Κυριακή 28 Δεκεμβρίου 2014

TO ΠΡΟΓΡΑΜΜΑ ΑΠΟΚΤΗΣΗΣ ΠΥΡΗΝΙΚΩΝ ΤΗΣ ΤΟΥΡΚΙΑΣ



Σημαντικές πληροφορίες για το τουρκικό πρόγραμμα αναπτύξεως πυρηνικών όπλων αποκάλυψε στις 22 Σεπτεμβρίου η γερμανική εφημερίδα Die Welt, με βάση πληροφορίες από πηγές της  γερμανικής υπηρεσία πληροφοριών BND. Αυτό που προκάλεσε εντύπωση δεν ήταν το γεγονός ότι απεκαλύφθη το μυστικό πρόγραμμα πυρηνικών όπλων της Τουρκίας από την BND, αλλά κυρίως γιατί απεκαλύφθη τώρα, καθώς το τουρκικό πυρηνικό πρόγραμμα ήταν για χρόνια κοινό μυστικό για τις περισσότερες δυτικές υπηρεσίες πληροφοριών, χωρίς όμως να γίνεται ποτέ δημόσια αναφορά σε αυτό.
Να σημειωθεί ότι η πρώτη αναφορά στην μυστική συνεργασία Τουρκίας-Πακιστάν στον τομέα της πυρηνικής τεχνολογίας έγινε το 1981, όταν οι ΗΠΑ προέβησαν σε διάβημα στην Άγκυρα σχετικά με το γεγονός ότι μία τουρκική ….υφαντουργία είχε πωλήσει στο Πακιστάν inverters, υλικό απαραίτητο για το πακιστανικό πρόγραμμα εμπλουτισμού ουρανίου, αξίας 30.000 δολαρίων.
Φυσικά πληροφορίες για το τουρκικό πρόγραμμα είχαν τουλάχιστον από  τριακονταετίας και οι ελληνικές υπηρεσίες, με βάση τις οποίες ο Ανδρέας Παπανδρέου είχα προβεί σε συγκεκριμένο διάβημα τον Μάιο του 1982 προς τον τότε υπουργό Εξωτερικών των ΗΠΑ Αλεξάντερ Χαιγκ κατά την εδώ επίσκεψή του, με αφορμή τις πληροφορίες για την μυστική συνεργασία Τουρκίας-Πακιστάν και την πρόθεση των Τούρκων να κατασκευάσουν πυρηνικό  σταθμό παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας στο Ακκούγιου και την δυνητική κατάληξη σε απόκτηση πυρηνικών όπλων.
Το θέμα αυτό αποτέλεσε επί σειράν ετών το αντικείμενο συνεχούς παρακολουθήσεως των ελληνικών υπηρεσιών, με αυτές μάλιστα των Ενόπλων Δυνάμεων να έχουν αποκτήσει, προ διετίας περίπου, λεπτομερείς πληροφορίες για το τουρκικό πυρηνικό πρόγραμμα, με την ελληνική πολιτική ηγεσία πάντως να δείχνει μία περίεργη απροθυμία να ασχοληθεί με το θέμα  και να προσποιείται ότι το αγνοεί τελείως. Τούτο, παρά το γεγονός ότι, βάσει υφισταμένων διεθνών συμφωνιών, μία χώρα μπορεί να ζητήσει, για λόγους δικής της ασφάλειας,  πληροφορίες για πυρηνικές εγκαταστάσεις σε γειτονικές χώρες.
Η γερμανική εφημερίδα, αναφερόμενη στις δύο συμφωνίες που έχει κάνει με την ρωσική Rosatom (15 δισ. δολαρίων) και  μία γαλλο-ιαπωνική κοινοπραξία (17 δισ. δολάρια) για πυρηνικούς σταθμούς παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, επισημαίνει ότι κατά πάγια  πρακτική η εταιρεία που παρέχει τον σταθμό αναλαμβάνει την υποχρέωση παροχής του απαιτούμενου καυσίμου (ουράνιο σε ράβδους) και την ιδιαίτερα κοστοβόρο και κρίσιμη διαδικασία απολήψεως και ασφαλούς αποθηκεύσεως των επικίνδυνων ραδιενεργών υπολειμμάτων μετά την χρησιμοποίηση του ουρανίου  στον σταθμό. Το αξιοσημείωτο  με την περίπτωση των τουρκικών σταθμών, είναι ότι ενώ όλες οι χώρες που έχουν πυρηνικούς σταθμούς επιμένουν ο κατασκευαστής τους να παραλαμβάνει τα υποπροϊόντα της αναλώσεως του ουρανίου,  η Τουρκία δεν συμφώνησε για το συγκεκριμένο θέμα, απαιτώντας αυτά να παραμείνουν στην Τουρκία. Η γερμανική εφημερίδα ορθώς επισημαίνει ότι τούτο αποτελεί αδιάψευστη απόδειξη ότι πίσω από αυτήν την ρύθμιση κρύβεται η επιδίωξη για την κατασκευή πυρηνικών όπλων, δεδομένου ότι με αυτήν επιδιώκεται η συγκέντρωση του αναγκαίου πλουτωνίου (περιέχεται στα κατάλοιπα του αναλωθέντος καυσίμου) για βόμβα πλουτωνίου.
Σύμφωνα με πληροφορίες της γερμανικής υπηρεσίας πληροφοριών  (BND), ο Ερντογάν είχε ήδη αποφασίσει από το 2010 την κατασκευή στην Τουρκία εγκαταστάσεων εμπλουτισμού ουρανίου. Επίσης, σύμφωνα πάλι με στοιχεία της BND η Τουρκία διαθέτει ήδη σημαντικό  αριθμό μηχανών  φυγοκεντρισμού (χρησιμοποιούνται στον εμπλουτισμό ουρανίου), τους οποίου απέκτησε από το Πακιστάν, στα πλαίσια της από δεκαετίες μυστικής  συνεργασίας τους στον πυρηνικό τομέα.
Ένα άλλο βασικό στοιχείο για τις τουρκικές επιδιώξεις που αναφέρει η γερμανική εφημερίδα είναι ότι στις αρχές του 2012 η Τουρκία άρχισε, κατόπιν εντολής του τότε πρωθυπουργού Ερντογάν το 2011, να αναπτύσσει πυραύλους εδάφους-εδάφους μέσου βεληνεκούς, επισημαίνοντας ότι ένας από αυτούς θα έχει βεληνεκές 2.500 χλμ.
Το ίδιο θέμα είχε αναφερθεί από τον συντάκτη της στήλης σε άρθρο του σε κυριακάτικη εφημερίδα στις 4 Μαρτίου 2012, επικαλούμενος δηλώσεις του προέδρου  του Τουρκικού Οργανισμού Επιστημονικών και Τεχνολογικών Ερευνών (TUBITAK) καθηγητή Γιουτζέλ Αλτιμπασάκ, ο οποίος ανέφερε ότι τούτο έγινε κατόπιν εντολής του πρωθυπουργού Ερντογάν. Κατά τον ίδιο, το TUBITAK είχε ήδη αναπτύξει και παραδώσει τότε στις τουρκικές ένοπλες δυνάμεις βαλλιστικούς πυραύλους με βεληνεκές 185 και 500 χλμ., προσθέτοντας ότι  εντός του ίδιου έτους (2012) θα είχε ολοκληρωθεί η ανάπτυξη ενός πυραύλου 1500 χλμ., ενώ η ανάπτυξη ενός άλλου με βεληνεκές 2500 χλμ. ήταν προγραμματισμένη να ολοκληρωθεί το 2014.
Όπως επισημάναμε τότε, οι εξελίξεις αυτές προκάλεσαν μία σειρά από εύλογα ερωτήματα. Το κύριο μεταξύ αυτών ήταν εναντίον τίνων σχεδιαζόταν να χρησιμοποιηθεί ένας βαλλιστικός πύραυλος με βεληνεκές 2500 χλμ. και  με βάση ποια στρατιωτική λογική. Οι  βαλλιστικοί πύραυλοι αυτής της κατηγορίας  στερούνται κατά κανόνα μεγάλης ακριβείας, μπορούν να εντοπισθούν και να ανασχεθούν και επί πλέον έχουν μία μάλλον περιορισμένων αποτελεσμάτων συμβατική  πολεμική κεφαλή (περί τα 500 κιλά εκρηκτικών). Σε σύγκριση με ένα τέτοιο βλήμα, ένα αεροσκάφος F-16, για παράδειγμα, μπορεί να μεταφέρει όπλα πέντε και έξι φορές μεγαλύτερα  από αυτά της κεφαλής ενός πυραύλου με συμβατική κεφαλή 500 κιλών και επί πλέον, το αεροσκάφος ως οπλικό σύστημα είναι ένα πολύ πιο ευέλικτο πολεμικό μέσο.
Τέτοιες επιλογές κάνουν κυρίως κράτη με άλλες προθέσεις και χωρίς ισχυρή αεροπορία, με σκοπό την ρίψη χημικών, βιολογικών ή και πυρηνικών όπλων. Για την Τουρκία, όμως, η οποία διαθέτει μία ισχυρή πολεμική αεροπορία, σημειώναμε τότε, τέτοιες επιλογές και δη με υψηλό κόστος για την υλοποίησή τους, είναι μάλλον ανεξήγητες, εάν δεν κρύβεται κάτι άλλο πίσω από αυτές. Χώρες με τέτοια προγράμματα είχαν πάντα σκοπό την απόκτηση πυρηνικών όπλων, όπως στις περιπτώσεις του Ισραήλ, της Ινδίας, του Πακιστάν, της Β. Κορέας και του Ιράν, οι οποίες φρόντισαν όλες να αναπτύξουν, παράλληλα με το πυρηνικό τους πρόγραμμα,  πυραύλους με βεληνεκές 1000 και πλέον χιλιομέτρων (π.χ. το Ιράν, είχε τότε ικανότητα κατασκευής πυραύλων όπως ο Shahab-3, ο οποίος έχει βεληνεκές 1300 χλμ.).
Αν με κέντρο την Τουρκία  σχεδιάσει κανείς έναν κύκλο με ακτίνα 2500 χλμ. που είναι το βεληνεκές του τουρκικού πυραύλου, ορισμένες από τις πόλεις που θα περιλαμβάνονται στον κύκλο αυτό είναι η Αθήνα, το Τελ Αβίβ, το Βερολίνο, η Ρώμη, το Παρίσι, το Λονδίνο, οι Βρυξέλλες, το Αλγέρι, η Τζέντα, η Τεχεράνη, η Δαμασκός, η Βαρσοβία, η Μόσχα κ.ά. Και το ερώτημα που αναφέραμε παραπάνω είναι απλό: εναντίον τίνων εκ των παραπάνω πόλεων πρόκειται να χρησιμοποιηθούν συμβατικοί πύραυλοι με τέτοιο βεληνεκές και δη από μία χώρα με την ασφάλειά της εγγυημένη πλήρως από μία συμμαχία όπως το ΝΑΤΟ; Η απάντηση στο ερώτημα αυτό είναι εύλογη:  Η Τουρκία, όπως και κάθε άλλη χώρα που ανέπτυξε τέτοιους πυραύλους, έχει κρυφό πυρηνικό πρόγραμμα, σημειώναμε στο προαναφερθέν δημοσίευμά μας, γεγονός που εκτός των πλείστων στοιχείων που υπάρχουν, αυτό επιβεβαιώνεται τώρα και από τις γερμανικές υπηρεσίες.
Πυρηνικά όπλα, βέβαια, στην εποχή μας είναι αδιανόητο να χρησιμοποιηθούν για προφανείς λόγους. Οι πολιτικές, όμως, διαστάσεις της κατοχής πυρηνικών όπλων από μία χώρα όπως η Τουρκία, εκτός των προφανών πολιτικών πλεονεκτημάτων και κύρους που θα της προσδώσουν (ηγέτιδα δύναμη του μουσουλμανικού κόσμου κ.λπ.), θα την καταστήσουν απρόσβλητη σε ξένες πιέσεις και κατά συνέπεια  ακόμη  πιο παρεμβατική σε ολόκληρη την Μεσόγειο, την Μ. Ανατολή και όχι μόνο.        
Eπένδυση 27.12.14