Σε Ημερίδα για τον Θεσμό των Ανεξάρτητων Αρχών στην Ελληνική Δημόσια Διοίκηση μίλησε ο Κώστας Τριαντάφυλλος, Βουλευτής Χίου του ΠΑΣΟΚ, την Τετάρτη, 15 Ιανουαρίου, προσκεκλημένος της Ομοσπονδίας Εργαζομένων στις Ανεξάρτητες Αρχές. Ο Βουλευτής, χαρακτηρίζοντας τις Ανεξάρτητες Αρχές ως εκδήλωση της ωρίμανσης της σύγχρονης δημοκρατίας, υπογράμμισε την ιστορικότητα των αποφάσεών τους και τις μάχες που έχει χρειαστεί να δώσουν. Αναφέρθηκε στην ανάγκη αναδιαμόρφωσης των σχέσεων των Ανεξάρτητων Αρχών με την Ελληνική Βουλή, αλλά και στην ενίσχυση του αυτοκαθορισμού και της εξωστρέφειάς τους. Επισημαίνοντας την ιστορική αλήθεια ότι ο συγκεκριμένος Θεσμός δεν είναι ούτε για τους πολλούς ούτε για τους λίγους, αλλά για όλους, ζήτησε ο σχετικός δημόσιος διάλογος να χαρακτηρίζεται από θεσμική ευγένεια, προκειμένου να συμβάλλουμε όλοι στην υγιή ωρίμανση του θεσμού των Ανεξάρτητων Αρχών.
Στη συζήτηση συμμετείχαν Πρόεδροι, Μέλη και Επιστημονικό Προσωπικό των Ανεξάρτητων Αρχών, καθώς και Βουλευτές από τα περισσότερα κοινοβουλευτικά κόμματα.
Ακολουθεί ολόκληρη η ομιλία.
Ομιλία Κώστα Τριαντάφυλλου, Βουλευτή Χίου του ΠΑΣΟΚ
σε Ημερίδα της Ομοσπονδίας Εργαζομένων στις Ανεξάρτητες Αρχές για τον Θεσμό των Ανεξάρτητων Αρχών στην Ελληνική Δημόσια Διοίκηση
Να σας ευχαριστήσω, για την τιμή που μου κάνατε να με προσκαλέσετε να μιλήσω σήμερα στην πραγματικά υψηλού επιπέδου Ημερίδα, που διοργανώνει η Ομοσπονδία Εργαζομένων στις Ανεξάρτητες Αρχές. Ιδιαιτέρως να ευχαριστήσω τον κύριο Καρίμαλη για όλη την προεργασία την οποία έκανε, προκειμένου να έρθουμε σήμερα εδώ, σε μια άψογα διοργανωμένη Ημερίδα.
Θα ξεκινήσω λέγοντας το εξής:
Οι Ανεξάρτητες Αρχές - συνήθως έρχεται κατευθείαν στο μυαλό μας ο Συνήγορος του Πολίτη, Ombudsman - είναι ένας θεσμός ο οποίος δεν έρχεται να καλύψει κενό μόνο στην Ελλάδα. Δεν είναι ένα ελληνικό διοικητικό ή πέρα από τη διοίκηση φαινόμενο. Όπως γνωρίζετε, καλύτερα από μένα, είναι ένα παλιό φαινόμενο, το οποίο έλκει την καταγωγή του στο 1800, όχι σε νεοφιλελεύθερες δομές Κράτους, αλλά σε ένα Σκανδιναβικό μοντέλο, το οποίο κάθε άλλο παρά νεοφιλελεύθερο ήταν ή είναι ακόμη. Το ζήτημα το οποίο καλύπτει ένας τέτοιος θεσμός είναι προφανές, όπως ειπώθηκε από τους προηγούμενους ομιλητές, ότι είναι η προστασία των πολιτών. Όχι των πολλών, ούτε των λίγων, αλλά όλων των πολιτών. Όταν έχουμε να κάνουμε με ατομικά δικαιώματα προστατεύεται το σύνολο των πολιτών, πέρα και έξω από τις όποιες ιδιαιτερότητες ή μειονότητες ή πλειοψηφίες που αυτοί ανήκουν κάθε φορά. Το ζήτημα στο οποίο έρχεται να συμβάλλει ο θεσμός των Ανεξάρτητων Αρχών είναι η διαφάνεια στο Κράτος, είναι η νομιμότητα, η αξιοπιστία, η αποτελεσματικότητα στη διοίκηση.
Είναι, συνεπώς, οι Ανεξάρτητες Αρχές, ένα αποτέλεσμα της ανάπτυξης του κράτους δικαίου. Είναι μία εκδήλωση της ωρίμανσης της σύγχρονης δημοκρατίας. Είναι, αν θέλετε, το αποτέλεσμα της συμβολής της Κοινωνίας των Πολιτών στη διαμόρφωση εξωπολιτικών, εξωκομματικών, ανεξάρτητων διοικητικών δομών. Είναι μια συμβολή στην ελληνική έννομη τάξη, με θετικό πρόσημο στον απολογισμό τους. Θετικό πρόσημο και ιστορικές αποφάσεις. Ιστορικές αποφάσεις οι οποίες χάραξαν πορεία, όχι μόνο για την ελληνική διοίκηση, αλλά για την έννομη τάξη και τα ανθρώπινα δικαιώματα στον τόπο μας. Ιστορικές αποφάσεις που πολλές φορές βρήκαν απέναντι την πλειοψηφία των πολιτών, βρήκαν απέναντι παγιωμένες καταστάσεις, ταμπού και προκαταλήψεις της ελληνικής κοινωνίας. Όμως, οι Ανεξάρτητες Διοικητικές Αρχές έδωσαν μάχες, τις περισσότερες από τις οποίες έχουν ήδη κερδίσει.
Οι θεσμικές σχέσεις των Ανεξάρτητων Αρχών με το Κοινοβούλιο έχουν πολλές εκφάνσεις, οι οποίες, ωστόσο, μπορεί να χρήζουν κάποιας αναδιαμόρφωσης. Η Βουλή διαμορφώνει το νομοθετικό πλαίσιο των Ανεξάρτητων Αρχών, ασκεί την οιονεί διοικητική αρμοδιότητα της επιλογής τους και τις χρησιμοποιεί στο πλαίσιο του κοινοβουλευτικού ελέγχου. Έχουν, πάντως, τον υψηλότερο δυνατό βαθμό διοικητικής, κανονιστικής και δημοσιονομικής ανεξαρτησίας που επιτρέπει η ελληνική έννομη τάξη και έχουν τη δυνατότητα έκδοσης τελικών διοικητικών πράξεων, με τις οποίες ολοκληρώνεται η διοικητική ενέργεια, υποκείμενες, βεβαίως, σε δικαστικό έλεγχο.
Η εξόπλιση των Αρχών με θεσμικές εγγυήσεις, από το Σύνταγμα, από τον εκτελεστικό νόμο, από τον Κανονισμό της Βουλής είναι αυτές που μπορούν να τις κρατάνε όρθιες μπροστά στα μεγάλα πιεστικά συμφέροντα και να έχουν την κατάλληλη, την επιτυχή αντίσταση στη σύνθλιψη από τα διάφορα συγκρουόμενα και μη κοινωνικά συμφέροντα.
Καθώς τα χρόνια από τη θέσπιση και τη συνταγματική κατοχύρωση των Ανεξάρτητων Αρχών προχωράνε, μιλάμε, πλέον, για το πέρασμα από την ενηλικίωσή τους στη θεσμική ωρίμανσή τους, όπως εύστοχα σημείωνε και ο αείμνηστος καθηγητής μου Γεώργιος Παπαδημητρίου, συμπληρώνοντας ότι «ο δρόμος δεν είναι στρωμένος με ρόδα» - αυτό το γνωρίζετε καλύτερα εσείς που εργάζεστε εκεί. «Αν επιθυμούμε» έλεγε, «να ενταχθούν αρμονικά στο πολίτευμά μας, ενστερνιζόμενοι σύγχρονες αντιλήψεις, οφείλουμε να ενισχύσουμε τη λογοδοσία και τον έλεγχο, να αναδιοργανώσουμε ευρηματικά τις σχέσεις τους με τη Βουλή και να εμπεδώσουμε τη θεσμική ευπρέπεια ως βασικό κανόνα για τη στάση και τη συμπεριφορά των πολιτειακών οργάνων και των πολιτικών κομμάτων απέναντί τους».
Μέχρι σήμερα, η πλειοψηφία των Ανεξάρτητων Αρχών φαίνεται να απολαμβάνει του σεβασμού και της εμπιστοσύνης των πολιτών, με βασικό κλειδί αυτής της εμπιστοσύνης το αιτιολογημένο σκεπτικό των αποφάσεων. Αυτές οι αποφάσεις, αυτά τα πορίσματα των Ανεξάρτητων Αρχών, θα πρέπει να τύχουν καλύτερης αξιοποίησης από την Πολιτεία. Το να παραμένουν καταχωνιασμένα σε συρτάρια ή αναρτημένα σε μια σελίδα δεν προσφέρει κάτι επιπλέον στην εξέλιξη των θεσμών μας, ούτε στη δημόσια διοίκηση, ούτε στην άσκηση πολιτικής εξουσίας. Δεν προσφέρει κάτι στη δημόσια ζωή. Πρέπει αυτά τα πορίσματα να γίνουν φάροι, να γίνουν γνώμονες επί των οποίων θα χαραχτούν νέες πολιτικές και νέες αντιλήψεις. Να μην υπάρχουν σκιές αναποτελεσματικότητας, να μην υπάρχουν σκιές απαξίωσης των θεσμών αυτών, διότι σήμερα, υπό τις παρούσες συνθήκες της κρίσης, η κοινωνία είναι πιο αυστηρή από παλιά.
Ένα σοβαρό θέμα που έχει απασχολήσει τόσο τη δημόσια συζήτηση όσο και τα δικαστήρια της χώρας είναι η παράταση της θητείας των μελών των Ανεξάρτητων Αρχών για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο από το οριζόμενο στο Σύνταγμα. Η Ολομέλεια του Συμβουλίου της Επικρατείας, όπως γνωρίζετε, έχει αποφανθεί ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση η Αρχή δεν διαθέτει νόμιμη σύνθεση. Φυσικά υπήρξε και η αντίθετη άποψη της μειοψηφίας. Ακόμη, η Ολομέλεια του Ανωτάτου Ακυρωτικού Δικαστηρίου, επισημαίνει στην απόφασή της ότι η ρύθμιση του ν. 3979/2011, που επιτρέπει αυτοδίκαιη παράταση της θητείας των μελών του Ε.Σ.Ρ. για μία ακόμη τετραετία, ήτοι για χρονικό διάστημα που σε κάθε περίπτωση υπερβαίνει τον ανεκτό, κατά το άρθρο 101Α του Συντάγματος, εύλογο χρόνο, είναι ανίσχυρη ως αντιβαίνουσα στην εν λόγω συνταγματική διάταξη. Σημειώνεται ότι και για τη ρύθμιση του άρθρου 57 εξέφρασαν και πάλι αντίθετη γνώμη δώδεκα μέλη του δικαστηρίου.
Θα έρθω να προσθέσω, χωρίς δογματισμούς, ότι η όποια παράταση της θητείας έρχεται να προσκρούσει στον πυρήνα του θεσμού που είναι η ανεξαρτησία. Εδώ, όμως, είναι ένα κρίσιμο ζήτημα για τα πολιτικά κόμματα, ένα κρίσιμο ζήτημα για το κοινοβουλευτικό μας σύστημα: Κατά πόσο θα μπορέσουμε - στις παρούσες συνθήκες που όλοι γνωρίζετε ποιες είναι – να επιτύχουμε, όχι μόνο σε οικονομικό επίπεδο, αλλά και σε πολιτικό επίπεδο τις συναινέσεις εκείνες στις επιλογές των προσώπων που έχουν τα κριτήρια του εγνωσμένου κύρους, ούτως ώστε να μην απαξιωθεί ο θεσμός των Ανεξάρτητων Αρχών. Ο βασικότερος κίνδυνος που διατρέχει αυτή τη στιγμή, αυτός ο θεσμός, αυτό το ολοκληρωμένο σύστημα των Ανεξάρτητων Διοικητικών Αρχών, είναι να απαξιωθεί από τα έξω, να απαξιωθεί, δηλαδή, από την έλλειψη συναίνεσης και επομένως απόφασης από το Κοινοβούλιο για την επιλογή των προσώπων που θα πληρούν τα προσόντα, που ορίζει το Σύνταγμα και ο Νόμος.
Υπάρχουν, βέβαια, και άλλα βήματα που πρέπει να γίνουν, όπως συνάγεται από τον μέχρι σήμερα απολογισμό. Οι ίδιες οι Αρχές πρέπει να κατοχυρώσουν την αυτοπροστασία τους. Πρέπει, δηλαδή, να εγκαθιδρύσουν στο εσωτερικό τους κανονισμούς, κανόνες, αν θέλετε δεοντολογία, που να μην επιτρέπει να υπάρχει οποιαδήποτε σκιά απαξίωσης ή αναποτελεσματικότητας, χρονικής καθυστέρησης ή και αδυναμία εκπλήρωσης των θεσμικών αρμοδιοτήτων τους. Ούτως ώστε να υπάρξει άρτια και καθοριστική συμβολή τους σε κάθε στάδιο που έχει ανάγκη αυτή τη στιγμή η ελληνική πολιτεία, έχει ανάγκη η ελληνική κοινωνία. Κυρίως, όμως, θα πρέπει να γίνουν πιο εξωστρεφείς, να απευθυνθούν δυναμικά προς τους πολίτες, να αναδείξουν, δηλαδή, οι Ανεξάρτητες Αρχές το έργο και το ρόλο τους. Σε αυτό το μονοπάτι πρέπει η Βουλή των Ελλήνων να σταθεί αρωγός. Πάντα διακριτικά και ποτέ εμπλεκόμενη στο ανεξάρτητο έργο.
Ωστόσο, η εξωστρέφεια συνοδεύεται και από μεγαλύτερη δεκτικότητα των ίδιων των Αρχών στην απολογιστική αξιολόγηση του έργου τους, τόσο από τη θεσμική έκφραση της κοινωνίας, δηλαδή τη Βουλή, όσο και από αυτή καθεαυτή την κοινωνία, κρατώντας ανοικτούς διαύλους επικοινωνίας με οργανώσεις της Κοινωνίας των Πολιτών και την ίδια την κοινωνία μέσω του διαδικτύου. Έτσι θα οικοδομηθεί, περαιτέρω, μια διαλεκτική σχέση εμπιστοσύνης με τους πολίτες.
Ο κοινοβουλευτικός έλεγχος πρέπει να γίνει πιο ουσιαστικός, αξιολογώντας την αποτελεσματικότητα των Αρχών, με χρήση, όμως, συγκεκριμένων κριτηρίων, σεβόμενοι πάντα στο έπακρο την ιδιαιτερότητα της φύσης και της αποστολής των Ανεξάρτητων Αρχών και επιδεικνύοντας, ως Βουλή των Ελλήνων, την απαιτούμενη αυτοσυγκράτηση. Οι έννοιες της ανεξαρτησίας και της λογοδοσίας δεν συγκρούονται, αλλά - έτσι τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι – αλληλοσυμπληρώνονται. Οι Ανεξάρτητες Αρχές, ως δημόσιες αρχές, οφείλουν να λογοδοτούν για το έργο, τις πράξεις ή τις παραλείψεις τους, ώστε να μην υπάρχει καμία υπόνοια ότι υπεκφεύγουν του δημοσίου ελέγχου, κάτι που θα ήταν αδιανόητο για μια δημοκρατική Πολιτεία.
Λογοδοσία και έλεγχος δεν πρέπει, σε καμία περίπτωση, να εκτρέπονται προς κατευθύνσεις που θα ήταν δυνατόν να οδηγήσουν στη διάβρωση και την υπονόμευση της συνταγματικά εγγυημένης ανεξαρτησίας των Αρχών. Αυτό δεν είναι αντίθετο, ωστόσο, με την υποβολή σχεδίων δράσεων και απολογισμών που θα αναφέρονται σε αιτιολογημένες παρεμβάσεις, καθώς και σε ανάλυση του αναμενόμενου αποτελέσματος με όρους κόστους-ωφέλειας. Η ολική αποτίμηση της ετήσιας δράσης των Ανεξάρτητων Αρχών επιβάλλει μία σε βάθος συζήτηση στη Βουλή των Ελλήνων για τις επιλογές, τις πρακτικές, τις δυσκολίες, τις δυσλειτουργίες και τα προβλήματα που αντιμετωπίζουν. Μια -για πρώτη φορά δηλαδή- ουσιαστική συζήτηση για κάθε Ανεξάρτητη Αρχή, που θα συμβάλλει στην από εδώ και πέρα πορεία της.
Θεωρώ τελικά, ότι η Βουλή πρέπει να είναι ο φυσικός υποστηρικτής του έργου των Ανεξάρτητων Αρχών. Η εποπτεία από μεμονωμένα Κυβερνητικά πρόσωπα δεν συνάδει, εκτιμώ, με τη φύση της Ανεξάρτητης Αρχής.
Θα πρέπει, ακόμα, να επιμείνουμε ακόμα περισσότερο στη δημοσιοποίηση των αποφάσεων καθώς και στην έγκαιρη ενημέρωση όσων τους αφορούν. Φυσικά, οι αποφάσεις των Αρχών, όπως όλοι μας εξάλλου, υπόκεινται στον έλεγχο της δημόσιας γνώμης. Εκεί - καθώς είναι αντιληπτό ότι οι αποφάσεις δεν μπορεί να είναι πάντα ευάρεστες και ευνόητες - οι Αρχές με τη σοβαρότητα και τον αυτοκαθορισμό τους, οφείλουν να επεξηγούν και να υπερασπίζονται των αποφάσεών τους.
Τέλος, ο δημόσιος διάλογος πρέπει να χαρακτηρίζεται από την αρμόζουσα θεσμική ευγένεια και η όποια κριτική ασκείται σε μια Ανεξάρτητη Αρχή για πράξεις ή παραλείψεις της πρέπει να ακολουθεί ορισμένους βασικούς κανόνες. Πρέπει να αποφεύγονται πρακτικές που μπορεί να δημιουργούν εντυπώσεις ότι η Κυβέρνηση ή ένα πολιτικό κόμμα αμφισβητεί την ανεξαρτησία των Αρχών. Πρέπει, δηλαδή, να συμβάλλουμε όλοι στην υγιή ωρίμανση του θεσμού των Ανεξάρτητων Αρχών.