Αναρτήθηκε από τον/την arch στο Ιανουαρίου 9, 2013
Νέες διαστάσεις λαμβάνει πλέον η Ελληνοτουρκική προσπάθεια οικονομικής προσέγγισης, ως αποτέλεσμα της κρίσης και της διαρκούς επιδεινούμενης διαπραγματευτικής μας ισχύος.
Κάτι που ξεκίνησε με θετικούς προς την ελληνική πλευρά οιωνούς και όρους στα μέσα της προηγούμενης δεκαετίας και με την επιθετική εξαγορά της Finansbank από την Εθνική Τράπεζα της Ελλάδος το 2006, καταλήγει σε μπούμερανγκ. Κι αυτό διότι οι Τούρκοι αν και αρχικά φάνηκαν να μας αφήνουν «χώρο» προς τη δική τους πλευρά υποδεχόμενοι τα εθνικά μας κεφάλαια κυρίως στους κλάδους της τραπεζικής, του εμπορίου και της τεχνολογίας, σε μια επενδυτική αντεπίθεση πιάνουν πλέον καίριες θέσεις στην εγχώρια επιχειρηματική μας ζωή αξιοποιώντας την κρίση.
Επιβεβαιώσεις;
Η πρόθεση της τουρκικής Ziraat Bank, η οποία σχεδιάζει να προχωρήσει σε μια γραμμή δανεισμού προς Έλληνες γεωργούς, ύψους 40-50 εκατ. ευρώ, σε ένα σχέδιο που υπόκειται στην έγκριση της ελληνικής κυβέρνησης. Όπως αναφέρει στην ηλεκτρονική της έκδοση η Hurriyet, γεωργοί και επιχειρηματίες αντιμετωπίζουν δυσκολίες από την τρέχουσα έλλειψη δανεισμού στη χώρα, η οποία έχει επηρεαστεί ισχυρά από την κρίση. Εάν το σχέδιο εγκριθεί, τα δύο υποκαταστήματα της Ziraat στην περιοχή θα ξεκινήσουν τη χορήγηση δανείων σε γεωργούς που το έχουν ανάγκη, ενώ δάνεια θα μπορούν να λάβουν και επιχειρηματίες.
Η Ziraat επίσης εξετάζει το ενδεχόμενο να μοιραστεί το project με μια ελληνική τράπεζα, σύμφωνα με τη Hurriyet.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε και την «ευαγή» δράση της τουρκικής ZIRAAT Bank η οποία μέσω του Τουρκικού Προξενείου της Κομοτηνής ενίσχυσε τη διάθεση αγορών εδαφών (οικοπέδων και καλλιεργούμενων εκτάσεων – χωραφιών) από την πλευρά των μουσουλμάνων της Θράκης. Η ενίσχυση αυτή γίνεται – όπως καταγγέλλεται – μέσω μίας υπόγειας πριμοδότησης ή και καταβολής του πλήρους μισθώματος της αγοραπωλησίας. Αυτές οι «οικονομικές βοήθειες» δίνονται αναλόγως του βαθμού πίστης προς την Τουρκία του εκάστοτε ενδιαφερόμενου μουσουλμάνου, αλλά πάντοτε με υποθήκη του αντικειμένου της αγοράς (οικόπεδο ή χωράφι) προς την τουρκική τράπεζα Ziraat.
Η Ziraat επίσης εξετάζει το ενδεχόμενο να μοιραστεί το project με μια ελληνική τράπεζα, σύμφωνα με τη Hurriyet.
Δεν θα πρέπει να ξεχνάμε και την «ευαγή» δράση της τουρκικής ZIRAAT Bank η οποία μέσω του Τουρκικού Προξενείου της Κομοτηνής ενίσχυσε τη διάθεση αγορών εδαφών (οικοπέδων και καλλιεργούμενων εκτάσεων – χωραφιών) από την πλευρά των μουσουλμάνων της Θράκης. Η ενίσχυση αυτή γίνεται – όπως καταγγέλλεται – μέσω μίας υπόγειας πριμοδότησης ή και καταβολής του πλήρους μισθώματος της αγοραπωλησίας. Αυτές οι «οικονομικές βοήθειες» δίνονται αναλόγως του βαθμού πίστης προς την Τουρκία του εκάστοτε ενδιαφερόμενου μουσουλμάνου, αλλά πάντοτε με υποθήκη του αντικειμένου της αγοράς (οικόπεδο ή χωράφι) προς την τουρκική τράπεζα Ziraat.
Άλλες business
Η πρόσφατη συμφωνία μεταξύ της LAMDA Development SA και της εταιρείας D-MarineInvestments Holding B.V. του Ομίλου DOĞUŞ. Οι δύο εταιρείες συμφώνησαν στην υλοποίηση στρατηγικής συμμαχίας μέσω της δημιουργίας κοινής εταιρίας όπου θα κατέχουν η καθεμία 50% η οποία καταρχήν θα επενδύσει σε τουριστικές μαρίνες. Όμως αυτή είναι μια μόνο κίνηση. Να θυμίσουμε τις πιο τελευταίες που είναι μια σειρά επενδύσεων που μελετούν οι Turkish Airlines, Koc Group και άλλες κραταιές, καπιταλιστικές τουρκικές δυνάμεις. Ταυτόχρονα, μέσα στο επόμενο διάστημα θα υπάρξει κι άλλη κινητικότητα από τουρκικές επιχειρηματικές μονάδες πάλι προς την κατεύθυνση εξαγοράς κι άλλων ελληνικών μαρίνων.
Σε ό,τι αφορά τη LAMDA Development η DOĞUŞ θα συμμετάσχει στην αύξηση μετοχικού κεφαλαίου Της Μαρίνα Φλοίσβος, καταβάλλοντας το ισόποσο σε μετρητά και δίνοντας μεγάλη ανάσα ρευστότητας και μια σειρά πλεονεκτημάτων στον ελληνικό όμιλο. Είναι μια συμφωνία που προσωπικά επιμελήθηκε ο άριστος γνώστης τέτοιων deals Οδυσσέας Αθανασίου, ένας άνθρωπος που δημιούργησε τη συμφωνία με την καναδική Halifax, με το IBC και τώρα με τους Τούρκους. Ο Όμιλος Εταιρειών DOĞUŞ, που ιδρύθηκε το 1951 είναι μία από τις μεγαλύτερες τουρκικές εταιρείες συμμετοχών. O Όμιλος δραστηριοποιείται σε μια ευρεία κλίμακα επιχειρηματικών δραστηριοτήτων η οποία συμπεριλαμβάνει τους τομείς τουρισμού και υπηρεσιών και ανάπτυξης ακινήτων, παροχής χρηματοοικονομικών υπηρεσιών, αυτοκινήτων, κατασκευών, ΜΜΕ, και ενέργειας. Το νέο κοινό σχήμα ενδέχεται να επεκταθεί και σε άλλες ελληνικές μαρίνες προφανώς σε αυτές της Λευκάδας, της Κέρκυρας και της ΖΕΑΣ από όπου αποεπενδύει ο κ. Κυριακούλης.
Ποιες άλλες όμως είναι οι τουρκικές επιχειρήσεις που ενδιαφέρονται για Ελλάδα; Σε μια πρώτη καταγραφή έρχεται να παρουσιάσει τις άγνωστες πτυχές μιας σειράς συμφωνιών κι επιθετικών επενδυτικών ενεργειών που ήδη έχουν γίνει από τη μεριά της τουρκικής κυβέρνησης και κορυφαίων ομίλων της, οι οποίοι βλέποντας την πτώση της χώρας μας σπεύδουν να επενδύσουν στο κουφάρι της.
Ήδη, η Turkish Airlines λόγω των χαμηλών τιμών της έχει κατορθώσει να κερδίσει μεγάλο μερίδιο αγοράς στις πτήσεις για την Κωνσταντινούπολη ενώ μέσα στην τρέχουσα περίοδο ετοιμάζει αύξηση κατά 15%-20% των δρομολογίων της. Παράλληλα η εταιρεία άνοιξε ένα ευρύ πρόγραμμα σύνδεσης μέσω Κωνσταντινούπολης της Αθήνας με τη Νέα Υόρκη και το Σικάγο, εκμεταλλευόμενη το κενό μετά την πτώση της Ολυμπιακής. Ταυτόχρονα, δύο μεγάλοι επενδυτικοί όμιλοι με έδρα το Μαρμαρά μελετούν τις αγορές προβληματικών ξενοδοχειακών μονάδων στο Αιγαίο, με την πρώτη να βρίσκεται στην Κω και τη δεύτερη στη Χίο ενώ ανάλογο ενδιαφέρον δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει και για άλλες περιοχές της χώρας καθώς ο ελληνικός τουρισμός ακολουθεί φθίνουσα πορεία.Την ίδια στιγμή όμως κι άλλες επώνυμες τουρκικές φίρμες επενδύουν στη χώρα μας θεωρώντας πως τώρα είναι η χρυσή τους ευκαιρία. Η εταιρεία Mavi Jeans με παρουσία 20 ετών και πωλήσεις 10 εκατομμυρίων τζιν παντελονιών σε περισσότερα από 4.500 μαγαζιά και 50 χώρες έκανε την εμφάνισή της, όπως και οι Inci, Koton και Ipekyol. Η GIZIA δεν είχε την πορεία που όλοι θα περίμεναν παρά τα πολύ ποιοτικά της ενδύματα και έτσι έκλεισε πρόσφατα τα μαγαζιά της. Όμως οι Τούρκοι είναι επίμονοι.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως στην τελευταία επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 250 επαφές μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων επιχειρηματιών.
Ήδη, η Turkish Airlines λόγω των χαμηλών τιμών της έχει κατορθώσει να κερδίσει μεγάλο μερίδιο αγοράς στις πτήσεις για την Κωνσταντινούπολη ενώ μέσα στην τρέχουσα περίοδο ετοιμάζει αύξηση κατά 15%-20% των δρομολογίων της. Παράλληλα η εταιρεία άνοιξε ένα ευρύ πρόγραμμα σύνδεσης μέσω Κωνσταντινούπολης της Αθήνας με τη Νέα Υόρκη και το Σικάγο, εκμεταλλευόμενη το κενό μετά την πτώση της Ολυμπιακής. Ταυτόχρονα, δύο μεγάλοι επενδυτικοί όμιλοι με έδρα το Μαρμαρά μελετούν τις αγορές προβληματικών ξενοδοχειακών μονάδων στο Αιγαίο, με την πρώτη να βρίσκεται στην Κω και τη δεύτερη στη Χίο ενώ ανάλογο ενδιαφέρον δεν μπορεί κανείς να αποκλείσει και για άλλες περιοχές της χώρας καθώς ο ελληνικός τουρισμός ακολουθεί φθίνουσα πορεία.Την ίδια στιγμή όμως κι άλλες επώνυμες τουρκικές φίρμες επενδύουν στη χώρα μας θεωρώντας πως τώρα είναι η χρυσή τους ευκαιρία. Η εταιρεία Mavi Jeans με παρουσία 20 ετών και πωλήσεις 10 εκατομμυρίων τζιν παντελονιών σε περισσότερα από 4.500 μαγαζιά και 50 χώρες έκανε την εμφάνισή της, όπως και οι Inci, Koton και Ipekyol. Η GIZIA δεν είχε την πορεία που όλοι θα περίμεναν παρά τα πολύ ποιοτικά της ενδύματα και έτσι έκλεισε πρόσφατα τα μαγαζιά της. Όμως οι Τούρκοι είναι επίμονοι.
Δεν είναι τυχαίο το γεγονός πως στην τελευταία επίσκεψη Ερντογάν στην Αθήνα πραγματοποιήθηκαν περισσότερες από 250 επαφές μεταξύ Ελλήνων και Τούρκων επιχειρηματιών.
Μάλιστα τα πρώτα deals είναι προ των πυλών όπως αυτό μεταξύ του businessman Γιαβούζ Ισκεντέρογλου, με τον έλληνα επιχειρηματία στον χώρο της νυχτερινής διασκέδασης κ. Θανάση Πριόβολο για το άνοιγμα των ομώνυμων εστιατορίων του στη χώρα μας. Ο Τούρκος «κεμπαμπτζής» μάλιστα θα φέρνει πρώτες ύλες και θα ανταγωνιστεί στα ίσια το ελληνικό σουβλάκι. Μια ακόμη τουρκική αλυσίδα που έρχεται να σώσει την παραπαίουσα οικονομία μας είναι και η «Simit Sarayi» που ήδη προχώρησε στην ενοικίαση χώρου στην περιοχή της Ομόνοιας. Μάλιστα ο κ. Χαλούκ Οκουτούρ, ο οποίος χαρακτηρίζεται στη χώρα του «ο μεγαλύτερος ανταγωνιστής των ΜcDonalds», θεωρεί πως η Ελλάδα είναι το νέο Ελντοράντο για τον ίδιο και σκοπεύει να ανοίξει τουλάχιστον 50 μαγαζιά στη χώρα μας αρχής γεννομένης από τη Θεσσαλονίκη. Επενδύσεις στην Κρήτη επιθυμούν να κάνουν όμως και μεγάλες τουρκικές επιχειρήσεις ενώ βασικό μέλημά τους είναι, σε πρώτη φάση, να “ριχτούν” στον τομέα του τσιμέντου. Και όχι, βέβαια, σύμφωνα με τις πληροφορίες, για την κατασκευή βιομηχανίας παραγωγής τσιμέντου, αλλά για σταθμό εφοδιασμού της Κρήτης, με τσιμέντο δικής τους παραγωγής, σε τιμές πολύ χαμηλότερες από αυτές που έχουν οι ελληνικές τσιμεντοβιομηχανίες. Διάχυτη λοιπόν είναι η πεποίθηση στην αγορά ετοίμου σκυροδέματος της Κρήτης ότι, σύντομα, θα προωθηθούν επενδύσεις για σταθμούς υποδοχής, αποθήκευσης και διακίνησης τσιμέντου” στο νησί και ότι στόχος συγκεκριμένων τουρκικών τσιμεντοβιομηχανιών είναι να κατακλύσουν την τοπική αγορά με τουρκικό τσιμέντο.
Παράλληλα Τούρκοι εξαγόρασαν πριν ενάμιση χρόνο την Μακεδονική Εταιρεία Χάρτου ΑΕ, πιο γνωστή ως ΜΕΛ. Η εταιρεία πωλήθηκε στον τουρκικό όμιλο Pak Holding. Να μην ξεχνάμε τέλος και την αλυσίδα τουρκικού επίπλου Istykbal που διαθέτει κατάστημα στη λεωφόρο Κηφισού όχι πάντως με θετικά αποτελέσματα.
Η επιχειρηματική νεο-ελίτ της Τουρκίας λοιπόν είναι εδώ. Άξονα των εμπορικών και επενδυτικών επιδιώξεων της Τουρκίας θα αποτελέσουν ο τουρισμός, η ενέργεια (με φόντο την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων του Αιγαίου και τους νέους αγωγούς), τον τραπεζικό τομέα (για τον οποίο οι Τούρκοι τραπεζίτες θεωρούν ότι ήρθε η ώρα να αντιστραφεί η ελληνική διείσδυση), αλλά επίσης, χωρίς συγκεκριμένους ακόμη στόχους, οι κατασκευές και το εμπόριο.Στο πλαίσιο αυτό στην Ελλάδα εκπροσωπείται η εταιρεία πετροχημικών Petkim από τον διευθύνοντα σύμβουλο Κενάν Γιαβούζ και τον πρόεδρο Ερντάλ Άκσοϊ. Επίσης ο μεγάλος επιχειρηματικός όμιλος – με πολυσχιδείς δραστηριότητες Erdem Ηolding από τον πρόεδρό της Τσεϊνέλ Αμπιντίν Έρντεμ. Ενώ από τον τραπεζικό τομέα έρχονται ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος αλλά και ο αντιπρόεδρος της Finansbank. Ακόμη ο πρόεδρος και ο γενικός διευθυντής της Tekfen η ο εκπρόσωπος της Τουρκοαμερικανικής Ένωσης Ουγκούρ Τερζίογλου.
Πηγή: Παραπολιτικά
fpress.gr
Η επιχειρηματική νεο-ελίτ της Τουρκίας λοιπόν είναι εδώ. Άξονα των εμπορικών και επενδυτικών επιδιώξεων της Τουρκίας θα αποτελέσουν ο τουρισμός, η ενέργεια (με φόντο την εκμετάλλευση των υδρογονανθράκων του Αιγαίου και τους νέους αγωγούς), τον τραπεζικό τομέα (για τον οποίο οι Τούρκοι τραπεζίτες θεωρούν ότι ήρθε η ώρα να αντιστραφεί η ελληνική διείσδυση), αλλά επίσης, χωρίς συγκεκριμένους ακόμη στόχους, οι κατασκευές και το εμπόριο.Στο πλαίσιο αυτό στην Ελλάδα εκπροσωπείται η εταιρεία πετροχημικών Petkim από τον διευθύνοντα σύμβουλο Κενάν Γιαβούζ και τον πρόεδρο Ερντάλ Άκσοϊ. Επίσης ο μεγάλος επιχειρηματικός όμιλος – με πολυσχιδείς δραστηριότητες Erdem Ηolding από τον πρόεδρό της Τσεϊνέλ Αμπιντίν Έρντεμ. Ενώ από τον τραπεζικό τομέα έρχονται ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος αλλά και ο αντιπρόεδρος της Finansbank. Ακόμη ο πρόεδρος και ο γενικός διευθυντής της Tekfen η ο εκπρόσωπος της Τουρκοαμερικανικής Ένωσης Ουγκούρ Τερζίογλου.
Πηγή: Παραπολιτικά
fpress.gr