Πρός
τόν Ἱερόν Κλῆρον
καί τόν εὐσεβῆ λαόν
τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἱερᾶς Μητροπόλεως
«Χρίων ὡς Θεός ἑαυτόν ὡς ἄνθρωπον»
(Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός)
Ἀγαπητὰ
ἐν Χριστῷ παιδιὰ μου!
Ἀπὸ τοὺς ἀρχαίους χρόνους ὁ κόσμος
ἔθετε στὸ κέντρο τοῦ ἐνδιαφέροντός του τὸν ἄνθρωπο. Τὸν ἡρωϊσμὸ
του ὕμνησε ἡ ἐπικὴ ποίηση, τὴν σοφία του μελέτησε ὁ φιλοσοφικὸς
στοχασμός, τὰ γεγονότα τῆς ζωῆς του περιέγραψε ἡ ἱστορικὴ ἀφήγηση,
τὸ κάλλος του ἐξέφρασε ἡ αἰσθητικὴ τέχνη. Ἔτσι διαμορφώθηκε ἕνας
ὑψηλὸς ἀνθρωπισμὸς, ὁ ὁποῖος ὅμως δὲν ἐπέτυχε νὰ γεφυρώσει τὴν χαοτικὴ
ἀπόσταση μεταξύ τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ ἀνθρώπου.
Τὸ διάστημα αὐτὸ γιὰ πρώτη καὶ
μοναδικὴ φορὰ στὴν ἱστορία ἐκάλυψε, ἐγεφύρωσε ὁ ἴδιος ὁ Θεός,
μὲ τὸ δικό του θέλημα, μὲ τὴν δική του πρωτοβουλία, μὲ τὴν ἐνανθρώπιση
τοῦ Υἱοῦ καὶ Λόγου Θεοῦ.
Τὴν ἡμέρα τῶν Χριστουγέννων γεννιέται
ὁ Θεάνθρωπος καὶ μαζὶ ἀνατέλλει ὁ νέος ἀνθρωπισμός, ὁ θεανθρωπισμός. Τὸ κήρυγμα τῶν
προφητῶν, ὁ στοχασμὸς τῶν φιλοσόφων, ἡ προσδοκία τῶν ἁπλῶν ἀνθρώπων,
μέσῳ τῶν αἰώνων, γίνεται πραγματικότης. «Ὁ Λόγος σὰρξ ἐγένετο καὶ ἐσκήνωσεν ἐν ἡμῖν». Ὁ Θεὸς σκηνώνει
ἀνάμεσα στοὺς ἀνθρώπους. Σκηνὴ τοῦ Θεοῦ γίνεται ἡ ἀνθρώπινη φύση,
σκηνὴ τοῦ Κτίστη τὸ κτίσμα Του, σκηνὴ τοῦ Δημιουργοῦ τὸ δημιούργημά
Του. Τὰ ἔργα τῶν χειρῶν Του δὲν τὰ παρεῖδε.
Γιὰ πρώτη φόρα στὴν ἱστορία αἴρεται
ἡ ἀπόλυτη μοναξιὰ τοῦ ἀνθρώπου, μοναξιὰ, ποὺ προέρχεται ἀπὸ τὴν ἀπουσία
τοῦ Θεοῦ. Κύριο χαρακτηριστικό τοῦ νέου ἀνθρώπου εἶναι ὅτι ἀποκαθιστᾶ
τὸν ἄνθρωπο στὴν υἱική του σχέση μὲ τὸν Θεὸ Πατέρα, ὥστε νὰ λειτουργεῖ
κατὰ τὴν ἀληθινή του φύση ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Εἰκόνα ποὺ, ὅταν αὐτονομεῖται,
χωρίζεται ἀπὸ τὸ θεῖο Ἀρχέτυπό Της, ἀμαυρώνεται.
Ὁ Ἰησοῦς Χριστός, ἡ ἀληθινὴ εἰκόνα
τοῦ Θεοῦ Πατρὸς, ἐπιστρέφει τὸν ἄνθρωπο στὴν «κατ'εἰκόνα Θεοῦ» φύση του. Τώρα στὸν νέο ἐν Χριστῷ ἄνθρωπο
ἀποκαθίσταται τὸ ἀρχαῖο κάλλος τῆς εἰκόνος τοῦ Θεοῦ. Ὁ ἄνθρωπος εὑρίσκει
τὸ νόημα τῆς ζωῆς του, τὴν δικαίωσή του, τὴν λύτρωσή του, τὴν θεραπεία
του, τό τέλος του, στὴν κοινωνία του μὲ τὸν Θεὸ καὶ στὴν ἀναφορά Του
στὸν Δημιουργὸ καὶ Πατέρα Του.
Ὁ ἐνανθρωπήσας Θεὸς δέν ἀπέρριψε
τὸν ἄνθρωπο. Τὸν ἐπῆρε πάνω Του, τὸν προσέλαβε γιὰ νὰ τὸν θεραπεύσει,
νὰ τὸν ἀναστήσει, νὰ τὸν κάνει ὄχι μόνο ἠθικώτερο ἢ καλύτερο, ἀλλὰ
θεὸ κατὰ Χάριν.
Καί ὁ Ὀρθόδοξος θεανθρωπισμὸς
δὲν ἀπέρριψε ὁλοκληρωτικὰ τὸν ἀρχαιοελληνικό ἀνθρωπισμό. Τὸν προσέλαβε,
τὸν καθάρισε ἀπὸ τὸν παγανισμὸ καὶ τὸν μεταμόρφωσε.
Σήμερα μποροῦμε νὰ μιλᾶμε γιὰ ἑλληνορθόδοξο θεανθρωπισμὸ,
ποὺ ἀποτελεῖ τὴν δική μας παράδοση καὶ κληρονομιά: Ὁ ἄνθρωπος ἔχει
ὑπέρτατη ἀξία ἐπειδὴ εἶναι εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἡ ἐλευθερία τοῦ ἀνθρώπου
δὲν εὑρίσκεται στὸν ἐγωισμό, ἀλλὰ στὴν ἀγάπη. Στὴν κοινωνία τῆς Ἐκκλησίας
πραγματοποιεῖται ἡ ἀληθινὴ κοινωνία τῶν προσώπων, κοινωνία θεανθρώπινη.
Ἡ προσωπικὴ συνείδηση ἔχει προτεραιότητα ἔναντι κάθε κρατικῆς
ἢ κομματικῆς ἢ ὁλοκληρωτικῆς ἰδεολογίας καὶ βίας.
Ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας εἶναι
τὸ θησαυροφυλάκιο καὶ τὸ ἐργαστήριο ποὺ διασῴζει καὶ ἀναπλάσσει
τὸν μοναδικὸ αὐτὸν θεανθρωπισμό. Καρπὸς τοῦ θεανθρωπισμοῦ εἶναι
οἱ Ἅγιοι τῆς Ἐκκλησίας μας, ὁ ὀρθόδοξος βυζαντινὸς πολιτισμός, τὸ
μεγαλειῶδες ἱεραποστολικὸ καὶ ἐκπολιτιστικὸ ἔργο τῆς βυζαντινῆς
Ἐκκλησίας καὶ Πολιτείας στοὺς Σλάβους καὶ σὲ ἄλλους λαούς, ἡ ἀνεπανάληπτη
ἐκκλησιαστικὴ βυζαντινὴ Τέχνη, τὸ τεράστιο κοινωνικὸ καὶ φιλανθρωπικὸ
ἔργο τῆς Ἐκκλησίας, ὁ ἐξανθρωπισμός τοῦ δικαίου, ὁ Ἑλληνορθόδοξος
κοινοτισμός τῆς Τουρκοκρατίας, ἡ συμβολὴ στὴν ἀνάπτυξη τῆς ἀληθινῆς
παιδείας, ὁ ἀθωνικός μοναχισμός, ἡ ἐθνεγερσία τοῦ 1821. Αὐτὸν τὸν
θεανθρωπισμὸ ἀμφισβητεῖ σήμερα καὶ προσπαθεῖ νὰ περιορίσει καὶ
νά ἐξοβελίσει ἀπὸ τὸν τόπο μας ἕνας ἄλλος «ἀνθρωπισμὸς» χωρὶς Θεό,
πού, παρὰ τὰ διάφορα προσωπεῖα του, ἔχει κοινὸ χαρακτηριστικὸ τὴν
ἀθεΐα καὶ τὸν ὑλισμό.
Ὁ ἀθεϊστικος καὶ ὑλιστικὸς αὐτὸς
«ἀνθρωπισμός», ποὺ ἄλλοτε ἀνέχεται τὴν Ἐκκλησία καὶ ἄλλοτε γίνεται
ἔντονα ἀντιεκκλησιαστικὸς ἐμφανίζεται σὰν ἀπελευθέρωση καὶ
χειραφέτηση τοῦ ἀνθρώπου.
Ὡς ἐὰν οἱ χιλιάδες τῶν μέχρι σήμερα
πιστῶν καὶ Ἁγίων καὶ ἡρῴων μας νὰ μὴ ἦσαν ἐλεύθεροι καὶ ὁλοκληρωμένοι
ἄνθρωποι. Εἶναι δυνατὸν ὁ ἄνθρωπος νὰ εἶναι ἀληθινὰ ἐλεύθερος, ὅταν
δὲν ἐλευθερωθεῖ ἀπὸ τὸν ἐγωισμό του καὶ τὰ πάθη του καὶ ὅταν ἡ δική
του κτιστὴ ἐλευθερία δὲν πηγάζει ἀπὸ τὴν ἄκτιστη ἐλευθερία τοῦ Δημιουργοῦ
του; Ἐν ὀνόματι αὐτῆς τῆς «ἀπελευθερώσεως» νομιμοποιεῖται τὸ ἔγκλημα
τῶν ἐκτρώσεων μὲ συνέπεια τὴν αὔξησή των, προπαγανδίζεται ὁ χωρὶς
ἠθικὴ ἔρωτας, ἀκόμα καὶ ἡ διαστροφή του, καταργεῖται ἡ ἱερότης
τοῦ γάμου καὶ τῆς οἰκογενείας, προβάλλεται ἡ μοιχεία ὡς λεβεντιά.
Ὁ ἄθεος «ἀνθρωπισμὸς», ποὺ ἐναντιώνεται
στὸν θεανθρωπισμὸ τῆς παραδόσεώς μας, περιορίζει τὸν ἄνθρωπο στὴν
ζῳώδη καὶ ἐπίγεια ζωή του. Τὸν βλέπει σὰν ἐξελιγμένο ζῷο καὶ σὰν οἰκονομικὴ
καὶ καταναλωτικὴ μηχανή, παραγνωρίζοντας τὴν θεικὴ καταγωγή του
καὶ τὴν βαθύτατη λαχτάρα του γιὰ καταξίωση, ἐπέκεινα τῆς ὑπάρξεώς
του στὸν Θεὸ καὶ τὴν αἰωνιότητα. Σ' αὐτὸ ὀφείλεται ἡ βαθειὰ κρίση
τῆς νεοελληνικῆς κοινωνίας μας.
Ἀγαπητὰ ἐν Χριστῷ
παιδιά μου.
Ἡ Παρθένος Μαρία δὲν εὕρισκε
«τόπον ἐν τῷ καταλύματι» νὰ γεννήσει τὸν Ἰησοῦ. Ἡ σύγχρονη ἀποστασία
προσπαθεῖ καὶ στὸν τόπο μας, στὴν Ἑλλάδα, νὰ ἀφαιρέσει κάθε κατάλυμα
γιὰ τὸν Ἰησοῦ καὶ κυρίως ἀπὸ τὶς καρδιὲς τῶν νέων, σκόπιμα ἀποπροσανατολίζοντάς
τους.
Τὸ ἐρώτημα γιὰ κάθε Ἕλληνα εἶναι
καίριο καὶ ἄμεσο: θὰ ὑποκύψουμε στὸν ἄθεο ἀνθρωπισμὸ ἢ θὰ μείνουμε
πιστοὶ στὸν ἑλληνορθόδοξο θεανθρωπισμό μας; Θὰ ἑορτάσουμε Χριστούγεννα
μὲ τὸν Χριστὸ ἢ Χριστούγεννα χωρὶς τὸν Χριστό;
Ὁλοθερμὲς εἶναι οἱ προσευχές
μας ὁ νηπιάσας Θεός, ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός, νὰ ἔχει μόνιμο κατάλυμα
στὶς καρδιὲς ὅλων μας.
ΧΡΙΣΤΟΥΓΕΝΝΑ 2014
Μέ πατρικές
εὐχές
Ο ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ
+ Ο ΧΙΟΥ, ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ
ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ ΜΑΡΚΟΣ