των Αλέξανδρου Γιατζίδη, M.D. και Μαρίας Χιόνη εκπαιδευτικού, φοιτήτρια Ιατρικής Αθηνων, medlabnews.gr
Η νευρική ανορεξία είναι μία διατροφική διαταραχή με ισχυρό ψυχολογικό υπόβαθρο. Οιεπιπτώσεις της είναι πολύ βλαβερές όμως συχνά δεν διαγιγνώσκεται προτού το άτομο φτάσει σε πολύ σοβαρή κατάσταση. Το μεγαλύτερο ποσοστό των ατόμων που νοσούν είναι έφηβοι και ιδιαίτερα κορίτσια ηλικίας 11-20 ετών. Πάνω από το 10% των δεκαπεντάχρονων της τρίτης γυμνασίου και της πρώτης λυκείου βρέθηκε να έχει πολύ χαμηλό βάρος, ενώ υπάρχει και ένα ποσοστό 14,4% ανάμεσά τους που επιθυμεί, αν και ελλιποβαρές, ακόμα μεγαλύτερη απώλεια βάρους. Οι διαταραχές στην πρόσληψη τροφής είναι μία από τις λίγες περιπτώσεις προβλημάτων ψυχικής υγείας που εκδηλώνονται με μεγαλύτερη συχνότητα στα κορίτσια σε σχέση με τα αγόρια. Παρόλο που στον ανδρικό πληθυσμό οι διαταραχές διατροφής εκδηλώνονται με τα ίδια κλινικά συμπτώματα, οι άνδρες δεν έχουν τόσο έντονη ενασχόληση με το φαγητό ούτε τόσο έντονο κίνητρο να διατηρούν λεπτή σιλουέτα αλλά δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στην αθλητική τους παρουσία και την αρρενωπότητα.
Iστορική αναδρομή
Η νευρογενής ανορεξία, αναγνωρίστηκε για πρώτη φορά ως διαταραχή το 1873 από τον Άγγλο γιατρό William Gull, ο οποίος τη χαρακτήρισε ως ειδική νόσο, και τον Γάλλο ψυχίατρο Charles Laseque, ο οποίος την περιέγραψε από κοινωνική και ψυχολογική σκοπιά.
Και οι δύο γιατροί είχαν παρατηρήσει πως η νόσο αυτή παρουσιαζόταν συχνότερα σε άτομα τα οποία προέρχονταν από τις πιο εύπορες κοινωνικές τάξεις. Το γεγονός αυτό οδήγησε τον Laseque στη διατύπωση της υπόθεσης πως η ελλιπής οικογενειακή συναισθηματική στήριξη ( γεγονός το οποίο πίστευε πως είναι πιο σύνηθες στις εύπορες οικογένειες ) σχετίζεται με την εκδήλωση της διαταραχής αυτής. Επικράτησε επίσης η άποψη πως οι συγκρούσεις των γονέων με τα παιδιά τους είναι πιθανό να οδηγούν μερικές φορές κάποια κορίτσια που βρίσκονται στην εφηβεία στην άρνηση της τροφής, ως μια μορφή έκφρασης του συναισθήματος της απόρριψης το οποίο βιώνουν. Γι’ αυτό, στις αρχές του περασμένου αιώνα, για την αποτελεσματική αντιμετώπιση της νευρογενούς ανορεξίας, προτεινόταν τότε, η απομάκρυνση του παιδιού από την οικογένειά του σε συνδυασμό με την επιβολή της υποχρεωτικής σίτισης του παιδιού με οποιονδήποτε τρόπο ( Epstein, 1990 ).
Πως μπορεί το άμεσο περιβάλλον αυτών των ατόμων και ιδιαίτερα οι γονείς να αντιληφθούν τα πρώιμα συμπτώματα αυτής της ύπουλης ασθένειας προτού το άτομο χρειαστεί βοήθεια από ειδικούς;
Κλινική εικόνα
Το άτομο με νευρογενή ανορεξία κυριαρχείται από διάθεση άρνησης για λήψη τροφής προκειμένου να μην πάρει βάρος, παρά το γεγονός ότι το σωματικό του βάρος κυμαίνεται κάτω από τα κατώτερα όρια του φυσιολογικού για την ηλικία, το φύλο και το ύψος ( δηλαδή το βάρος του βρίσκεται κάτω από το 85% του φυσιολογικού ή ο Δείκτης Σωματικής Μάζας είναι κάτω από 17.5 ). Επίσης, παρά το γεγονός ότι το σωματικό του βάρος είναι κάτω από τα όρια του φυσιολογικού, το άτομο διακατέχεται από έντονο φόβο ότι θα πάρει βάρος. Έτσι, λοιπόν, βρίσκεται συνεχώς στην προσπάθεια να χάσει περισσότερο βάρος. Το άτομο έχει διαταραγμένη εικόνα για το σώμα του και δίνει υπέρμετρη έμφαση στην επίδραση του βάρους ή του σχήματος του σώματός του στην αυτοαξιολόγηση. Επίσης, στις περιπτώσεις των γυναικών, υπάρχουν συχνά διαταραχές στον εμμηνορρυσιακό κύκλο ως αποτέλεσμα της υπερβολικής μείωσης του σωματικού τους βάρους.
Παρά το γεγονός ότι η ετυμολογία του όρου ‘ανορεξία’ παραπέμπει στην έλλειψη όρεξης για φαγητό, ο όρος είναι παραπλανητικός, αφού το άτομο με νευρογενή ανορεξία μόνο σε σπάνιες περιπτώσεις μπορεί να μην έχει όρεξη για φαγητό. Συνεπώς η νευρογενής ανορεξία δεν είναι διαταραχή της όρεξης γιατί η όρεξη δεν προσβάλλεται παρά μόνο αργά στην πορεία της νόσου. Μάλλον πρόκειται για διαταραχές στην αίσθηση του εαυτού, στην ταυτότητα και στην αυτονομία. Η απώλεια σωματικού βάρους είναι αποτέλεσμα της συνειδητής προσπάθειας του ατόμου να χάσει βάρος καταφεύγοντας σε αυστηρή δίαιτα ή άσκηση. Παρά το γεγονός ότι πολλά άτομα ακολουθούν περιστασιακά αυτές τις μεθόδους για να χάσουν βάρος, το άτομο με νευρογενή ανορεξία φοβάται έντονα ότι απειλείται από την παχυσαρκία και επιδιώκει επίμονα το αδυνάτισμα. Ορισμένα άτομα με νευρογενή ανορεξία αισθάνονται συνέχεια ότι είναι υπέρβαρα και άλλα διαπιστώνουν ότι είναι αδύνατα, αλλά πιστεύουν πως από ορισμένα μέρη του σώματος τους θα πρέπει να χάσουν και άλλο βάρος. Μερικές φορές μπορεί να τα κυριαρχεί η εμμονή να μετρούν συνέχεια το βάρος τους για να διαπιστώσουν αν το ‘λίπος’ έχει περιοριστεί. Κάθε φορά που διαπιστώνουν ότι έχασαν βάρος πιστεύουν πως βελτιώθηκε η εικόνα τους και νιώθουν καλύτερα. Προκειμένου όμως να διατηρείται αυτό το συναίσθημα και να νιώθουν ασφαλείς έχουν την ανάγκη να χάνουν καθημερινά ολοένα και περισσότερο βάρος και αν κάποια μέρα αυτό δεν συμβεί, τότε κυριαρχούνται από πανικό και εντείνουν ακόμη περισσότερο τις προσπάθειες τους
Στο DSM-IV διακρίνονται δύο τύποι νευρογενούς ανορεξίας, ανάλογα με τον τρόπο στον οποίο καταφεύγει το άτομο προκειμένου να περιορίσει τη λήψη πολλών θερμίδων :
1. Ο περιοριστικός τύπος, ο οποίος καταφεύγει σε δίαιτα, νηστεία ή υπερβολική άσκηση. Άτομα με περιοριστικού τύπου ανορεξία είναι συνήθως άτομα που χαρακτηρίζονται από εμμονές, ανελαστική συμπεριφορά και υπερβολικό αυτοέλεγχο.
2. Ο καθαρτικός τύπος / υπερφαγία, το άτομο έχει τακτικά επεισόδια υπερφαγίας ή καταφεύγει σε συμπεριφορά κάθαρσης ( δηλαδή αυτοπροκαλούμενους εμετούς, ή κακή χρήση καθαρτικών, διουρητικών ή υποκλυσμών ). Τα άτομα που παρουσιάζουν αυτό τον τύπο, τείνουν να έχουν συχνότερα οικογενειακό ιστορικό παχυσαρκίας και συναισθηματικά προβλήματα.
Διαγνωστικά κριτήρια κατά DSM-IV για την νευρογενή ανορεξία
1. Άρνηση του ατόμου να διατηρήσει το βάρος του σώματος στο ή πάνω από ένα ελάχιστο φυσιολογικό βάρος για την ηλικία του και το ύψος του ( π. χ απώλεια βάρους που οδηγεί στη διατήρηση του βάρους του σώματος κάτω του 85% από το αναμενόμενο ή αδυναμία να κερδίσει αναμενόμενο βάρος στη διάρκεια της περιόδου ανάπτυξης, που οδηγεί σε βάρος του σώματος κάτω του 85% από το αναμενόμενο ).
2. Έντονος φόβος του ατόμου μήπως πάρει βάρος ή γίνει παχύ, ακόμα και αν το βάρος του είναι κάτω από το κανονικό.
3. Διαταραχή στον τρόπο που βιώνει κανείς το βάρος ή το σχήμα του σώματος του, αδικαιολόγητη επιρροή του σωματικού βάρους ή σχήματος στην εκτίμηση του εαυτού ή άρνηση της σοβαρότητας του παρόντος χαμηλού σωματικού βάρους.
4. Σε γυναίκες μετά την έναρξη της περιόδου, αμηνόρροια εάν οι περίοδοι της έρχονται μόνον μετά από χορήγηση ορμονών π. χ οιστρογόνων.
Συνοδά συμπτώματα / σημεία. Συνοδές διαταραχές / επιπλοκές
Η μεγάλη ελάττωση του βάρους συχνά συνοδεύεται από καταθλιπτικά συμπτώματα, όπως καταθλιπτική διάθεση, κοινωνική απόσυρση, αϋπνία, ευερεθιστότητα και ελαττωμένο ενδιαφέρον για σεξ. Μπορεί, ακόμα, ν’ αναπτυχθεί πλήρης Μείζων Καταθλιπτική Διαταραχή. Επειδή, όμως, τα καταθλιπτικά συμπτώματα παρατηρούνται και σε άτομα με ασιτία ( χωρίς να έχουν νευρογενή ανορεξία ) θα πρέπει να γίνει η επανεκτίμηση για κατάθλιψη όταν αποκατασταθεί το βάρος του ατόμου.
Ψυχαναγκαστικά καταναγκαστικά συμπτώματα, επίσης, είναι συχνά παρόντα, τα περισσότερα συνδεόμενα με τη λήψη της τροφής. Παράλληλα, τα άτομα αυτά, συχνά φοβούνται να φάνε δημόσια και ειδικά τα ανορεκτικά άτομα με Τύπο Υπερφαγίας / Κάθαρσης είναι πιο πιθανό να έχουν προβλήματα ελέγχου των παρορμήσεων, να κάνουν χρήση και κατάχρηση αλκοόλ ή άλλων ουσιών, να παρουσιάζουν ευμετάβλητη διάθεση και να είναι σεξουαλικά ενεργά.
Όσο αφορά τα σωματικά συμπτώματα, τα σωματικά σημεία και σωματικές διαταραχές που συνοδεύουν τη νευρογενή ανορεξία, τα περισσότερα από αυτά οφείλονται στην ασιτία ή / και στον προκλητό εμετό. Έτσι, εκτός από την αμηνόρροια, μπορεί να υπάρχουν δυσκοιλιότητα, κοιλιακοί πόνοι, μη ανοχή του κρύου, αδυναμία, λήθαργος. Φυσικά, το πιο φανερό σημείο είναι η επίσχνανση του ατόμου. Ακόμη, μπορεί να υπάρχει υπόταση, υποθερμία, ξηρότητα του δέρματος, βραδυκαρδία, περιφερικό οίδημα, κιτρίνισμα του δέρματος λόγω της υπερκαροτιναιμίας, πετέχιες, υπερτροφία των σιελογόνων αδένων και ιδιαίτερα της παρωτίδας. Άτομα που χρησιμοποιούν συχνά προκλητό εμετό μπορεί να παρουσιάζουν διαβρώσεις της αδαμαντίνης των δοντιών και ουλές ή κάλους στη ράχη των χεριών. Τέλος, η χειρότερη επιπλοκή της νευρογενούς ανορεξίας είναι ο θάνατος.