Τετάρτη 5 Οκτωβρίου 2011

ΣΠΗΛΑΙΟ ΟΛΥΜΠΩΝ



Το σπήλαιο της Συκιάς βρίσκεται νοτίως του μεσαιωνικού οικισμού Ολύμποι της Χίου και σε απόσταση 8 km από τον οικισμό.
Πιο συγκεκριμένα βρίσκεται στη θέση Καμπιά, μεταξύ του φυσικού λιμένος των Φανών και του όρμου Σαλαγώνας.
Η φυσική είσοδος του σπηλαίου βρίσκεται σε απόσταση περίπου 100m από το δρόμο που συνδέει τους Ολύμπους με τον παραθαλάσσιο ναό της Αγ. Δύναμης και 1.5 km πριν φθάσουμε στην Αγ. Δύναμη.

Η περιοχή είναι ομαλή, λοφοειδής και αυτοφυείς θάμνους και θαμνοειδή με εξαιρετικά διατηρημένο φυσικό περιβάλλον που συνθέτει ένα φωτεινό νησιωτικό ήρεμο τοπίο (βλ. φωτογραφίες 1,2,3).
Το ίδιο το σπήλαιο παρουσιάζει αξιόλογο ενδιαφέρον, σύμφωνα δε με την άποψη του σπηλαιολόγου Γ. Αβαγιάνου, πρόκειται για ένα από τα πιο αξιόλογα και όμορφα σπήλαια της Ελλάδας.

Το σπήλαιο αποτελείται από ένα κύριο θάλαμο διαστάσεων 30Χ30m περίπου, ο οποίος προεκτείνεται σε ένα επίμηκες τμήμα που αναπτύσσεται προς βορειοανατολική διεύθυνση.

Περιμετρικά του κυρίως θαλάμου δημιουργούνται "εσοχές", όπως για παράδειγμα νοτιοδυτικά, βορειοδυτικά και βόρεια, οι οποίες σε ορισμένες θέσεις διαμορφώνουν άλλους μικρότερους θαλάμους.

Σήμερα το σπήλαιο παρουσιάζει φυσική είσοδο από μία οπή, που έχει ανοιχτεί στο νότιο τμήμα της οροφής του μεγάλου θαλάμου. Κάτω ακριβώς από τη φυσική αυτή είσοδο του σπηλαίου υπάρχει ένας μεγάλος ογκόλιθος.

Το δάπεδο του σπηλαίου που δημιουργείται στην πάνω επιφάνεια του ογκόλιθου, βρίσκεται σε βάθος 12.50 m περίπου από τη στάθμη φυσικού εδάφους στη θέση της οπής.
Περιμετρικά του ογκόλιθου, το δάπεδο του σπηλαίου βρίσκεται μέχρι και 5.00m χαμηλότερα ενώ η οροφή του έχει ύψος 10.00 - 13.00 m περίπου.
Από τη θέση αυτή και με κατεύθυνση βόρεια, βορειοδυτική και βορειοανατολική, το δάπεδο παρουσιάζει αξιόλογη κατερχόμενη κλίση, η οποία φθάνει μέχρι και 80%.
Έτσι, το δάπεδο του σπηλαίου στο δυτικό, βόρειο και βορειοανατολικό τμήμα της περιμέτρου του κυρίως θαλάμου φθάνει σε βάθος 30.00 - 35.00 m από το σημείο φυσικής εισόδου. Μόνο προς ανατολική κατεύθυνση το δάπεδο παρουσιάζει ανερχόμενη κλίση.

Η οροφή του κυρίως θαλάμου στο κεντρικό και ανατολικό ήμισυ αυτού είναι περίπου οριζόντια, ευρισκόμενη κατά 5-7 m κάτω από το σημείο εισόδου.
Προς δυτική όμως και βορειοδυτική κατεύθυνση η οροφή παρουσιάζει κατερχόμενη κλίση, φθάνοντας στην περίμετρο του θαλάμου σε βάθος 30.00m περίπου κάτω από το σημείο εισόδου.

Ο σταλακτιτικός και σταλαγμιτικός διάκοσμος του σπηλαίου είναι πολύ αξιόλογος (βλ. και φωτογραφίες 4-11).
Σε ορισμένες θέσεις μάλιστα η ανάπτυξη του είναι εντυπωσιακή, δημιουργώντας μεγάλα συμπλέγματα από κολώνες ύψους αρκετών μέτρων.

Η οροφή, κατά το μεγαλύτερο μέρος της, είναι καλυμμένη από πλήθος σταλακτιτών, οι οποίοι κατά κανόνα δεν έχουν μεγάλη ανάπτυξη.
Τη μεγαλύτερη ανάπτυξη παρουσιάζουν οι σταλακτίτες που αναπτύσσονται κατά μήκος μεγάλων ασυνεχειών των ασβεστόλιθων της οροφής.
Σε ορισμένα σημεία της οροφής παρατηρούμε απουσία σταλακτιτικού υλικού.

Σύμφωνα με τη γεωλογική μελέτη, εδώ ο σταλακτιτικός διάκοσμος έχει αποκολληθεί και πέσει, ενώ μικροί σταλακτίτες έχουν αρχίσει να δημιουργούνται εκ νέου.
Σε αρκετές θέσεις του δαπέδου εξάλλου βρίσκουμε πεσμένα τεμάχια από σταλακτιτικό διάκοσμο της οροφής.
Σε μερικά από αυτά έχουν ήδη αναπτυχθεί αξιόλογα σταλαγμιτικά συμπλέγματα, πράγμα που δείχνει ότι ορισμένες συμπλέγματα, πράγμα που δείχνει ότι ορισμένες από αυτές τις καταπτώσεις έχουν λάβει χώρα αρκετά παλιά.
Οι πλευρές του σπηλαίου είναι και αυτές σε μεγάλο βαθμό καλυμμένες από ασβεστικό διάκοσμο.
Σε πολλές θέσεις ο διάκοσμος αυτός έχει ρεολιθική μορφή, σε άλλες όμως αναπτύσσονται μικρά σταλακτιτικά συμπλέγματα.

Σε ορισμένες θέσεις είναι εντυπωσιακή η ανάπτυξη ιδιόμορφων σταλακτιτικών συμπλεγμάτων από εκκεντρικές, που η δημιουργία τους αντιβαίνει τους νόμους της βαρύτητας, αφού δεν αναπτύσσονται κατά την κατακόρυφη διεύθυνση.
Η ανώμαλη αυτή ανάπτυξη αποδίδεται σε ύπαρξη ρευμάτων αέρος μέσα στο σπήλαιο λόγω ίσως της μορφής του, αλλά και του φυσικού ανοίγματος της οροφής του.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι σε αρκετέ θέσεις ο ασβεστιτικός διάκοσμος παρουσιάζεται διερρηγμένος.
Ενίοτε οι διαρρήξεις αυτές έχουν επανασυγκολληθεί από μεταγενέστερη απόθεση ασβεστιτικού υλικού. Μερικές φορές διαπιστώνουμε και μετατοπίσεις σταλακτιτικού - σταλαγμιτικού διακόσμου της τάξης των μερικών εκατοστών.

Σε ορισμένα σημεία ο διάκοσμος του σπηλαίου έχει λευκό χρώμα. Κατά κανόνα όμως έχει μία κιτρινέρυθρη χροιά.
Δεν υπάρχουν τρεχούμενα νερά μέσα στο σπήλαιο και η παρουσία του υγρού στοιχείου μέσα σ' αυτό περιορίζεται σε σταγονορροές κυρίως κατά την υγρή περίοδο του υδρολογικού έτους.

Ως προς την πανίδα του σπηλαίου, αυτή δεν φαίνεται να παρουσιάζει εντυπωσιακές ιδιαιτερότητες πως και γενικότερα το οικοσύστημα του σπηλαίου.
Παρατηρήθηκε ανάπτυξη χλωρίδας επί των τοιχωμάτων του λιθωματικού διακόσμου και του δαπέδου του σπηλαίου στην περιοχή της εισόδου, όπου ο φωτισμός είναι άπλετος.
Όσον αφορά στην πανίδα, υπάρχουν σαφή τα δείγματα ύπαρξης νυχτερίδων. Εντοπίσθηκαν λίγες νυκτερίδες μέσα στο διάκοσμο της Βορειανατολικής πλευράς του σπηλαίου.

Ένα από τα πράγματα που προκαλεί εξαιρετική εντύπωση στο εσωτερικό του σπηλαίου είναι το πλήθος των ογκόλιθων που καλύπτουν το δάπεδο του σε μεγάλο μέρος της έκτασης του.
Οι ογκόλιθοι αυτοί έχουν προέλθει από καταπτώσεις, κυρίως από την οροφή του σπηλαίου αλλά και από τις πλευρές του.
Το μέγεθος τους ποικίλλει από μερικά κυβικά δεκάμετρα έως μερικά κυβικά μέτρα.

Αυτή η ιδιομορφία που αρχικά ξενίζει, θα αποδειχθεί πολύ χρήσιμη στη συνέχεια, όταν στη φάση της κατασκευής, μέρος από το υλικό αυτό θα χρησιμοποιηθεί σε συνδυασμό με ισχυρή τσιμεντοκονία για τη σταθεροποίηση περιοχών που παρουσιάζουν αμφίβολη ευστάθεια (περιοχές Α, Β, Ζ) ή την ενίσχυση περιοχών για την διαπλάτυνση του διαδρόμου διελεύσεως (περιοχή Γ, Ε).

Χρονολόγηση

Από την χρονολογία των ανθρακικών υλικών του σπηλαίου, προέκυψε ότι η δημιουργία του έγινε σε δύο διαφορετικές φάσεις. Η πρώτη τοποθετείται στο Αν. Ιουρασικό -Κ. Κρητιδικό και η δεύτερη στο Καινοζωϊκό (Τυρρήνιο ή τη μέση περίοδο Ρισίου -Βουρμίου