Του Κώστα Τριαντάφυλλου*
Πριν από λίγες
ημέρες, το ελληνικό Κοινοβούλιο κύρωσε τη Διεθνή Σύμβαση για τη Ναυτική
Εργασία. Μία διεθνής υποχρέωση, αλλά και μια σημαντική εξέλιξη.
Με τη σύμβαση
ρυθμίζονται ζητήματα που χρόνιζαν και είχαν καταστήσει το επάγγελμα του
ναυτικού, καθώς και όλα τα συναφή, μη ελκυστικό. Η σύμβαση συμβάλλει ουσιαστικά
στον καθορισμό των ελάχιστων κοινών, παγκοσμίως, προτύπων για τις συνθήκες
εργασίας, υγείας και ασφάλειας των ναυτικών. Και ακριβώς αυτή η παγκόσμια
διάσταση είναι που μας ενδιαφέρει, καθώς η ελληνική ναυτιλία είναι η πλέον
παγκοσμιοποιημένη ελληνική δραστηριότητα.
Η οικονομική κρίση
βρήκε την ελληνική ναυτιλία με ισχυρές αντιστάσεις, αλλά και ενισχυμένες
προοπτικές.
Ειδικότερα ο χώρος
της ναυτιλίας αποτελεί το ιδανικό παράδειγμα προς μίμηση για όλους τους κλάδους
της ελληνικής οικονομίας. Διαθέτει όλα εκείνα τα χαρακτηριστικά, που τον έχουν
φέρει στην πρώτη θέση παγκοσμίως, όπως η εξωστρέφεια και η διεθνοποίηση του
κλάδου.
Η ιδιαιτερότητα
και οι απαιτήσεις της κρίσης υπενθυμίζουν ότι η -αποδεδειγμένα ανταγωνιστική
και πρωτοπόρος- ελληνική ναυτιλία μπορεί να συμβάλει στην αναζήτηση διεξόδου
από την οικονομική και κοινωνική κρίση και μπορεί να μειώσει την ανεργία,
ιδιαίτερα αυτή των νέων.
Η ναυτιλία, μαζί
με τον τουρισμό, προσφέρουν το υψηλότερο εμπορικό πλεόνασμα από οποιαδήποτε
άλλο κλάδο της οικονομίας. Μόνο το έτος 2011, μεσούσης δηλαδή της κρίσης, τα
έσοδα από την παροχή ναυτιλιακών υπηρεσιών σε ξένο συνάλλαγμα ανήλθαν σε 14
δισ. ευρώ, ενώ ο κλάδος του τουρισμού την ίδια χρονιά προσέφερε έσοδα λίγο
παραπάνω από 10 δισ. Ευρώ. Παρά, λοιπόν, τη δυσμενή διεθνή οικονομική συγκυρία,
οι προοπτικές είναι συγκρατημένα αισιόδοξες, λόγω της συνεχιζόμενης αύξησης σε
χωρητικότητα του ελληνόκτητου στόλου.
Ειδικά για τον
κλάδο της ναυτιλίας οι αριθμοί δεν κουράζουν, αλλά προσφέρουν αισιοδοξία και
διάθεση για περαιτέρω δουλειά, αλλά και απαραίτητα νέα μέτρα.
Ενώ λοιπόν, από τη
μία πλευρά, η Ελλάδα παραμένει το κορυφαίο ναυτιλιακό έθνος στον κόσμο
ελέγχοντας το 15,1% της χωρητικότητας του παγκόσμιου στόλου, από την άλλη
μελέτη του ΙΟΒΕ καταλήγει στο συμπέρασμα ότι, αν η Ελλάδα προσέλκυε το σύνολο
των δραστηριοτήτων των Ελλήνων εφοπλιστών, θα ήταν δυνατό να παραχθεί εγχώρια
προστιθέμενη αξία 26 δισ. ευρώ έναντι 10 δισ. ευρώ υπό τις παρούσες συνθήκες.
Αριθμοί που αποκτούν
δυσθεώρητες διαστάσεις, αν αναλογιστούμε ότι από το 2000 έως το 2011 το
ναυτιλιακό συνάλλαγμα που εισέρευσε στην εθνική οικονομία, ανήλθε σε 154 δισ.
ευρώ, σχεδόν το μισό του χρέους της χώρας και τετραπλάσιο από τους κοινοτικές
εισροές ύψους 46 δισ. ευρώ για την περίοδο 2000-2013.
Δεν είναι, όμως,
μόνο το μέγεθος του στόλου και του συναλλάγματος αλλά και το μέγεθος του
αριθμού των ναυτικών, των εργαζομένων. Η ελληνική ναυτιλία διαθέτει 3.800
ποντοπόρα και 4.200 και πλέον πλοία, με 17.000 εργαζόμενους σε ποντοπόρα και
σημαντικό αριθμό εργαζόμενων στην ακτοπλοΐα/ κρουαζιέρα, συνολικά με 200.000
εργαζόμενους να ασχολούνται άμεσα και έμμεσα στις δραστηριότητες που
σχετίζονται με την ναυτιλία, με την συμβολή στην ανάπτυξη των ελληνικών λιμένων
και σημαντικού αριθμού παρα-ναυτιλιακών δραστηριοτήτων και αποτελεί την αιχμή
της ελληνικής οικονομίας, ακόμα και σε αυτές τις πρωτόγνωρα δύσκολες συνθήκες.
Η ανάπτυξη,
λοιπόν, της ναυτιλίας έχει πολλές διαστάσεις που, μέσα σε ένα διεθνοποιημένο
οικονομικό περιβάλλον, αποκτούν πολλαπλάσια σημασία. Τοποθετεί τη χώρα σε μία
υψηλή κλίμακα παρεχομένων υπηρεσιών και ουσιαστικά αποτελεί την θετική όψη της
χώρας, μέσα σε μια γκρίζα ατμόσφαιρα όσον αφορά τις δυνατότητες της Ελλάδας να
ξεφύγει από την κρίση.
Το μέγεθος και η
συνεισφορά της στην εθνική οικονομία επιτρέπουν την καθοριστική συμβολή στην
απασχόληση, τις επενδύσεις, την επιχειρηματικότητα.
Η αναγνώριση και η
συνειδητοποίηση από τις κοινωνικές δυνάμεις του ρόλου και της συμβολής της
ναυτιλίας, αλλά και η ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας της ελληνικής σημαίας,
όσο και του κεκτημένου πλεονεκτήματος σε παγκόσμιο επίπεδο, αποτελούν εθνική
προτεραιότητα ιδιαίτερα στις συνθήκες κρίσης που αντιμετωπίζει η χώρα.
Για το λόγο αυτό,
το βασικό επόμενο και απαραίτητο βήμα που πρέπει να γίνει στο χώρο της
ναυτιλίας, είναι να εξετάσουμε σοβαρά το θέμα της ναυτικής εκπαίδευσης. Είναι
κομβικής σημασίας η σύγχρονη Ναυτική Εκπαίδευση. Έχει ήδη γίνει η απαραίτητη
προεργασία και, πλέον, είμαστε στο σημείο των αποφάσεων.
Είναι μεγάλη
πολυτέλεια και σοβαρή αντίφαση να έχουμε, από τη μια πλευρά, μεγάλη ζήτηση για
ναυτικούς και για συναφή με τη ναυτιλία επαγγέλματα και, από την άλλη, η
ανεργία των νέων να είναι η υψηλότερη σε όλη την Ευρώπη. Η κατάρτιση, με
σύγχρονο περιεχόμενο, των στελεχών της ελληνικής ναυτιλίας είναι αναγκαίο
προαπαιτούμενο για την κάλυψη θέσεων εργασίας. Ας ελπίσουμε, ότι θα γίνουν
γρήγορα και αποφασιστικά βήματα προς αυτή την κατεύθυνση!
* Ο Κ. Τριαντάφυλλος είναι βουλευτής Χίου του ΠΑΣΟΚ