Για χρόνια, για μήνες είχα ξεχάσει την ύπαρξή σου. Βλέπεις
εσύ χιλιάδες μίλια μακριά κι είχα κι εγώ
τις δικές μου μάχες… Ανεργία, αγώνας για επιβίωση και αξιοπρέπεια. Θύμα
επίθεσης κι εγώ αλλά χωρίς ορατά τραύματα, σφαγή δικαιωμάτων και κατακτήσεων
χωρίς ματοκύλισμα. Μόνο εκατομμύρια θύματα… Είναι αλήθεια πως σε θυμόμουν για
λίγα λεπτά όταν έβλεπα τηλεοπτικά ρεπορτάζ από τα θύματα των εμφυλίων πολέμων ή
των επεκτατικών επεμβάσεων στην ευρύτερη
περιοχή ή όταν βυθιζόταν καμιά «βάρκα της ελπίδας» που μετέφερε πρόσφυγες-άλλες
μανάδες με τα παιδιά τους- από τις εμπόλεμες περιοχές της Ανατολικής Μεσογείου. Από την εποχή της Ιντιφάντα, τότε
που «όπλο» των παιδιών σου απέναντι στους Ισραηλινούς στρατιώτες που
καταπατούσαν τη γη και τη ζωή σας ήταν η πέτρα, θαύμαζα αυτούς τους «μικρούς
ήρωες» και τις μανάδες πού τους γαλούχησαν. Ποιες, σκεπτόμουν, ήταν εκείνες οι
πράξεις βίας από την πλευρά των ισραηλιτών που τα έκαναν να μεγαλώνουν πρόωρα,
τα «μπόλιασαν» με πόνο και οργή ώστε να
«παίζουν» καθημερινά πόλεμο με τους ισραηλινούς στρατιώτες, απέναντι στα τανκς
με αληθινά βλήματα; Άραγε πριν φύγουν από το σπίτι τους έλεγες κι εσύ όπως οι
σπαρτιάτισσες μανάδες όταν ξεπροβόδιζαν τους γιούς τους για τον πόλεμο «ή ταν ή
επί τας»; Γιατί η φωνή σου που περιγράφει τις διώξεις, τις ταπεινώσεις, τον
εκτοπισμό και τις δολοφονίες δεκαετιών δεν ακούστηκε στα διεθνή ΜΜΕ, μόνο της
ισραηλινής μητέρας που ο έφηβος γιός της είχε εξαφανιστεί μαζί με δύο ακόμη
παιδιά και ο –όντως άδικος-θάνατός τους έγινε το άλλοθι για να σκοτωθούν
εκατοντάδες παιδιά της Παλαιστίνης; Όλες αυτές οι σκέψεις, βασανιστικές αλλά
φευγαλέες, ξεθώριαζαν γρήγορα κάτω από το βάρος μιας πιεστικής και αγχωτικής
καθημερινότητας.
Ενώ στα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων της χώρας μου
ασχολούμασταν με τους οικονομικούς δείκτες, τα προαπαιτούμενα για τη λήψη της
δόσης, τη σύλληψη ενός τρομοκράτη(οι
τρομοκράτες των λαών μένουν ασύλληπτοι), την δολοφονία ενός αδέσποτου επί 10
λεπτά(!) ή τη ξέφρενη νυχτερινή ζωή στη Μύκονο,
ξαφνικά ήλθαν τα στιγμιότυπα από τη ζωή σου να διαταράξουν-όχι όλων- την
καλοκαιρινή ραστώνη. Στην τηλεόραση, τις εφημερίδες, το διαδίκτυο. Ανάμεσα σε
διαφημίσεις για μαγιό και βραδινές
τουαλέτες, οι φωτογραφίες σου. Που να το φανταζόσουν λίγες μέρες πριν
ότι οι φωτογραφίες μιας καθημερινής γυναίκας από μια φτωχογειτονιά της Παλαιστίνης
θα έκαναν το γύρο του κόσμου…
Ενώ εσύ έπλενες τα πιάτα, μαγείρευες το φαγητό σου,
φρόντιζες το φτωχικό σου, ρίχνοντας μια φευγαλέα ματιά στα παιδιά που έπαιζαν
στην αυλή με αυτοσχέδια παιχνίδια, οι
ισχυροί του κόσμου, όχι μόνο οι ισραηλινοί αλλά και οι «αξιότιμοι» αμερικάνοι
και ευρωπαίοι ηγέτες, έπαιζαν μια ακόμη παρτίδα
στη «πολιτική σκακιέρα» του τόπου σου. Δεν σε ρώτησαν αν θέλεις να
συμμετάσχεις στο παιχνίδι. Έχουν άλλωστε τα πιόνια άποψη;
Προσπαθώ να φανταστώ πως ένιωσες όταν άρχισε η επίθεση των
Ισραηλινών με το όνομα « Προστατευτική Αιχμή». Ο άντρας σου, τα παιδιά σου που
πήγατε; Σε φαντάζομαι να παίρνεις βιαστικά μια τσάντα στο χέρι και τρέχεις
αλλόφρων στο δρόμο με το μικρότερο παιδί στην αγκαλιά ή σέρνοντάς τα άλλα από
το χέρι. Σε μια άλλη φωτογραφία είδα έναν άντρα, μπορεί και να ήταν ο άντρας
σου να κρατά και τα δυο παιδιά στην αγκαλιά, σαν να μπορούσε να τα σώσει και τα
δυο μαζί, σαν να μπορούσε να γίνει ο ίδιος ασπίδα ενάντια στη δολοφονική
επίθεση των ισραηλινών. Φαντάζομαι τι στιγμή που τα παιδιά σου άρχισαν να
κλαίνε τρομοκρατημένα από τις εκρήξεις, από το θανατικό που πλησίαζε απειλητικά
κι εσύ να άνοιξες την αγκαλιά σου για να
τα προστατέψεις σα να μπορούσε το σώμα σου να είναι άτρωτο, να γίνει το πιο
ασφαλές καταφύγιο από τις ισραηλινές ρουκέτες.. Τι κι αν δεν πιστεύουμε στον
ίδιο θεό θαρρώ πως από τα σπλάχνα μας, εκεί που ρίζωσαν και μεγάλωσαν τα παιδιά
μας, θα μπορούσαν να βγουν τα λόγια του Κώστα Βάρναλη που στο πρόσωπο της Παναγίας, βλέπει τη Μάνα «, Πού να σε κρύψω, γιόκα μου, να μη σε φτάνουν
οι κακοί; Σε ποιο νησί του Ωκεανού, σε ποιάν κορφή ερημική; Δε θα σε μάθω να
μιλάς και τ’ άδικο φωνάξεις. Ξέρω, πως θα ‘χεις την καρδιά τόσο καλή, τόσο
γλυκή, που μες στα βρόχια της οργής ταχιά θενά σπαράξεις». Και συνεχίζει:
«Θεριά οι ανθρώποι δεν μπορούν το φως να το σηκώσουν… Χίλιες φορές να γεννηθείς
τόσες να σε σταυρώσουν». «Τα παιδιά
μου!» ουρλιάζεις έντρομη, αλλά ποιος θα σε ακούσει; Οι αμερικάνοι έχουν εδώ και
χρόνια επιλέξει συμμάχους και αυτοί δεν είναι ο λαός σου, ενώ οι ευρωπαίοι
σφυρίζουν αδιάφορα, χύνοντας κροκοδείλια δάκρυα για τις «αποτρόπαιες πράξεις»
των ισραηλινών, ακολουθώντας όπως και η δικομματική, ελληνική κυβέρνηση, την
πολιτική των ίσων αποστάσεων μεταξύ θύτη και θύματος. Όμως όταν νιώθεις πίσω
σου καυτή την ανάσα του θανάτου δεν έχεις χρόνο για τέτοιες σκέψεις. Τα
δευτερόλεπτα είναι αιώνας. Τρέξε!
Πάλεψε! Κρατήσου! Για την Παλαιστίνη, για τα παιδιά σου. Δεν είσαι μόνη. Τούτες
τις μέρες όλες παλαιστίνιες είμαστε… Ακόμη κι αν δεν το νιώθουμε όπως εσείς από
την πρώτη μέρα που τα φέρνετε στο κόσμο,
τα παιδιά αυτά βρίσκονται στο στόχαστρο των εμπόρων του πολέμου. Μία
ρουκέτα πέρασε ξυστά. Ευτυχώς σωθήκατε. Κι άλλη. Κι άλλη. Κι ύστερα σιωπή. Άκρα
του τάφου σιωπή. Νόμιζα πως χάθηκες κάτω από τα ερείπια του σπιτιού σου, του
σχολείου, του νοσοκομείου, εκεί που χτυπούσαν ανελέητα οι ισραηλινοί. Με
ρουκέτες που πρώτα φρόντισαν πάνω τους να γράψουν τα δικά τους παιδιά πριν τις
ρίξουν: «Με αγάπη από το Ισραήλ» ζωγραφίζοντας δίπλα μια καρδούλα ή το
χαρακτηριστικό εβραϊκό άστρο. Σα να ήταν ευχητήρια κάρτα. Έλεος! Πόσο
διεστραμμένος μπορεί να γίνει ο άνθρωπος; Ευτυχώς, τα κατάφερες. Σκονισμένη,
ταλαιπωρημένη από την έκρηξη αλλά ζωντανή! Ή μήπως όχι. Σε ξαναείδα σε μια
φωτογραφία. Το σώμα σου ήταν ανέπαφο. Η ψυχή σου κομματιασμένη. Στην αγκαλιά
σου κρατάς το αγγελούδι σου- έτσι το λέτε κι εσείς;-τυλιγμένο προσεκτικά σε ένα
άσπρο σεντονάκι. Θαρρώ πως το
νανουρίζεις γλυκά όπως τότε που πρωτοείδε το φως στην Παλαιστίνη. Τώρα
όμως που βλέπω καλύτερα τη φωτογραφία…
Όχι, όχι, δεν το νανουρίζεις. Το μοιρολογείς! Ο θρήνος
σου ταξιδεύει στον αέρα. Δεν καταλαβαίνω τη γλώσσα σου. Ξέρω ότι τώρα θυμάσαι
όλες τις χαρές που σου χάρισε, το γέλιο του, τα παιχνίδια του, τη μυρωδιά του
όταν το έκανες μπάνιο, το τρυφερό δερματάκι
του όταν το άλλαζες, τα πρώτα βήματα, το πρώτο δόντι... Τώρα όμως το
προσωπάκι του είναι πολύ χλωμό και το
κορμάκι του είναι άκαμπτο σαν τις πλαστικές κούκλες παίζαμε μικρές. Κι έπειτα αυτή η τεράστια κηλίδα από αίμα στο σεντόνι με
ανατριχιάζει. Είμαι σίγουρη ότι μέσα σου ευχόσουν να ήταν το δικό σου το χυμένο
αίμα όχι του παιδιού σου. Δεν μπορεί θα το έχεις ζήσει κι εσύ. Θυμάσαι όταν
ήταν μικρά τα παιδιά και τα πηγαίναμε για να τους πάρουν λίγο αίμα, κλαίγαμε κι
εμείς μαζί τους. Τώρα που το αίμα τους ρέει άφθονο, στα ερείπια των σπιτιών,
την παραλία όταν παίζουν, στα σχολεία που ζητούν καταφύγιο, στα νοσοκομεία που
ζητούν βοήθεια, τώρα; Εσύ που έτρεχες πίσω τους μη τύχει και πέσουν και
χτυπήσουν τώρα τα βλέπεις
σακατεμένα… Η γη της Παλαιστίνης ήταν
διψασμένη για νερό, για ειρήνη, για ανεξαρτησία, όχι για το αίμα των παιδιών
της. Κράτησε το λίγο στην αγκαλιά σου ακόμα πριν να στο πάρουν. Ζέστανέ το! Είναι τόσο παγωμένο μέσα στο
κατακαλόκαιρο.
Τώρα πια δεν έχεις πρόσωπο. Μόνο μια μάσκα πόνου και φρίκης
ίδια για όλες τις χαροκαμένες μάνες της Παλαιστίνης. Μόνο η μαντίλα διαφέρει…
Για μένα ξεκινά μια ακόμη ευτυχώς καθημερινή μέρα για σένα συνεχίζεται η βαθιά αποπνικτική
νύχτα… Ξέρω πως δεν έχεις κουράγιο να παλέψεις το Μινώταυρο των Ισραηλινών
επιθέσεων, των επεκτατικών πολέμων ( ή αλλιώς ιμπεριαλιστικών) που γίνονται
στην Παλαιστίνη αλλά και στην ευρύτερη περιοχή της Ανατολικής Μεσογείου. Εσύ
θέλεις μόνο να σταθείς πάνω στα
«ακρωτηριασμένα» σου πόδια. Να ξανακτίσεις τούβλο το τούβλο το ρημαγμένο σου
σπιτικό, να στηρίξεις τα άλλα παιδιά που
ξέφυγαν από τη φρίκη του πολέμου-κι είναι πάνω από 100.000 που θα χρειαστούν
ψυχολογική υποστήριξη- να τα μάθεις τι θα πει αντίσταση και αγώνας την ανεξαρτησία. Κοίτα γύρω σου. Χιλιάδες
εργαζόμενοι, άνεργοι, σε όλες τις μεγάλες πόλεις τις Ευρώπης, διαδηλώνουν κατά
της γενοκτονίας των Παλαιστινίων από τους Ισραηλινούς. Οι επιθέσεις μετά την ολιγόωρη ανακωχή θα
ξαναρχίσουν. Μόνο που πρέπει ο θρήνος και η κραυγή σου να φτάσουν από άκρη σε
άκρη. Μεταφέροντας το μήνυμα που είχε γράψει
πριν από πολλά χρόνια τον Ιούνιο του 1982, στο Καρλόβασι της Σάμου, ο
κομμουνιστής ποιητής Γ. Ρίτσος.
Μαύρο
«Τούτο το καλοκαίρι μαύρισε από την κάπνα της φωτιάς. Ψάχνω να βρω μια άλλη λέξη από
τη λέξη μαύρο. Δεν βρίσκω. Μαύρο και μαύρο. Αχ, μαύρη μάνα, Παλαιστίνη. Χτυπάω
Τα΄άδειο παγούρι σου ταμπούρλο. Ξύπνα κόσμε. Ξυπνήστε»
Μια ελληνίδα μάνα
Για την αντιγραφή
Ευγενία Κώτη