημι-προτεκτοράτο. Σε μια τέτοια συγκυρία, η αναφορά στο εθνικό σημαίνει ότι υπάρχει θέμα ανάκτησης της εθνικής κυριαρχίας ως προϋπόθεση για την άσκηση – δεν σας λέω μίας αντικαπιταλιστικής απλά μίας οποιασδήποτε στοιχειωδώς δημοκρατικής και προοδευτικής πολιτικής.
Το σχέδιο αυτό τέλος, και αυτό διόλου δεν αντιτίθεται στα παραπάνω, είναι βαθύτατα διεθνιστικό. Και τούτο όχι μόνο γιατί η υπεράσπιση των ζωτικών ταξικών συμφερόνων των εργαζόμενων και των λαϊκών τάξεων μιας χώρας είναι από τη φύση της διεθνιστική, εφόσον οι εκμεταλευόμενοι διαφορετικών χωρών δεν έχουν τίποτε να μοιράσουν μεταξύ τους. Είναι διεθνιστικό με μια πιο συγκεκριμένη έννοια, διότι μια ρήξη στον αδύναμο κρίκο της ευρωζώνης και της ΕΕ ανοίγει το δρόμο σε άλλες ανατροπές στην Ευρώπη και επιφέρει ένα δυνατό χτύπημα στο αντιδραστικό και βάρβαρα αντιλαϊκό ευρωενωσιακό οικοδόμημα. Για να το πάμε και ένα βήμα παραπέρα, όχι μόνο ο δικός μας διεθνισμός δεν έχει καμμιά σχέση με το ευρώ και την ΕΕ αλλά θα οικοδομηθεί στη βάση της ολόενα ανερχόμενης αντίστασης και απόρριψη αυτών των σχηματισμών από τους λαούς της Ευρώπης. Προϋπόθεση για την πορεία προς μια πραγματικά «άλλη Ευρώπη», που δεν μπορεί παρά να έχει σοσιαλιστική κατεύθυνση, είναι η διάλυση της σημερινής Ευρωζώνης και της ΕΕ μέσα από ένα ντόμινο ανατροπών με σημείο εκκίνησης τους πιο αδύναμους κρίκους.
Συνοψίζοντας θα έλεγα ότι πήραμε ένα μάθημα σκληρό, με ένα τίμημα βαρύ που πρώτα απ' όλα καλείται να το πληρώσει ο εργαζόμενος λαός, και η Ελλάδα. Ηταν όμως ένα μάθημα αναγκαίο – εάν μπορέσουμε να αναστοχαστούμε πάνω σε αυτό αλλά ταυτόχρονα και να δράσουμε. Ηταν ένα μάθημα που ενέχει τη δυνατότητα μίας νέας αρχής ή, όπως έλεγε ο ποιητής, μιάς «καινούργιας γέννας».
- Ευχαριστώ τον Παναγιώτη Φραντζή για την πολύτιμη βοήθειά του στην απομαγνητοφώνηση της εισήγησης.

Η ομιλία του Αλ. Τσίπρα στην Κ.Ε. του ΣΥΡΙΖΑ - Τι πρότεινε για συνέδριο και εσωκομματικό δημοψήφισμα


Έκτακτο, ανοιχτό συνέδριο το Σεπτέμβρη «που θα απαντήσει στα στρατηγικά ερωτήματα για την τακτική μας», πρότεινε από το βήμα της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ ο Αλέξης Τσίπρας, ενώ κατέθεσε εναλλακτικά πρόταση για διεξαγωγή εσωκομματικού δημοψηφίσματος την προσεχή Κυριακή επί της άποψης που θεωρεί ότι «υπάρχει εναλλακτικό σχέδιο που περνάει μέσα από την ακύρωση της συμφωνίας και ότι υπήρχε εναλλακτική τα ξημερώματα της 13ης Ιουλίου». Επισήμανε παράλληλα πως πρέπει να σταματήσει ο δυισμός στην κοινοβουλευτική ομάδα του κόμματος.

Έκτακτο, ανοιχτό συνέδριο το Σεπτέμβρη «που θα απαντήσει στα στρατηγικά ερωτήματα για την τακτική μας, για τους μεσο- και μακροπρόθεσμους στοχους μας, για τις πιθανές εναλλακτικές», πρότεινε από το βήμα της ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ ο Αλέξης Τσίπρας. «Να συμφωνήσουμε σήμερα το χρονοδιάγραμμα με το οποίο τα μέλη μας θα αναζητήσουν απαντήσεις», πρόσθεσε ενώ κατέθεσε εναλλακτικά και πρόταση για διεξαγωγή εσωκομματικού δημοψηφίσματος την προσεχή Κυριακή επί της άποψης που θεωρεί ότι «υπάρχει εναλλακτικό σχέδιο που περνάει μέσα από την ακύρωση της συμφωνίας και ότι υπήρχε εναλλακτική τα ξημερώματα της 13ης Ιουλίου».

 «Να απευθυνθούμε στα μέλη του κόμματος διοργανώνοντας δημοψήφισμα την επόμενη Κυριακή με συντεταγμένες και σύντομες διαδικασίες», είπε ο Αλ. Τσίπρας, καθώς «αυτή η άποψη θεωρεί ότι ο εκβιασμός είναι πλαστός και δεν πρέπει να υπάρξει συμφωνία. Αυτή η άποψη δεν μπορεί να περιμένει μέχρι το έκτακτο συνέδριο. Αυτή η άποψη, που δεν αφορά μόνο τη βραχυπρόθεσμη στρατηγική του κόμματος αλλά τον τόπο και τον ελληνικό λαό, αυτή η κρίσιμη απόφαση να μην υποβαθμιστεί, να απευθυνθούμε στα μέλη του κόμματος διοργανώνοντας δημοψήφισμα την επόμενη Κυριακή».
Η ομιλία του Αλ. Τσίπρα στην ΚΕ του ΣΥΡΙΖΑ, σήμερα 30/7/2015
Ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε την ομιλία του λέγοντας πως της σημερινής συνεδρίασης προηγήθηκαν 6 μήνες μάχης και σκληρής διαπραγμάτευσης για τους οποίους αισθανόμαστε περήφανοι και περήφανες. «Πρέπει να μιλήσουμε καθαρά και έντιμα για τις επιλογές που είχαμε και έχουμε μπροστά μας», πρόσθεσε. «Αυτές ήταν ή δύσκολος συμβιβασμός ή άτακτη χρεοκοπία. Εξαντλήσαμε κάθε περιθώριο, φτάσαμε στο όριο της ρήξης έχοντας στο μυαλό μας στο πως θα φτάσουμε σε μία καλύτερη συμφωνία»
«Κάποιοι υποστηρίζουν ότι υπήρχε και τρίτη επιλογή, η έξοδος από το ευρώ, που όμως θα σήμαινε ραγδαία υποτίμηση, σκληρή λιτότητα & προσφυγή στο ΔΝΤ για τη στήριξη του νομίσματος. Κάναμε πράγματι μία δύσκολη επιλογή, εξαναγκαστήκαμε να συμβιβαστούμε σε ένα πρόγραμμα με υφεσιακά μέτρα», είπε ακόμη ο Αλ. Τσίπρας, τονίζοντας παράλληλα πως «κάποιοι θεωρούν ότι από τη μία ημέρα στην άλλη η πλειοψηφία του κόμματος και της ΚΟ υπέστη μετάλλαξη και ασπάστηκε, έστω και εξ ανάγκης, το νεοφιλελευθερισμό. Όσοι το λένε αποκρύπτουν ότι κάθε άλλη επιλογή θα είχε λιτότητα και θα ήταν απροσδιόριστη και απρόβλεπτη ως προς τους τομείς της οικονομίας που θα επηρέαζε»
Ο Αλ. Τσίπρας επέμεινε στην ομιλία του πως «επιλέξαμε το δρόμο ενός δύσκολου συμβιβασμού διότι δεν υπήρχε και δεν υπάρχει αυτή τη στιγμή καλύτερη εναλλακτική. Αν υπάρχει η άποψη ότι αυτή η συμφωνία είναι το χειρότερο από τα 3 μνημόνια, πρέπει να ειπωθεί. Αν υπάρχει η άποψη ότι μια άλλη κυβέρνηση με έναν άλλο πρωθυπουργό θα πετύχαινε καλύτερη συμφωνία, να ειπωθεί», τόνισε.
Για το δημοψήφισμα της 5/7
Ο Αλ. Τσίπρας αναφέρθηκε στο δημοψήφισμα της 5ης ιουλίου, λέγοντας πως «Κανένα στέλεχος του κόμματος δεν έλεγε πριν το δημοψήφισμα ότι το όχι σήμαινε έξοδο από το ευρώ. Εγώ ο ίδιος είπα ότι η εντολή είναι για ισχυρή διαπραγμάτευση, για να φέρω συμφωνία σε 48 ώρες, και δεν άκουσα κριτική. Ας αφήσουμε της λαθροχειρίες και ας μιλήσουμε καθαρά».
* «Ο αναστοχασμός στις νέες συνθήκες να μη γίνει με όρους υποτίμησης και μηδενισμού όλων όσων καταφέραμε παρά την οικονομική ασφυξία»
 « Σε αυτή τη συγκυρία η ριζοσπαστική Αριστερα πρέπει να απαντήσει: Έχει ή δεν έχει υποχρέωση να παίξει ρόλο σε αυτή τη μάχη, να συνεχίσει να πυροδοτεί τη σύγκρουση», τόνισε σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ, προσθέτοντας: «Να απαντήσουμε αν η Αρστερά έχει ρόλο και χώρο ως κυβερνητική δύναμη με τους υπάρχοντες κοινωνικούς και πολιτικούς συσχετισμούς». «Η απάντηση δεν μπορεί να είναι ούτε η εσωτερική υποτίμηση ούτε όμως και η νομισματική υποτίμηση, αποτελούν τις 2 όψεις του ίδιου νομίσματος», πρόσθεσε.
* «Μπορούμε να επιμείνουμε στις στρατηγικές μας δεσμεύσεις;»
« Εύλογα μπαίνει το στρατηγικό ερώτημα αν με την υπογραφή της συμφωνίας θα μας δοθεί η δυνατότητα να συνεχίσουμε να τηρούμε τις προγραμματικές μας δεσμεύσεις», είπε ο Αλ. Τσίπρας, προσθέτοντας πως «Η μάχη θα κριθεί κυρίως από το ζήτημα του χρέους. Πρέπει να συζητήσουμε οργανωμένα και συντεταγμένα για τις απαντήσεις στα στρατηγικά ερωτήματα. Δεν θέλω να ωραιοποιήσω, θεωρώ όμως ότι υπάρχουν ανοιχτά μέτωπα και δυνατότητες. Η συμφωνία, όσον αφορά τα μέτρα, κινείται σε σκληρή κατεύθυνση, αλλά θεωρώ ότι δεν υπάρχουν τετελεσμένα. Και στο πεδίο των μέτρων η διαπραγμάτευση είναι ανοιχτή, μπορούμε να προτείνουμε ισοδύναμα σε πολλές περιπτώσεις». «Η μάχη θα είναι σκληρή και διαρκής καθώς η χώρα συνεχίζει να βρίσκεται σε συνθήκες άρσης της κυριαρχίας της», κατέληξε.
*«Τα ανοιχτά μέτωπα στον πρόσκαιρό συμβιβασμό»
 «Θέλω να δουλέψουμε στο ακραίο σενάριο. Το κρίσιμο ερώτημα είναι πως αντιδράμε στα δύσκολα, αν έχουμε άλλη επιλογή πέρα από το να παλέψουμε ως την τελευταία στιγμή», είπε ο Αλ. Τσίπρας, προσθέτοντας: «Το ερώτημα είναι αν έχουμε το δικαίωμα να αποδράσουμε από τις δυσκολίες επιλέγοντας τον αναχωρητισμό και επιτρέποντας την παλινόρθωση του παλιού και διεφθαρμένου πολιτικού συστήματος»
«Είμαστε αναγκασμένοι να σηκώσουμε εμείς το βάρος της μάχης για τον απεγκλωβισμό της χώρας από την επιτροπεία. Δεν έχουμε δικαίωμα να αφήσουμε απροστάτευτο έναν λαό που πίστεψε όσο κι εμείς την ανάγκη να τελειώσουμε με τα μνημόνια», πρόσθεσε, θέτοντας ως ανοιχτά μέτωπα στον πρόσκαιρό συμβιβασμό, τη φορολόγηση του μεγάλου πλούτου, τη διαπλοκή, τις αλλαγές στο πολιτικό σύστημα, την κοινωνική οικονομία, τον δημόσιο τομέα, τα τα αντισταθμιστικά μέτρα για την προστασία των λαϊκών τάξεων.
* Η πρόταση για Συνέδριο
«Προτείνω στην ΚΕ έκτακτο, ανοιχτό συνέδριο το Σεπτέμβρη που θα απαντήσει στα στρατηγικά ερωτήματα, για την τακτική μας, για τους μεσο- και μακροπρόθεσμους στόχους μας, για τις πιθανές εναλλακτικές. Να συμφωνήσουμε σήμερα το χρονοδιάγραμμα με το οποίο τα μέλη μας να αναζητήσουν απαντήσεις», ήταν  η πρόταση του πρωθυπουργού,. «Να εμπλέξουμε το σύνολο του κόμματος στη συζήτηση με συντεταγμένο τρόπο, χρειαζόμαστε γόνιμο διάλογο και όχι αντιπαράθεση με κραυγές και κατηγορίες», τόνισε, ενώ πρόσθεσε πως «είναι λάθος οι βεβιασμένες επιλογές και οι τακτικισμοί»
* Εναλλακτικά: Δημοψήφισμα
«Υπάρχουν σύντροφοι που επιμένουν σήμερα να παρθούν οι κρίσιμες αποφάσεις για την στρατηγική μας», συνέχισε ο Αλ. Τσίπρας, καθώς «υπάρχει η άποψη που θεωρεί ότι υπάρχει εναλλακτικό σχέδιο που περνάει μέσα από την ακύρωση της συμφωνίας και ότι υπήρχε εναλλακτική τα ξημερώματα της 13ης Ιουλίου». 
«Αυτή η άποψη», συνέχισε ο Αλ. Τσίπρας, «θεωρεί ότι ο εκβιασμός είναι πλαστός και δεν πρέπει να υπάρξει συμφωνία. Αυτή η άποψη δεν μπορεί να περιμένει μέχρι το έκτακτο συνέδριο. Προτείνω αυτή η άποψη, που δεν αφορά μόνο τη βραχυπρόθεσμη στρατηγική του κόμματος αλλά τον τόπο και τον ελληνικό λαό, αυτή η κρίσιμη απόφαση να μην υποβαθμιστεί, να απευθυνθούμε στα μέλη του κόμματος διοργανώνοντας δημοψήφισμα την επόμενη Κυριακή με συντεταγμένες και σύντομες διαδικασίες».
* «Να σταματήσει ο ιδιότυπος δυϊσμός της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του κόμματος»
Ακολούθως, ο Αλ. Τσίπρας επισήμανε: «Να συμφωνήσουμε ότι πρέπει να δεσμευτούμε ότι θα γίνουν σεβαστές οι αποφάσεις της πλειοψηφίας των μελών μας, ότι θα σταματήσει ο ιδιότυπος δυϊσμός της ΚΟ του κόμματος». «Ο στόχος είναι κοινός, διαφωνούμε στα μέσα», πρόσθεσε. «Δεν μπορούμε να στηριζόμαστε στις ψήφους άλλων κοινοβουλευτικών κομμάτων». 
Κλείνοντας, ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ επισήμανε: «Καλώ όλους και όλες να μοιραστούμε την πολιτική ευθύνη για την ενότητα του ΣΥΡΙΖΑ εγκρίνοντας την πρόταση για το έκτακτο συνέδριο. Να μείνουμε ενωμένοι πραγματικά, όχι στα λόγια, με κοινή στάση στο Κοινοβούλιο. Η πρώτη Αριστερή κυβέρνηση μετά τον πόλεμο, είτε υποστηρίζεται από αριστερούς βουλευτές είτε δεν στηρίζεται επειδή έπαψε να είναι αριστερή και πέφτει. Οι κοινοί μας αγώνες επιβάλλουν να λέμε μεταξύ μας την αλήθεια, να βρούμε τις σωστές λύσεις για τον τόπο, την Αριστερά της λαϊκές τάξεις. Κόμμα σημαίνει και κοινός στόχος, αν ο στόχος δεν είναι κοινός δεν υπάρχει νόημα συνύπαρξης». 

Μερικά πιο εκτεταμένα αποσπάσματα από την ομιλία του προέδρου του ΣΥΡΙΖΑ:

1.     Είμαστε υπερήφανοι για τους προηγούμενους έξι μήνες. Υπηρετήσαμε με αυταπάρνηση την εντολή του ελληνικού λαού.
Αυτή η κυβέρνηση εξάντλησε τα όρια της εντολής, του λαού και της οικονομίας. Έθεσε το ζήτημα του χρέους, έκανε το δημοψήφισμα, άφησε το προηγούμενο πρόγραμμα να λήξει, έκανε στάση πληρωμών στο ΔΝΤ ανέδειξε διεθνώς το ελληνικό ζήτημα ως ευρωπαϊκό. Διαπραγματεύτηκε μέχρι την τελευταία στιγμή.
2.     Λέμε καθαρά και ξάστερα και με συνείδηση καθαρή στον ελληνικό λαό:
Αυτό το πλαίσιο συμφωνίας μπορέσαμε και φέραμε, και εάν κάποιος νομίζει ότι θα μπορούσε να φέρει καλύτερη συμφωνία δεν έχει παρά να το ισχυριστεί.
·        Αν κάποιος νομίζει ότι μια άλλη κυβέρνηση και ένας άλλος πρωθυπουργός μπορεί καλύτερα μπορεί να το πει ευθέως. 
·        Αν κάποιος νομίζει ότι ο Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ εγκατέλειψε μια καλύτερη εναλλακτική για το λαό να τη διατυπώσει αυτή την άποψη.
·        Αν, επίσης, υπάρχει η άποψη ότι η αριστερά πρέπει να εγκαταλείψει τη διακυβέρνηση επειδή δεν έφερε μια καλύτερη συμφωνία, επίσης πρέπει να το διατυπώσει με σαφήνεια.
·        Αν υπάρχει η άποψη ότι αυτή η συμφωνία είναι το χειρότερο μνημόνιο και αυτό πρέπει να ειπωθεί. Και να εξηγηθεί με επιχειρήματα.
3.     Πρέπει να αισθανόμαστε περήφανοι γιατί καταφέραμε να κερδίσουμε πολλά. Αναδείξαμε στην ευρωπαϊκή αλλά και την παγκόσμια κοινή γνώμη την ακαμψία και τη σκληρότητα του ευρωπαϊκού μηχανισμού πειθάρχησης και επιτήρησης και δημιουργήσαμε τις πρώτες ρωγμές, εμείς ένας μικρός λαός με μια αριστερή κυβέρνηση, στην νεοφιλελεύθερη ηγεμονία στην Ευρώπη.
Δημιουργήσαμε τις προϋποθέσεις για να υπάρξει μια γενικευμένη αμφισβήτηση του μοντέλου οργάνωσης και λειτουργίας αλλά και των διακυβερνητικών πρακτικών της ΕΖ.
4.     Πρέπει να είμαστε όμως περήφανοι γι αυτό το πρώτο εξάμηνο της διακυβέρνησης και για άλλους λόγους.
Διότι καταφέραμε παρά την ασφυκτική χρηματοδοτική πίεση που δεχτήκαμε να κάνουμε μια σειρά παρεμβάσεις που αποδεικνύουν έμπρακτα ότι αυτή η κυβέρνηση έχει μια άλλη λογική, ότι αυτή η κυβέρνηση είναι αποφασισμένη να παλέψει για την ανατροπή μιας πορείας 40 ετών στην Ελλάδα και στην Ευρώπη. Με μια σειρά νομοσχέδια που αποτελούν σήμερα νόμους του κράτους αρχίσαμε να υλοποιούμε το πρόγραμμά μας, να τηρούμε τις δεσμεύσεις μας απέναντι στον ελληνικό λαό.
·        Κάναμε το νόμο για την ανθρωπιστική κρίση που αφορά αυτή τη στιγμή μια σημαντική βοήθεια σε 150000 άτομα.
·        Περάσαμε το νόμο για τις εκατό δόσεις που ανακούφισε πάνω από 700000 συμπολίτες μας.
·        Αποκαταστήσαμε μια σειρά από αδικίες στο δημόσιο τομέα με την επαναπρόσληψη των σχολικών φυλάκων, των καθαριστριών, των διοικητικών υπαλλήλων των πανεπιστημίων.
·        Επαναλειτουργήσαμε την ΕΡΤ.
·        Νομοθετήσαμε την απόδοση ιθαγένειας στους μετανάστες δεύτερης γενιάς.
·        Καταργήσαμε τα 5 ευρώ της εισαγωγής στα νοσοκομεία.
·        Προχωρήσαμε σε μια σειρά από παρεμβάσεις που αφήνουν ένα σημαντικό προοδευτικό στίγμα στο τόπο παρά τις αντίξοες συνθήκες στις οποίες κληθήκαμε να ασκήσουμε κυβερνητική πολιτική.
Αυτά δεν πρέπει να τα ξεχνάμε και δεν πρέπει να τα μηδενίζουμε.
5.     Υπάρχουν βεβαίως φωνές που υποστηρίζουν ότι εδώ έχουμε να κάνουμε με ένα μνημόνιο που είναι ακόμη πιο σκληρό και από τα δύο προηγούμενα, ότι αυτή η συμφωνία δεν επιτρέπει απολύτως καμία πρωτοβουλία από τη μεριά της ελληνικής κυβέρνησης και ότι μας δένει απολύτως τα χέρια.
Όσο λάθος είναι να προσπαθήσει κανείς να ωραιοποιήσει τόσο λάθος και να δραματοποιήσει.
·        Καταρχήν η δημοσιονομική προσαρμογή που προβλέπει η συμφωνία αυτή, είναι μάλλον αρκετά ηπιότερη από την αντίστοιχη των προηγούμενων ετών καθώς καταφέραμε να ρίξουμε αισθητά τις υποχρεώσεις μας για τα πρωτογενή πλεονάσματα. Και τούτο συνδέεται άμεσα με το δεύτερο σκέλος της συμφωνίας δηλαδή τους όρους και τους τρόπους για την αναδιάρθρωση του ελληνικού χρέους, του κρίσιμου ζητήματος όπως είπα και πριν, μιας αναδιάρθρωσης που πλέον είναι κάτι περισσότερο από ορατή.
·        Όμως και στο πεδίο των μέτρων η διαπραγμάτευση είναι ακόμη ανοικτή και τρέχει. Υπάρχουν μια σειρά ζητήματα στα οποία θα έχουμε την δυνατότητα να προτείνουμε ισοδύναμα μέτρα.
·        Πρόκειται για την ρήτρα μηδενικού ελλείμματος, για τον ΑΔΜΗΕ, για το χρονοδιάγραμμα της προσαρμογής στα αγροτικά ζητήματα και αλλού.
·        Εκεί πρέπει να δώσουμε τη μάχη όπως και στο θέμα των εργασιακών και των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
6.     Και υπάρχουν, πέραν της διαπραγμάτευσης πάρα πολλά ανοιχτά θέματα, πεδία συγκρούσεων πραγματικών και σκληρών, εντός της χώρας:
·        Το πεδίο της φοροδιαφυγής του μεγάλου πλούτου αλλά και το πεδίο της διαφθοράς που μαστίζει το ελληνικό δημόσιο. Το πεδίο της διοικητικής ανασυγκρότησης και της κοινωνικής αποτελεσματικότητας και ανταποδοτικότητας του δημόσιου τομέα. Και φυσικά το μέτωπο της διαπλοκής και της δημοκρατίας. Των μεγάλων αλλαγών που έχει ανάγκη το πολιτικό σύστημα.
·        Επίσης το θέμα της στήριξης της κοινωνικής οικονομίας που μπορεί να δράσει ανταγωνιστικά και στον κρατισμό αλλά και στην ασυδοσία του ιδιωτικού τομέα. Και τέλος το μέτωπο των αντισταθμιστικών μέτρων που έχουμε υποχρέωση να σχεδιάσουμε και να πάρουμε για να προστατεύσουμε την κοινωνική πλειοψηφία.
Όλα αυτά είναι ανοιχτά μέτωπα και στόχοι για την νέα περίοδο του πρόσκαιρου συμβιβασμού.
Είναι προφανές ότι δεν θα είναι εύκολο.
7.     Είναι ανάγκη να συζητήσουμε πάνω στα στρατηγικά διλήμματα που θέτει η νέα περίοδος στην οποία έχουμε μπει. Να συζητήσουμε συντεταγμένα, ορθολογικά δημοκρατικά, εμπλέκοντας το σύνολο των δυνάμεων του κόμματος σε αυτή τη συζήτηση και όχι κλείνοντας την στους τέσσερις τοίχους των μικροσυσχετισμών.
Πρέπει να διεξάγουμε ένα ανοικτό και συντεταγμένο ως προς τις διαδικασίες του, έκτακτο συνέδριο τον Σεπτέμβρη και να ανοίξουμε το σύνολο της ατζέντας:
Να συζητήσουμε για την Αριστερά στην κυβέρνηση στην υπαρκτή Ευρώπη του νεοφιλελευθερισμού, για την τακτική μας μπροστά στις συνθήκες που δημιουργεί η νέα συμφωνία, για τους μεσοπρόθεσμούς και μακροπρόθεσμους στόχους μας, για τις πιθανές εναλλακτικές.
Προτείνω λοιπόν σήμερα να αποφασίσουμε το χρονοδιάγραμμα στη βάση του οποίου οι οργανώσεις μας και τα μέλη μας θα συζητήσουν αλλά και τους κεντρικούς άξονες και τα ερωτήματα αυτής της συζήτησης.
Να μην πάρουμε βεβιασμένες αποφάσεις, να μην δημιουργήσουμε ρήγματα με τακτικισμούς.
8.     Ωστόσο γνωρίζω ότι υπάρχουν πολλοί σύντροφοι που επιμένουν ότι πρέπει σήμερα να παρθούν όλες οι αποφάσεις για τη στρατηγική και την τακτική μας.
Υπάρχει η άποψη -και είναι σεβαστή-  που δεν αποδέχεται ότι δεν είχαμε άλλη επιλογή το βράδυ της 12ης  Ιουλίου. Που θεωρεί ότι υπήρχε και υπάρχει άμεσα, βραχυπρόθεσμα εναλλακτικό σχέδιο ρεαλιστικό και βιώσιμο, μέσα από την ακύρωση της συμφωνίας. Την εθνική αναδίπλωση και την απόδραση από τους διεθνείς συσχετισμούς.
9.     Αν πράγματι είναι έτσι προτείνω αυτή τις κρίσιμη απόφαση, που δεν αφορούν μόνο την βραχυπρόθεσμη στρατηγική του κόμματος, αλλά στο βαθμό που είμαστε το κόμμα που έχει τη πλειοψηφία στη Βουλή, αφορά τον τόπο και το λαό,
Προτείνω λοιπόν αυτή τις κρίσιμη απόφαση για το άμεσο ζήτημα, να τη λάβουμε με όσο το δυνατόν πιο συλλογικό τρόπο απευθυνόμενοι στη βάση του κόμματος. Διοργανώνοντας ένα εσωκομματικό δημοψήφισμα την ερχόμενη Κυριακή ώστε όλο το κόμμα να τοποθετηθεί ανοιχτά, δημοκρατικά και συντεταγμένα.
Και όποια και να είναι η απόφαση των μελών μας, δηλαδή η συλλογική απόφαση του κόμματος, ένα πράγμα είναι δεδομένο. Ότι δεν μπορούμε να συνεχίσουμε έτσι. Πρέπει να δεσμευτούμε όλοι και όλες εδώ σήμερα ότι θα γίνουν σεβαστές οι αποφάσεις της πλειοψηφίας των μελών.
Αντιλαμβάνομαι και σέβομαι τις διαφορετικές εκτιμήσεις αλλά κόμμα σημαίνει πέρα από δημοκρατία και σεβασμός στις αποφάσεις των μελών, σημαίνει και αναγνώριση ότι όλοι μας πέρα από τις διαφωνίες παλεύουμε για ένα κοινό στόχο, για αυτό που ονομάζουμε κοινωνικό μετασχηματισμό. Δεν είναι δυνατόν λοιπόν κάποιοι να αξιοποιούν τις ψήφους άλλων κομμάτων για να αποφεύγουν την ευθύνη και την ίδια στιγμή να λένε ότι στηρίζουν την κυβέρνηση.
10.  Η  πρώτη αριστερή κυβέρνηση στην Ευρώπη μετά το δεύτερο παγκόσμιο πόλεμο είτε υποστηρίζεται από αριστερούς βουλευτές είτε πέφτει από αριστερούς βουλευτές, επειδή κατά τη γνώμη τους έπαψε να είναι αριστερή.
11.  Με ειλικρίνεια και αίσθημα συντροφικότητας, μπορούμε ακόμη και στη πιο μεγάλη διαφωνία να βρούμε τις σωστές λύσεις για το λαό και το τόπο, για την αριστερά και το ηθικό φορτίο των αγώνων που κουβαλά.
- See more at: http://left.gr/news/i-omilia-toy-al-tsipra-stin-ke-toy-syriza-ti-proteine-gia-synedrio-kai-esokommatiko#sthash.ENFvfDbz.dpuf

ΠΡΩΤΟΒΟΥΛΙΑ ΤΗΣ ΣΥΓΚΛΗΤΟΥ ΤΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΙΓΑΙΟΥ , ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΓΓΡΑΦΗ ΠΡΟΣΦΥΓΩΝ ΦΟΙΤΗΤΩΝ

Η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Αιγαίου, λαμβάνοντας υπόψη την εισήγηση Ομάδας Εργασίας που συγκροτήθηκε με απόφαση του πρύτανη, καθηγητή Στέφανου Γκρίτζαλη και κατόπιν εισήγησης του πρώην πρύτανη Θεμιστοκλή Λέκκα, ομότιμου καθηγητή του Πανεπιστημίου Αιγαίου, συζήτησε το θέμα της εγγραφής σε Τμήματα του Ιδρύματος των αιτούντων άσυλο στην Ελλάδα.
Στόχος να υπάρξει άμεσα νομοθετική πρόβλεψη για κατ' εξαίρεση εισαγωγή προσφύγων φοιτητών και φοιτητριών στα Τμήματα του Πανεπιστημίου. Συγκεκριμένα, η Σύγκλητος του Πανεπιστημίου Αιγαίου αποφάσισε τη σύνταξη επιστολής προς την Ευρωπαϊκή Επιτροπή και το Συμβούλιο της Ευρώπης σχετικά με το θέμα της εγγραφής στο Πανεπιστήμιο Αιγαίου συριακής ή άλλης υπηκοότητας προσφύγων, αιτούντων άσυλο στις ελληνικές αρχές.
Επίσης με επιστολή στο Υπουργείο Πολιτισμού, Παιδείας και Θρησκευμάτων ζητά ειδική νομοθετική ρύθμιση για την κατ' εξαίρεση εισαγωγή προσφύγων ως φοιτητών και φοιτητριών στα Τμήματα του Πανεπιστημίου Αιγαίου, πέραν του ποσοστού που προβλέπεται στην ισχύουσα νομοθεσία για την εισαγωγή των αλλοδαπών-αλλογενών φοιτητών και φοιτητριών στην τριτοβάθμια εκπαίδευση της χώρας, με απλούστευση των σχετικών διοικητικών διαδικασιών εισαγωγής σε ΑΕΙ, λαμβανομένων υπόψη των ειδικών συνθηκών εκπατρισμού τους.
«Με δεδομένη την πρόσφατη αύξηση του αριθμού των αιτούντων άσυλο, εν δυνάμει προσφύγων από τη Συρία, στα νησιά του Βορείου και του Νοτίου Αιγαίου, καθώς και την μακρά εμπειρία του Πανεπιστημίου Αιγαίου από τη λειτουργία του σε περιοχή σταυροδρόμι λαών και πολιτισμών, το Πανεπιστήμιο Αιγαίου μπορεί να στηρίξει κοινωνικούς μηχανισμούς που θα συμβάλουν στη δημιουργία πολιτικών και δράσεων για την ευνοϊκότερη υποδοχή, αποδοχή, συνύπαρξη και αλληλεπίδραση των παραπάνω ομάδων πληθυσμού με την ελληνική κοινωνία, παρέχοντας παράλληλα σημαντικό ανθρωπιστικό έργο» αυτό επισήμανε, μιλώντας στο ΑΠΕ ο Πρύτανης του Πανεπιστημίου Στέφανος Γκρίτζαλης.





tvxs.gr