«Ενας αριθμός απολυμένων θα προέλθει από αυτή τη δεξαμενή» των υπαλλήλων που υπάγονται σε καθεστώς διαθεσιμότητας, αναφέρει σε δηλώσεις του στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde» ο υπουργός Διοικητικής Μεταρρύθμισης Κυριάκος Μητσοτάκης. Ωστόσο, δεν προσδιορίζει τον αριθμό, όπως έκανε πρόσφατα οπρωθυπουργός μιλώντας για 15.000 (σε συνέντευξή του στην κυριακάτικη «Ελευθεροτυπία»).
Το άρθρο της Adéa Guillot στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde» έχει τίτλο «Η Αθήνα επιτίθεται στην αναποτελεσματικότητα της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης» και υπότιτλο «4000 δημόσιοι υπάλληλοι θα απολυθούν μέχρι το Δεκέμβριο και 25000 θα τεθούν σε διαθεσιμότητα«.
Η συντάκτης αρχικά παρουσιάζει το προφίλ του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη και εν συνεχεία παρουσιάζει θετικά το μεταρρυθμιστικό του έργο δημοσιεύοντας αποσπάσματα συνέντευξης του.
Στις εισαγωγικές παραγράφους η συντάκτης χαρακτηρίζει δύσκολη τη μεταρρύθμιση που απαιτεί η τρόικα από το 2012 και η οποία στοχεύει στη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. 4.000 απολύσεις μέχρι το τέλος του 2013 και15.000 μεταξύ του τέλους του 2015 ενώ 25.000 θα πρέπει να ενταχθούν σε ένα τεράστιο πρόγραμμα κινητικότητας.
Ο υπουργός υπογραμμίζει ότι: «Δεν διαπραγματεύθηκα εγώ τους στόχους που έθεσε η τρόικα. Τους βρήκα μόλις ανέλαβα. Πρέπει όμως να τους θέσω σε εφαρμογή και μάλιστα σε πολύ περιορισμένο χρόνο. Ελπίζω ότι όταν θα παρουσιάσω τα αποτελέσματα θα μπορώ να συζητήσω ανοικτά με τους εταίρους για την ουσία των μεταρρυθμίσεων, γιατί δεν είναι δυνατόν να τρέχουμε πίσω από τους ποσοτικούς στόχους μόνο. Η πραγματική πρόκληση στην Ελλάδα είναι ποιοτική».
Το άρθρο σημειώνει ότι ο υπουργός βεβαιώνει ότι μέσα σε τρία χρόνια έφυγαν 200.000 δημόσιοι υπάλληλοι, κυρίως γιατί δεν ανανεώθηκαν οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου και λόγω της εφαρμογής της αναλογίας μία πρόσληψη για κάθε πέντε αποχωρήσεις.
«Έκτοτε συμβαδίζουμε με το μέσο ευρωπαϊκό όρο με 612.000 μόνιμους και 60.000 με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Δεν μπορούμε πλέον να διατηρούμε μια πληθωρική Δημόσια Διοίκηση στην Ελλάδα. Απεναντίας αυτή η Δημόσια Διοίκηση είναι σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματική. Η κινητικότητα είναι ένα απαραίτητο εργαλείο που θα επιτρέψει να γίνει καλύτερη διαχείριση του κράτους».
Συγκεκριμένα, αυτή η κινητικότητα θα επιτευχθεί μέσω της διαθεσιμότητας των υπαλλήλων, που έχουν εντοπισθεί ως υπεράριθμοι σε κάποια υπηρεσία. Επί 8 μήνες αυτοί οι υπάλληλοι θα πληρώνονται με το 75% του μισθού τους και θα αξιολογηθούν. Εκείνοι – μια μειοψηφία – που εισήχθησαν στη Δημόσια Διοίκηση με ψευδή δικαιολογητικά (διπλώματα, πιστοποιητικά γλώσσας) θα απολυθούν. Για τους υπόλοιπους η συντάκτης εκτιμά ότι η κατάσταση δεν είναι σαφής.
«Γνωρίζω ότι εκείνοι που εντάσσονται σήμερα σε ένα πρόγραμμα κινητικότητας αναρωτιούνται αν τελικά θα απολυθούν γιατί είναι αλήθεια ότι ένας αριθμός – απολυμένων – θα προέλθει από αυτή τη δεξαμενή προσωπικού. Θα έπρεπε η κινητικότητα και οι απολύσεις να είναι δύο διαφορετικές πίστες. Δυστυχώς, το σύστημα που μου περιήλθε συσχέτιζε τα δύο αυτά πράγματα, τουλάχιστον σε ότι αφορά τους βραχυπρόθεσμους στόχους. Η έννοια της κινητικότητας χρησιμοποιήθηκε για να μεταμφιέσει τις απολύσεις, που ήταν δύσκολο να έλθουν σε πέρας. Αυτό όμως δημιούργησε μια σύγχυση στους πολίτες» υποστηρίζει ο υπουργός.
Στη συνέχεια η συντάκτης σημειώνει ότι ο κ. Μητσοτάκης υποστηριζόμενος από τους συμβούλους της task force επιθυμεί να δημιουργήσει ένα μόνιμο σύστημα κινητικότητας «Θέλω ένα διαφανές σύστημα που θα επιτρέψει να τεθεί ένα τέρμα στις πελατειακές σχέσεις. Θέλω οι ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό να καταγράφονται και να καλύπτονται από δημοσίους υπαλλήλους μέσω της κινητικότητας» τονίζει ο υπουργός.
Μέχρι τις 16 Σεπτεμβρίου και την άφιξη της τρόικα ο κ. Μητσοτάκης ελπίζει να έχει τον κατάλογο με τις ανάγκες του κάθε υπουργείου ώστε να φέρει σε πέρας τις μετακινήσεις των υπαλλήλων. «Για παράδειγμα, το υπουργείο δικαιοσύνης σήμερα χρειάζεται 800 δεσμοφύλακες, οπότε θα μετακινηθούν εκεί 800 από τους 3200 δημοτικούς φύλακες, οι οποίοι έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα» επεξηγεί ο υπουργός. Επίσης πολλοί καθηγητές της δευτεροβάθμιας θα πάνε στην πρωτογενή εκπαίδευσης όπως και υπάλληλοι στο τομέα της υγείας θα μετακινηθούν στο πλαίσιο της εκλογίκευσης του νοσοκομειακού συστήματος, αναφέρει η συντάκτης.
Το πιο λεπτό ζήτημα είναι τα κριτήρια με τα οποία θα γίνονται οι αξιολογήσεις. Όπως εξηγεί ο κ. Μητσοτάκης «Και εκεί κάνω ότι καλύτερο μπορώ, με τις δυνατότητες που υπάρχουν. Δεν είμαστε ακόμη σε θέση να αξιολογήσουμε χιλιάδες άτομα με βάση την απόδοση τους άρα στο μέτρο που δεν υπάρχουν αξιολογικά κριτήρια, χρησιμοποιώ αντικειμενικά κριτήρια που σχετίζονται με το ΑΣΕΠ». Οι υπάλληλοι που συγκεντρώνουν τους καλύτερους βαθμούς και κατά συνέπεια είναι σε καλύτερη θέση για μια ενδεχόμενη ανακατάταξη, είναι εκείνοι που μπήκαν με γραπτές εξετάσεις στη Δημόσια Διοίκηση με το σύστημα ΑΣΕΠ. Αυτός είναι ένας τρόπος προαγωγής των τελευταίων γενιών υπαλλήλων, που όλοι πρακτικά, τουλάχιστον σε ότι αφορά τις μόνιμες θέσεις, έχουν μπει με διαγωνισμό.
Συνεχίζοντας η συντάκτης υπογραμμίζει ότι τα συνδικάτα έχουν καλέσει σε απεργία για τις 16 και 17 Σεπτεμβρίου, αλλά ο υπουργός δεν φοβάται τις κοινωνικές διαμαρτυρίες, θεωρώντας ότι έχει με το μέρος του, όπως υποστηρίζει: «μια μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων που έχουν κουραστεί από τις πελατειακές λογικές και την έλλειψη αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης».
Παραδόξως, σημειώνει η συντάκτης, ο υπουργός επιμένει ότι «η πλειοψηφία των υπαλλήλων στην Ελλάδα είναι τίμιοι και εργατικοί, και ότι το κλισέ του υπαλλήλου, που είναι απατεώνας και διεφθαρμένος, αντιστοιχεί σε μια μειονότητα των δημοσίων υπαλλήλων».
Καταλήγοντας η συντάκτης θέτει το ερώτημα ποια είναι η μεγαλύτερη επιτυχία του υπουργού, ο οποίος απαντώντας τονίζει ότι «Στην Ελλάδα, εδώ και πέντε χρόνια το όνειρο ενός νέου ήταν να γίνει δημόσιος υπάλληλος γιατί το Δημόσιο έδινε καλύτερες αμοιβές για λιγότερες ώρες εργασίας ενώ μπορούσε να βγει πιο νωρίς στη σύνταξη. Δεν ισχύει πλέον αυτό».
Φωτογραφία της Le Monde
Το άρθρο της Adéa Guillot στη γαλλική εφημερίδα «Le Monde» έχει τίτλο «Η Αθήνα επιτίθεται στην αναποτελεσματικότητα της Ελληνικής Δημόσιας Διοίκησης» και υπότιτλο «4000 δημόσιοι υπάλληλοι θα απολυθούν μέχρι το Δεκέμβριο και 25000 θα τεθούν σε διαθεσιμότητα«.
Η συντάκτης αρχικά παρουσιάζει το προφίλ του Υπουργού Διοικητικής Μεταρρύθμισης και Ηλεκτρονικής Διακυβέρνησης Κυριάκου Μητσοτάκη και εν συνεχεία παρουσιάζει θετικά το μεταρρυθμιστικό του έργο δημοσιεύοντας αποσπάσματα συνέντευξης του.
Στις εισαγωγικές παραγράφους η συντάκτης χαρακτηρίζει δύσκολη τη μεταρρύθμιση που απαιτεί η τρόικα από το 2012 και η οποία στοχεύει στη μείωση του αριθμού των δημοσίων υπαλλήλων σε πολύ σύντομο χρονικό διάστημα. 4.000 απολύσεις μέχρι το τέλος του 2013 και15.000 μεταξύ του τέλους του 2015 ενώ 25.000 θα πρέπει να ενταχθούν σε ένα τεράστιο πρόγραμμα κινητικότητας.
Ο υπουργός υπογραμμίζει ότι: «Δεν διαπραγματεύθηκα εγώ τους στόχους που έθεσε η τρόικα. Τους βρήκα μόλις ανέλαβα. Πρέπει όμως να τους θέσω σε εφαρμογή και μάλιστα σε πολύ περιορισμένο χρόνο. Ελπίζω ότι όταν θα παρουσιάσω τα αποτελέσματα θα μπορώ να συζητήσω ανοικτά με τους εταίρους για την ουσία των μεταρρυθμίσεων, γιατί δεν είναι δυνατόν να τρέχουμε πίσω από τους ποσοτικούς στόχους μόνο. Η πραγματική πρόκληση στην Ελλάδα είναι ποιοτική».
Το άρθρο σημειώνει ότι ο υπουργός βεβαιώνει ότι μέσα σε τρία χρόνια έφυγαν 200.000 δημόσιοι υπάλληλοι, κυρίως γιατί δεν ανανεώθηκαν οι συμβάσεις ορισμένου χρόνου και λόγω της εφαρμογής της αναλογίας μία πρόσληψη για κάθε πέντε αποχωρήσεις.
«Έκτοτε συμβαδίζουμε με το μέσο ευρωπαϊκό όρο με 612.000 μόνιμους και 60.000 με συμβάσεις ορισμένου χρόνου. Δεν μπορούμε πλέον να διατηρούμε μια πληθωρική Δημόσια Διοίκηση στην Ελλάδα. Απεναντίας αυτή η Δημόσια Διοίκηση είναι σε μεγάλο βαθμό αναποτελεσματική. Η κινητικότητα είναι ένα απαραίτητο εργαλείο που θα επιτρέψει να γίνει καλύτερη διαχείριση του κράτους».
Συγκεκριμένα, αυτή η κινητικότητα θα επιτευχθεί μέσω της διαθεσιμότητας των υπαλλήλων, που έχουν εντοπισθεί ως υπεράριθμοι σε κάποια υπηρεσία. Επί 8 μήνες αυτοί οι υπάλληλοι θα πληρώνονται με το 75% του μισθού τους και θα αξιολογηθούν. Εκείνοι – μια μειοψηφία – που εισήχθησαν στη Δημόσια Διοίκηση με ψευδή δικαιολογητικά (διπλώματα, πιστοποιητικά γλώσσας) θα απολυθούν. Για τους υπόλοιπους η συντάκτης εκτιμά ότι η κατάσταση δεν είναι σαφής.
«Γνωρίζω ότι εκείνοι που εντάσσονται σήμερα σε ένα πρόγραμμα κινητικότητας αναρωτιούνται αν τελικά θα απολυθούν γιατί είναι αλήθεια ότι ένας αριθμός – απολυμένων – θα προέλθει από αυτή τη δεξαμενή προσωπικού. Θα έπρεπε η κινητικότητα και οι απολύσεις να είναι δύο διαφορετικές πίστες. Δυστυχώς, το σύστημα που μου περιήλθε συσχέτιζε τα δύο αυτά πράγματα, τουλάχιστον σε ότι αφορά τους βραχυπρόθεσμους στόχους. Η έννοια της κινητικότητας χρησιμοποιήθηκε για να μεταμφιέσει τις απολύσεις, που ήταν δύσκολο να έλθουν σε πέρας. Αυτό όμως δημιούργησε μια σύγχυση στους πολίτες» υποστηρίζει ο υπουργός.
Στη συνέχεια η συντάκτης σημειώνει ότι ο κ. Μητσοτάκης υποστηριζόμενος από τους συμβούλους της task force επιθυμεί να δημιουργήσει ένα μόνιμο σύστημα κινητικότητας «Θέλω ένα διαφανές σύστημα που θα επιτρέψει να τεθεί ένα τέρμα στις πελατειακές σχέσεις. Θέλω οι ανάγκες σε ανθρώπινο δυναμικό να καταγράφονται και να καλύπτονται από δημοσίους υπαλλήλους μέσω της κινητικότητας» τονίζει ο υπουργός.
Μέχρι τις 16 Σεπτεμβρίου και την άφιξη της τρόικα ο κ. Μητσοτάκης ελπίζει να έχει τον κατάλογο με τις ανάγκες του κάθε υπουργείου ώστε να φέρει σε πέρας τις μετακινήσεις των υπαλλήλων. «Για παράδειγμα, το υπουργείο δικαιοσύνης σήμερα χρειάζεται 800 δεσμοφύλακες, οπότε θα μετακινηθούν εκεί 800 από τους 3200 δημοτικούς φύλακες, οι οποίοι έχουν τεθεί σε διαθεσιμότητα» επεξηγεί ο υπουργός. Επίσης πολλοί καθηγητές της δευτεροβάθμιας θα πάνε στην πρωτογενή εκπαίδευσης όπως και υπάλληλοι στο τομέα της υγείας θα μετακινηθούν στο πλαίσιο της εκλογίκευσης του νοσοκομειακού συστήματος, αναφέρει η συντάκτης.
Το πιο λεπτό ζήτημα είναι τα κριτήρια με τα οποία θα γίνονται οι αξιολογήσεις. Όπως εξηγεί ο κ. Μητσοτάκης «Και εκεί κάνω ότι καλύτερο μπορώ, με τις δυνατότητες που υπάρχουν. Δεν είμαστε ακόμη σε θέση να αξιολογήσουμε χιλιάδες άτομα με βάση την απόδοση τους άρα στο μέτρο που δεν υπάρχουν αξιολογικά κριτήρια, χρησιμοποιώ αντικειμενικά κριτήρια που σχετίζονται με το ΑΣΕΠ». Οι υπάλληλοι που συγκεντρώνουν τους καλύτερους βαθμούς και κατά συνέπεια είναι σε καλύτερη θέση για μια ενδεχόμενη ανακατάταξη, είναι εκείνοι που μπήκαν με γραπτές εξετάσεις στη Δημόσια Διοίκηση με το σύστημα ΑΣΕΠ. Αυτός είναι ένας τρόπος προαγωγής των τελευταίων γενιών υπαλλήλων, που όλοι πρακτικά, τουλάχιστον σε ότι αφορά τις μόνιμες θέσεις, έχουν μπει με διαγωνισμό.
Συνεχίζοντας η συντάκτης υπογραμμίζει ότι τα συνδικάτα έχουν καλέσει σε απεργία για τις 16 και 17 Σεπτεμβρίου, αλλά ο υπουργός δεν φοβάται τις κοινωνικές διαμαρτυρίες, θεωρώντας ότι έχει με το μέρος του, όπως υποστηρίζει: «μια μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων που έχουν κουραστεί από τις πελατειακές λογικές και την έλλειψη αποτελεσματικότητας της δημόσιας διοίκησης».
Παραδόξως, σημειώνει η συντάκτης, ο υπουργός επιμένει ότι «η πλειοψηφία των υπαλλήλων στην Ελλάδα είναι τίμιοι και εργατικοί, και ότι το κλισέ του υπαλλήλου, που είναι απατεώνας και διεφθαρμένος, αντιστοιχεί σε μια μειονότητα των δημοσίων υπαλλήλων».
Καταλήγοντας η συντάκτης θέτει το ερώτημα ποια είναι η μεγαλύτερη επιτυχία του υπουργού, ο οποίος απαντώντας τονίζει ότι «Στην Ελλάδα, εδώ και πέντε χρόνια το όνειρο ενός νέου ήταν να γίνει δημόσιος υπάλληλος γιατί το Δημόσιο έδινε καλύτερες αμοιβές για λιγότερες ώρες εργασίας ενώ μπορούσε να βγει πιο νωρίς στη σύνταξη. Δεν ισχύει πλέον αυτό».
Φωτογραφία της Le Monde
aftodioikisi,gr