Κυρίες και κύριοι,
Με ιδιαίτερη χαρά βρίσκομαι σήμερα εδώ, συμμετέχοντας στη παρουσίαση της έκδοσης ‘’Επενδύοντας στην Ελλάδα’’. Θα μείνω στον τίτλο που επιλέγει ο εκδότης στο προλογικό του σημείωμα, καθώς δίνει την ουσία του εγχειρήματος αυτού… «Καταγράφοντας την αισιοδοξία». Στην πραγματικότητα, είναι ένα ανθολόγιο από success stories. Μια αφήγηση, που υπερβαίνει την παράθεση οικονομικών στοιχείων και την παρουσίαση επιχειρηματικών πλάνων.
Είναι η αφήγηση ενός νέου τρόπου σκέψης, που μπορεί- και αυτό είναι το σημαντικό- να ανθίσει στην Ελλάδα. Στην ουσία διηγείται, στο πλαίσιο της επιχειρηματικότητας, την αντίσταση της χώρας μας απέναντι σε ότι φάνταζε σχεδόν αδύνατο πριν από λίγα χρόνια.
Τη διάψευση των χειρότερων προβλέψεων που ακολούθησαν τις ανατροπές -, ανατροπές σε όλα τα επίπεδα-, που έφερε η ύφεση.
Είναι λοιπόν πολύ μεγάλη η αξία αυτής της έκδοσης. Πρώτον, γιατί συγκεντρώνει με εξαιρετικά οργανωμένο τρόπο, τις πρακτικές και τη φιλοσοφία των εταιριών, ελληνικών και πολυεθνικών επιχειρήσεων που κατάφεραν και βγήκαν δυνατές από την κρίση και προχωρούν σε σημαντικές επενδύσεις στη χώρα μας.
Δίνει αναλυτικά την απάντηση στην ερώτηση: «Εμπιστεύονται οι επενδυτές την Ελλάδα;» Η καταγραφή είναι αδιάψευστη. Και φωτίζει με τον πιο καθαρό τρόπο την κίνηση προς τα εμπρός που έχει πλέον η οικονομία μας. Κίνηση που πολλές φορές, οι ίδιοι την αδικούμε.
Και μαζί αδικούμε τις τεράστιες θυσίες των πολίτων, την μεγάλη προσπάθεια που έγινε για να πάρει μπροστά η μηχανή.
Είτε από τα παλιά και καταστροφικά ήθη του πολιτικού μας βίου που δυστυχώς ακόμη εξοβελίζουν τις ψύχραιμες αποτιμήσεις και τον ουσιαστικό διάλογο για το εθνικό συμφέρον… Είτε από τη διαφορά φάσης ανάμεσα στις θετικές εξελίξεις στο επενδυτικό κλίμα και στο χρόνο που απαιτείται για να φανούν τα αποτελέσματα στην καθημερινότητα των ανθρώπων και στην πραγματική οικονομία.
Δεύτερον, γιατί αυτό το βιβλίο έγινε κυρίως επειδή ωριμάζει η συνείδηση ότι πέρα από τις δεσμεύσεις, πέρα από τα όρια του ρεαλισμού, πρέπει κάποτε να επιλέξουμε τι χώρα θέλουμε να είμαστε. Τι εικόνα θέλουμε να έχουμε για τον εαυτό μας. Πως βιώνουμε τις επιτυχίες που φέρνουμε. Και σε αυτό θα επιμείνω.
Αν και είμαι λάτρης των αποδείξεων, των στοιχείων και των εμπεριστατωμένων δεδομένων, ξέρω πολύ καλά, - όλοι το ξέρουμε- ότι τίποτε δεν είναι αρκετά πειστικό όταν το υπόβαθρο παραμένει μηδενιστικό, όταν δεν αυξάνεται η κριτική στάση απέναντι στις ευκολίες του λαϊκισμού. Απέναντι στο «παράλογο», αν και απολύτως εξηγήσιμο με μικροπολιτικούς όρους, την ίδια στιγμή που αναγνωρίζουν στην Ελλάδα νίκες στο εξωτερικό, να προσπαθούν να τις υποσκάψουν δυνάμεις στο εσωτερικό της χώρας.
Και σε αυτή την νέα αφήγηση απέναντι στον εαυτό μας, στη νέο προσδιορισμό μας ως χώρα που έχει τεράστια αποθέματα προόδου, προσθέτει αυτή η έκδοση που σήμερα παρουσιάζεται.
Αν έπρεπε να πω τι μένει από την μελέτη αυτού του πονήματος, - και προσπαθώντας να αποστασιοποιηθώ από την εμπειρία και το ρόλο μου σήμερα- θα έλεγα αυτό: Κάθε χώρα έχει τις καλές και κακές της στιγμές. Τις δύσκολες και ευημερούσες περιόδους της.
Έτσι και η Ελλάδα. Περάσαμε πολύ δύσκολα, αλλά το ξεπερνάμε. Και για να είμαστε σε θέση να λέμε σήμερα κάτι τέτοιο και μάλιστα να κρατάμε στα χέρια μας και μια εξαιρετικά ακριβή καταγραφή παραδειγμάτων για την αλλαγή του επενδυτικού κλίματος, έγινε μια τεράστια αλλαγή στον τρόπο που δουλεύει το κράτος, στο οπλοστάσιο που έχουμε στις διαπραγματεύσεις, στην αποτελεσματικότητα της κυβέρνησης.
Με σταθερά βήματα και δουλειά υποδομής που κάλυψε κενά και θεράπευσε παθογένειες δεκαετιών, μέσα σε δύο μόνο χρόνια. Η επιχειρηματική και επενδυτική κινητικότητα που περιγράφεται σε αυτή την έκδοση ήρθε γιατί
• ανακτήσαμε την πολιτική σταθερότητα και την εμπιστοσύνη στο εξωτερικό, τη οποία πρέπει να διαφυλάξουμε από παιγνίδια με τους θεσμούς
• πετύχαμε τη δημοσιονομική προσαρμογή και για ακόμα μια χρονιά πρωτογενές πλεόνασμα. Και είναι σαφές ότι πάνω σε αυτή τη βάση πρέπει να συνεχίσουμε.
Όμως όλα αυτά δεν επιτεύχθηκαν χωρίς κόστος… Η ελληνική κοινωνία κλήθηκε να πληρώσει μεγάλο μέρος του κόστους προσαρμογής, τόσο από τη μείωση του εισοδήματος όσο και από την αύξηση της ανεργίας στο 27%. Αυτό πρέπει να αποκατασταθεί. Τώρα πρέπει να χτίσουμε πάνω στην υγιή δημοσιονομική βάση το νέο παραγωγικό μοντέλο της χώρας.
Γιατί εμείς με το δημοσιονομικό πλεόνασμα δεν υποσχόμαστε διορισμούς και επαναπροσλήψεις επιόρκων στο δημόσιο όπως ονειρεύονται μερικοί…
Εμείς επιδιώκουμε αυτό το πλεόνασμα, να γίνει το εφαλτήριο ανάπτυξης και μετασχηματισμού της ελληνικής οικονομίας. Και προφανώς αυτό δεν γίνεται χωρίς να στηρίξουμε την επιχειρηματικότητα. Είναι αυτονόητο, όμως τώρα παύει στη χώρα μας να είναι «ποινικοποιημένη» η επένδυση που στηρίζεται στην ποιότητα και στην ανταγωνιστικότητα και όχι στον κρατισμό.
Ειδικά για τις ελληνικές επιχειρήσεις… Δεν χρειάζεται να αναφερθώ σε όλες τις επιπλοκές που έφερε η ύφεση και στις τραγικές της συνέπειες. Είναι όλα αυτά βιωμένα με τον χειρότερο τρόπο. Γι αυτό έχει ειδικό βάρος πως έδρασαν, πως κινήθηκαν όσες επιχειρήσεις ανέπτυξαν δημιουργικά ανακλαστικά, και κατάφεραν όχι μόνο να επιβιώσουν αλλά και να επεκτείνονται, να δοκιμάζουν τις δυνάμεις τους σε νέες αγορές και να ανταγωνίζονται ισάξια τις μεγάλες πολυεθνικές.
Η δημιουργικότητα, το ελληνικό επιχειρηματικό πνεύμα, το μεράκι, η αντοχή και η επιμονή στις δυσκολίες, τα γερά παραγωγικά θεμέλια και το ανταγωνιστικό προϊόν άντεξαν στη κρίση και συνεχίζουν δυναμικά.
Και αυτές είναι οι εταιρείες που είναι δεμένες με την καινοτομία και προσηλωμένες στα ανταγωνιστικά προϊόντα, συμβάλλοντας στο θετικό ισοζύγιο με τις εξαγωγές τους, στη δημιουργία νέων θέσεων εργασίας. Δίνοντας ώθηση στην οικονομία μας.
Μέσα σε τρία χρόνια η Ελλάδα βρέθηκε από την 100η θέση στην 61η, στην έκθεση της Παγκόσμιας Τράπεζας που μετρά την διευκόλυνση της επιχειρηματικότητας. Ανέβηκε δηλαδή κατά 39 θέσεις. Στην ανάλυση του World Economic Forum, η Ελλάδα ανέβηκε 10 θέσεις από πέρυσι όσον αφορά στην καινοτομία και το Business sophistication, από την 91η στην 81η. Και αυτή η ανοδική πορεία θα συνεχιστεί.
Μέρος αυτού του σχεδίου είναι η αλλαγή νοοτροπίας γύρω από τις επενδύσεις, μετατρέποντας τη χώρα από Red Tape σε Red Carpet:
• ο νέος θεσμός του Διαμεσολαβητή του Επενδυτή μέσω του “Enterprise Greece” για τις επενδύσεις άνω των 2 εκατ. ευρώ. Σκοπός του είναι η απεμπλοκή των επενδύσεων από γραφειοκρατικά κωλύματα των δημοσίων υπηρεσιών.
• Η Κεντρική Αδειοδοτική Αρχή η οποία εκδίδει τις άδειες δόμησης, εγκατάστασης και λειτουργίας και καταρτίζει τα Ειδικά Χωροταξικά Σχέδια για μεγάλες στρατηγικές επενδύσεις. Η ίδια η δημιουργία της Γενικής Διεύθυνσης αποτελεί μια επανάσταση σκέψης για την Δημόσια Διοίκηση, καθώς συμβάλλει καθοριστικά στην άρση των εμποδίων και των αντικινήτρων για τους επενδυτές συγκεντρώνοντας σ’ ένα σημείο την αδειοδοτική διαδικασία.
• ο θεσμός των ΕΣΧΑΣΕ (Ειδικά Σχέδια Χωρικής Ανάπτυξης Στρατηγικών Επενδύσεων), Προεδρικά Διατάγματα που καθορίζουν τον χωροταξικό προσδιορισμό, την επενδυτική ταυτότητα, την χρήση γης και την χωροθέτηση των Στρατηγικών Επενδύσεων. Ήδη την εβδομάδα που μας πέρασε εγκρίθηκαν τα δύο πρώτα ΕΣΧΑΣΕ για δύο μεγάλες στρατηγικές επενδύσεις στην Αργολίδα και την Κρήτη η αδειοδότηση των οποίων ολοκληρώθηκε σε μόλις 7 και 9 μήνες αντίστοιχα.
• Και στον πυρήνα αυτού του σχεδίου ο νέος Αναπτυξιακός νόμος ν.4146/2013 που ήδη καταγράφει πολύ θετικά αποτελέσματα και αυτό το μετράμε πάνω από όλα με την εμπιστοσύνη της αγοράς.
Κυρίες και Κύριοι,
Γι’ όλα αυτά… από όσα πετύχει ο ελληνικός λαός, η αισιοδοξία σήμερα δεν είναι απλώς μια γενική «οδηγία» για τους δύσκολους καιρούς. Είναι το αποτέλεσμα της προσπάθειας και έχει πραγματική ουσία.
Γιατί καταγράφεται, γιατί φέρνει στην Ελλάδα σοβαρούς συνομιλητές για επενδύσεις και επιχειρηματικά σχέδια που ταιριάζουν στον προσανατολισμό της χώρας, στην απαράβατη προτεραιότητά της να προστατεύσει τον φυσικό της πλούτο, να αξιοποιήσει με σύνεση της γεωστρατηγική της θέση, να κερδίσει μια ευημερία που διαρκεί για τους ανθρώπους της .
Πιστεύουμε λοιπόν, γιατί έχουμε τα δεδομένα να το κάνουμε, ότι το 2015 θα είναι χρονιά καταλύτης για την περαιτέρω βελτίωση της οικονομίας μας, καθώς οι επίσημοι ρυθμοί ανάπτυξης προβλέπεται να φτάσουν το 2,9%.
Τώρα περισσότερο από ποτέ χρειαζόμαστε την ενίσχυση της επιχειρηματικότητας.
Έτσι θα διασφαλίσουμε όσα πετύχαμε και θα παγιώσουμε τη «μεταρρύθμιση της σκέψης».
Με τις δημιουργικές δυνάμεις της χώρας μπροστά, ως τη μόνη ασφαλή εγγύηση για ισχυρή οικονομία και βιώσιμη ανάπτυξη, με δημιουργία θέσεων εργασίας και κοινωνική ευημερία.
Αυτό είναι το μέρος που περνάει από το χέρι μας.
Ήδη, σε ότι αφορά στην επίλυση του ζητήματος του ελληνικού χρέους κάναμε ότι έπρεπε να κάνουμε και τώρα είναι η σειρά των εταίρων μας να ενδυναμώσουν τη συνεργασία.
Στο μεταξύ εμείς οφείλουμε να συνεχίσουμε. Γιατί η αλήθεια είναι πως πέρα από τις συμφωνίες και τους όρους, κανείς δεν μπορεί να αγνοήσει μια επιχειρηματικότητα που κερδίζει, μια χώρα που πιστεύει στις δυνάμεις της και το δείχνει στην πράξη.
Σας ευχαριστώ