Η πρακτική της
«διαβούλευσης» σε ό,τι αφορά το νέο κανονισμό του ΕΟΠΥΥ δεν μας εκφράζει ως
Περιφερειακή Ομοσπονδία Β. Αιγαίου ΑμεΑ, γιατί:
1. Κινείται στη λογική της εκάστοτε κυβέρνησης που φέρνει μια αντιλαϊκή
ρύθμιση, ένα νόμο κλπ και ψάχνει για συνενόχους.
2. Καλλιεργεί την επικίνδυνη για τα ΑμεΑ άποψη ότι μπορεί και με τη δική
τους συμμετοχή να «βελτιωθεί» ένας νόμος, που από τη φύση και τη βάση του είναι
ενάντια στα συμφέροντά τους.
3. Μπορεί να οδηγήσει στην επικίνδυνη εξέλιξη κάποιων «μικροαλλαγών» που
παρουσιάζονται και ως «νίκες» του αναπηρικού κινήματος ενώ στην ουσία προχωρά
αυτή η πολιτική, πολιτική που κινείται στις αποφάσεις της ΕΕ με κεντρική φιλοσοφία
την εμπορευματοποίηση της υγείας, της ανταγωνιστικότητας.
Η ΕΣΑμεΑ δεν πρέπει να συνεχίσει σε αυτή την πρακτική
γιατί δεν βοηθάει του Συλλόγους. Χρειάζεται να εκφράζει ανοικτά την αντίθεσή
της σε αυτά τα σχέδια χωρίς να αφήνει την παραμικρή χαραμάδα να «μπαίνουν στο
τραπέζι για συζήτηση». Έχουμε εμπειρία από «κοινωνικούς διαλόγους» και στο
ασφαλιστικό και αλλού που το μόνο αποτέλεσμα που είχαν ήταν να γίνεται συνένοχο
και συμμέτοχο το συνδικαλιστικό κίνημα στη σφαγή των εργαζομένων.
Εξηγώντας την παραπάνω θέση δηλώνουμε σχετικά με την
υπουργική απόφαση (ΦΕΚ Β' 2243/2014), που δημοσιεύτηκε στις της 18 Αυγούστου
2014 εντάσσεται στην πολιτική περικοπών στις δημόσιες δαπάνες υγείας. Η πρόληψη μπαίνει στην προκρούστεια κλίνη των «κατευθυντήριων
οδηγιών» και του νέου κανονισμού ΕΟΠΥΥ - Ενισχύεται η πολιτική παροχών στη βάση
του «κόστους - οφέλους». Η κυβέρνηση και η διοίκηση του ΕΟΠΥΥ σκοπεύουν να
ενσωματώσουν το γράμμα και το πνεύμα αυτών των «κατευθυντήριων γραμμών» στον
υπό διαβούλευση νέο κανονισμό του ΕΟΠΥΥ.
Συγκεκριμένα, σ' αυτόν προστίθεται
η φράση: «Με
απόφαση του ΔΣ, ο Οργανισμός δύναται να υιοθετεί πρωτόκολλα προσυμπτωματικού
ελέγχου σύμφωνα με τις διεθνείς κατευθυντήριες οδηγίες, ανάλογα με το φύλο, την
ηλικία, το οικογενειακό και ατομικό ιατρικό ιστορικό του ατόμου».
Και αμέσως μετά, στο κεφάλαιο «Διαγνωστικές εξετάσεις - Ιατρικές Πράξεις»
προστίθεται: «Απαραίτητη προϋπόθεση για την αποζημίωση κάθε εξέτασης, στους
συμβεβλημένους παρόχους Υγείας, είναι η συμβατότητα αυτής με τα διαγνωστικά
πρωτόκολλα».
Οι
«κατευθυντήριες οδηγίες» είναι κομμάτι της γενικότερης κατεύθυνσης της
σημερινής και των προηγούμενων κυβερνήσεων, αλλά και της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για μείωση του μη μισθολογικού «κόστους»
των εργαζομένων και ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, μέσω των δραστικών
περικοπών, των κρατικών και ασφαλιστικών δαπανών σε Υγεία - Πρόνοια - Φάρμακο.
Σύμφωνα με αυτές τις «κατευθυντήριες οδηγίες» για ιατρικές
- εργαστηριακές εξετάσεις, αυστηροποιούνται
οι όροι και οι προϋποθέσεις (ηλικιακά όρια, συχνότητα εξετάσεων, κατάσταση της
υγείας), σε σχέση ακόμη και με τον κουτσουρεμένο Κανονισμό Παροχών του ΕΟΠΥΥ
που ισχύει σήμερα (βλέπε παραδείγματα).
Η
αλήθεια βρίσκεται αλλού. Την είπε ο υπουργός Υγείας, Μάκης Βορίδης,
σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε στις 9/9/2014: «Έπρεπε και έχει νόημα
μια παρέμβαση αυτού του τύπου σε ό,τι αφορά τη δαπάνη. Θα σας δώσω τάξη
μεγέθους (...) της δαπάνης στις διαγνωστικές εξετάσεις (...) Το 2014 στο Α'
εξάμηνο έχει δαπανηθεί το σύνολο του προβλεπόμενου ποσού για το χρόνο. Από τα
323 εκατ. που ήταν η ετήσια δαπάνη έχουμε μια υπέρβαση που είναι αυτή τη στιγμή
πάνω από τα 340 εκατ. Εάν δεν υπάρξει παρέμβαση, η δαπάνη αυτή θα κατέληγε στα
700 εκατ.». Επιπλέον, θύμισε πως «ο ΕΟΠΥΥ έχει κλειστό προϋπολογισμό.
Είτε 700 εκατ. ευρώ είναι η δαπάνη, είτε 800 εκατ. είναι η δαπάνη, είτε 350
εκατ. είναι η δαπάνη, ο ΕΟΠΥΥ θα πληρώσει τον κλειστό του προϋπολογισμό, τα 323
εκατ.». Επομένως, τα υπόλοιπα θα πληρωθούν έτσι ή αλλιώς απευθείας από τις
τσέπες των ασφαλισμένων.
Οι
περικοπές εξειδικεύονται και αποσκοπούν να αντιστοιχίσουν τις παροχές στα όρια
του πετσοκομμένου «κλειστού» προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ και θα γίνουν είτε με τον
έναν είτε με τον άλλον τρόπο: Με οριζόντια πλαφόν, με πλαφόν ανά ειδικότητα
γιατρού, με πληθυσμιακά κριτήρια. Τα θεραπευτικά, διαγνωστικά, φαρμακευτικά
πρωτόκολλα αξιοποιούνται ως εργαλεία με επιστημονικό περίβλημα για την προώθηση
αυτής της αντιλαϊκής πολιτικής.
Με βάση
τις «κατευθυντήριες οδηγίες», ένας γιατρός δε θα μπορεί να συνταγογραφήσει μια
εξέταση. Ενδεχομένως με βάση τα στοιχεία του ΑΜΚΑ (ηλικία - φύλο, προηγούμενη
συχνότητα πραγματοποίησης της εξέτασης), να «κλειδώνει» το ηλεκτρονικό σύστημα
και να απορρίπτει τη συνταγογράφηση. Ακόμα και ορισμένα περιθώρια να έχει ο
γιατρός, θα το «σκέφτεται» πολλές φορές παίρνοντας υπόψη τους ενδεχόμενους
ελέγχους.
Αλλά και
αυτά να ξεπεραστούν με κάποιο τρόπο, υπάρχει το επόμενο «ανάχωμα» με τα
περιοριστικά όρια του κλειστού προϋπολογισμού του ΕΟΠΥΥ, τα οποία δεν αφορούν
μόνο τις διαγνωστικές εξετάσεις στον ιδιωτικό τομέα, αλλά και στο Δημόσιο, αφού
ο ΕΟΠΥΥ από τον ίδιο πετσοκομμένο προϋπολογισμό και με τον ίδιο κανονισμό
παροχών, αγοράζει υπηρεσίες από τους επιχειρηματίες της Υγείας και από τις
εμπορευματοποιημένες δημόσιες μονάδες Υγείας.
Παρ' όλα
αυτά, εάν ο γιατρός θεωρεί απαραίτητη μια εξέταση και τη συστήσει στον ασθενή,
ο ασθενής τι θα κάνει; Το πιο πιθανό είναι να την κάνει εκτός αποζημίωσης του
ΕΟΠΥΥ και να την πληρώσει ο ίδιος.
Ορισμένα
χαρακτηριστικά παραδείγματα προληπτικών εξετάσεων που αναφέρονται στις
«κατευθυντήριες οδηγίες» και στον ισχύοντα κανονισμό του ΕΟΠΥΥ είναι:
- ΡSA με δακτυλική εξέταση (εξέταση για πρώιμη διάγνωση
του καρκίνου του προστάτη): Στον κανονισμό του ΕΟΠΥΥ προβλέπεται στην
ηλικία από 50 έως 60 κάθε 2 χρόνια και στην ηλικία πάνω από τα 60 κάθε ένα
χρόνο. Δεν θέτει άλλους περιορισμούς. Στις «κατευθυντήριες οδηγίες»
προβλέπεται η ηλικία έναρξης της εξέτασης τα 50 - όπως και πριν - αλλά
θέτει όριο μέχρι την ηλικία των 75 και συσχετίζει τη συχνότητα της
εξέτασης (κάθε 1 ή 2 χρόνια ) με την τιμή του PSA. Αποκλείει σε κάθε
περίπτωση τις ηλικίες κάτω των 40 και άνω των 75 καθώς και όταν
συνυπάρχουν άλλες βαριές ασθένειες με προσδόκιμο επιβίωσης μικρότερο των
10 ετών. Επεκτείνει την εξέταση στις ηλικιακές ομάδες 40 - 50 ανάλογα με
την ύπαρξη συγγενούς που προσβλήθηκε από καρκίνο του προστάτη σε ηλικία
μικρότερη των 65 χρόνων.
- Δοκιμασία τραχηλικού
επιχρίσματος κατά Παπανικολάου (Test PAP). Στον κανονισμό του ΕΟΠΥΥ προβλέπεται
εξέταση κάθε χρόνο από την ηλικία έναρξης της ενεργού σεξουαλικής ζωής.
Δεν θέτει άλλους περιορισμούς. Στις «κατευθυντήριες οδηγίες» προβλέπεται
στην ηλικιακή ομάδα από 21 έως 65 κάθε 3 χρόνια. Αποκλείει τις γυναίκες
κάτω των 21 και άνω των 65 που - οι δεύτερες - έχουν τις 3 τελευταίες
κυτταρολογικές εξετάσεις αρνητικές. Προβλέπει «τακτικό έλεγχο» σε
περιπτώσεις δυσπλασιών, αδενοκαρκινωμάτων για 20 χρόνια χωρίς να εξαιρεί
τις άνω των 65.
- Πρόληψη καρκίνου του μαστού. Στον κανονισμό του ΕΟΠΥΥ
προβλέπεται 1 μαστογραφία κάθε 2 χρόνια στην ηλικιακή ομάδα από 40 - 50
και 1 μαστογραφία κάθε χρόνο μετά τα 50 χρόνια χωρίς να θέτει ηλικιακή
«οροφή». Επίσης, 1 μαστογραφία κάθε χρόνο μετά τα 35 για τις ομάδες
«υψηλού κινδύνου». Δεν θέτει άλλους περιορισμούς. Στις «κατευθυντήριες
οδηγίες» προβλέπεται 1 μαστογραφία κάθε χρόνο μετά τα 40 και για όσο
διάστημα δεν πάσχουν από βαρέα χρόνια νοσήματα. Προβλέπεται επίσης κλινική
εξέταση μαστού στην ηλικιακή ομάδα 20 - 40 ετών κάθε 3 χρόνια (δεν
προβλεπόταν στον κανονισμό του ΕΟΠΥΥ) και μετά τα 40 κάθε 1 χρόνο.
Υπερηχογράφημα και μαγνητική τομογραφία «ως εργαλείο γενικού πληθυσμιακού
ελέγχου» δεν προβλέπονται στον κανονισμό του ΕΟΠΥΥ, ούτε και στις
«κατευθυντήριες οδηγίες». Προβλέπονται μόνο σε περιπτώσεις
διαφοροδιάγνωσης (υπερηχογράφημα), σε παθολογικά ευρήματα της μαστογραφίας
και σε ομάδες «υψηλού κινδύνου» (μαγνητική τομογραφία).
Και στις
τρεις περιπτώσεις αυστηροποιούνται οι όροι και οι προϋποθέσεις των
συγκεκριμένων προληπτικών εξετάσεων σε σχέση με πριν. Υποχωρεί ακόμα
περισσότερο το κριτήριο της πρόληψης, δηλαδή του ελέγχου των υγιών ανθρώπων
πριν αρρωστήσουν και ενισχύεται το κριτήριο του ελέγχου εκεί που στατιστικά
υπάρχει μεγαλύτερος αριθμός του πληθυσμού με κίνδυνο να νοσήσουν ή και να έχουν
ήδη νοσήσει.
Αυτό
απορρέει από την πολιτική παροχών στη βάση του «κόστους - οφέλους». Δηλαδή, το
κόστος για την οργάνωση και πραγματοποίηση προληπτικού ελέγχου σε μία ηλικιακή
ομάδα υγιών ανθρώπων θεωρείται μεγάλο σε σχέση με τον αριθμό των ανθρώπων που
αναμένεται να διαγνωσθεί πρόβλημα (όφελος). Αυτό από μόνο του δημιουργεί τις
προϋποθέσεις μη έγκαιρης διάγνωσης και έγκαιρων προληπτικών μέτρων, συνεπώς
αύξηση της πιθανότητας πρώτα να εμφανισθεί η νόσος και μετά να αντιμετωπιστεί,
φυσικά με πιο δύσκολους όρους.
«Κορόνα - γράμματα»
η υγεία και η ζωή
Τι μπορεί να σημαίνει η ηλικία των 21 για έναρξη του
PAP TEST, όταν η έναρξη της ενεργού σεξουαλικής ζωής είναι σε μικρότερη ηλικία;
Αυτή η οδηγία στηρίζεται στις μικρότερες πιθανότητες να «ωριμάσει» μια βλάβη σε
αυτές τις ηλικίες. Με μια έννοια, το παίζουν «κορόνα - γράμματα», πράγμα
ανεπίτρεπτο ακόμα και αν αφορά την έγκαιρη διάγνωση μιας βλάβης σε ένα μικρό
αριθμό νέων γυναικών.
Τι σημαίνει ότι κάποιος που πάσχει
από σοβαρή ασθένεια,
με προσδόκιμο ζωής κάτω των 10 ετών, δεν έχει αξία να ελέγξει πιθανό καρκίνο
του προστάτη, γιατί έτσι κι αλλιώς θα πεθάνει από άλλη νόσο; Τι σημαίνει ότι
μια γυναίκα θα κάνει μια μαστογραφία κάθε χρόνο μετά τα 40 και για όσο διάστημα
δε θα πάσχει από κάποιο «βαρύ» χρόνιο νόσημα;
Δηλαδή, ποια «επιστήμη» πιστοποιεί
ότι μια γυναίκα με βαρύ χρόνιο νόσημα προστατεύεται από τον καρκίνο του μαστού
και άρα δε χρειάζεται έλεγχο; Αυτό αντανακλά επικίνδυνη αντίληψη που μπορεί να
μετουσιωθεί σε γενικευμένη πρακτική στην αντιμετώπιση των ασθενών. Π.χ., γιατί
να πάρει «καινοτόμο - ακριβό φάρμακο» αφού είναι «τελειωμένος»;
Άλλο παράδειγμα: Τα ανευρύσματα αναφέρονται ως
«σιωπηλοί δολοφόνοι» διότι «δίνουν» εμφανή στοιχεία σε σχετικά προχωρημένο
στάδιο και με υψηλό ποσοστό θανάτων. Δίνεται η αίσθηση μιας «αντικειμενικής
πραγματικότητας» και στην προέκτασή της ότι «έτσι έχουν τα πράγματα». Λέγεται
ότι συνήθως το ανεύρυσμα αποτελεί τυχαίο εύρημα όταν κάποιος εξετάζεται για
άλλη πάθηση.
Μπορεί αυτό να γίνει αποδεκτό,
παίρνοντας υπόψη τις δυνατότητες της ιατρικής τεχνολογίας, των προληπτικών
εξετάσεων που μπορούν να γίνουν γενικευμένα στον πληθυσμό με βάση τις οποίες θα
διαγνωσθούν έγκαιρα τα άτομα που θα χρειαστούν συστηματική παρακολούθηση;
Για να
ντύσει με επιστημονικό μανδύα τους νέους περιορισμούς, ο υπουργός Υγείας είπε
ακόμα σε ραδιοφωνική του συνέντευξη: «Πρόληψη μεν ναι, αλλά σύμφωνα με τα
επιστημονικώς παραδεδεγμένα». Δε χωράει αμφιβολία ότι οι μελέτες και η
διεθνής πρακτική έχουν τη σημασία τους. Αυτό όμως δεν αναιρεί το γεγονός ότι σ'
αυτές και κυρίως στην ερμηνεία και την εφαρμογή τους υπάρχει η επίδραση των
αρχών που διέπουν την ανάπτυξη του καπιταλιστικού συστήματος.
Για
παράδειγμα, πώς συμβαίνει πάντα μετά την εφαρμογή των «επιστημονικώς
παραδεδεγμένων» οι λαϊκές οικογένειες να «δικαιούνται» όλο και λιγότερες
υπηρεσίες Υγείας, όπως επίσης να βγαίνουν και με πιο ξαλαφρωμένες τσέπες για
την αγορά τους; Ο υπουργός βάζει μπροστά την «επιστημονική κοινότητα»
προκειμένου να καλυφθεί η πολιτική κατεύθυνση των μέτρων. Κυρίως στηρίζεται στο
μέρος εκείνο της «επιστημονικής κοινότητας», το οποίο θέτει τη γνώση στην
υπηρεσία των επιχειρηματικών ομίλων και του κράτους τους, που βρίσκονται στο
ίδιο πολιτικό μήκος κύματος.
Δηλαδή,
η ταξικότητα του συστήματος δεν αφήνει απέξω την επιστήμη και τους επιστήμονες.
Επιδρά, διαμορφώνει σκέψη και πρακτική στην εφαρμογή της. Για παράδειγμα, η
έρευνα στο φάρμακο χρηματοδοτείται σήμερα κατά βάση από τις μεγάλες
φαρμακευτικές εταιρείες, που οικειοποιούνται και τα αποτελέσματά της. Ομως, τα
μονοπώλια αυτά εμπορεύονται το φάρμακο με σκοπό το κέρδος και εκεί κατευθύνουν
- υποτάσσουν την έρευνα, αλλοιώνοντας σε πολλές περιπτώσεις τα αμιγώς
επιστημονικά κριτήρια με τα οποία πρέπει να γίνεται.
Τι πρέπει να γίνει;
Αυτό που
χρειάζεται σήμερα, είναι σύγκρουση με τη θεωρία του «κόστους - οφέλους». Οι
υγειονομικοί, οι επιστήμονες, οι ασθενείς, οι ασφαλισμένοι, όλος ο λαός, να
αντιπαραθέσουν το «κοινωνικά αναγκαίο», που στις σημερινές συνθήκες έρχεται σε
αντίθεση με το χαρακτήρα της καπιταλιστικής ανάπτυξης, η οποία απαιτεί
«φθηνότερους» εργαζόμενους και παροχές στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη τόσες,
όσες απαιτούνται ίσα ίσα για να είναι εκμεταλλεύσιμοι από το κεφάλαιο.
Μ’ αυτό
το κριτήριο, για το κεφάλαιο και το κράτος του αποτελεί ανεπίτρεπτη σπατάλη να
δίνονται ποσά για την ανάπτυξη υποδομών, τη στελέχωση και τον εξοπλισμό τους
που να αφορούν την πρόληψη, δηλαδή πριν απ' όλα υπηρεσίες προς τους υγιείς. Αυτό το σύστημα, που στηρίζει την ανάπτυξή
του στην επιδείνωση όλων των όρων ζωής της λαϊκής οικογένειας, που επιδεινώνει
και καταστρέφει την υγεία τους, εάν έπαιρνε μέτρα πρόληψης για να εξαλειφθούν
όλοι αυτοί οι βλαπτικοί παράγοντες, θα ερχόταν σε αντίθεση με την ίδια την
ύπαρξή του.
ΜΕ ΕΚΤΙΜΗΣΗ