Τετάρτη 18 Δεκεμβρίου 2013

ΠΛΗΡΗΣ Η ΑΠΕΛΕΥΘΕΡΩΣΗ ΤΩΝ ΠΛΕΙΣΤΗΡΙΑΣΜΩΝ ΜΕ ΤΟΝ "ΑΣΤΕΡΙΚΟ" ΤΗΣ ΚΥΡΙΑΣ ΚΑΤΟΙΚΙΑΣ




Η πρώτη ανάγνωση των βασικών, έστω, σημείων του σχεδίου της κυβέρνησης για την «προστασία» από τους πλειστηριασμούς προκαλεί απογοήτευση και προβληματισμό. Άλλωστε, αποτελεί προϊόν μιας διαπραγμάτευσης από την οποία έλειπαν οι ενώσεις καταναλωτών, ενώ το σύνολο σχεδόν των κοινωνικών, επαγγελματικών και επιστημονικών φορέων είχε διατυπώσει το αίτημα για τριετή αναστολή πλειστηριασμών με το ισχύον καθεστώς.
Πρόκειται στην ουσία για μια γενική απελευθέρωση των πλειστηριασμών, με περιορισμένη μόνο προστασία της κύριας κατοικίας, καθώς η ευεργετική για την πλειοψηφία των δανειοληπτών απαγόρευση πλειστηριασμών όλων των ακινήτων για οφειλές μέχρι 200.000 ευρώ σε τράπεζες καταργείται. Αποτέλεσμα αυτής της κατάργησης είναι η έκθεση στον κίνδυνο πλειστηριασμού έναντι εξευτελιστικών τιμημάτων ακίνητα, όπως εξοχικές κατοικίες, οικόπεδα, καταστήματα που αποφέρουν ενδεχομένως κάποιο εισόδημα,ενώ δεν έχουν εκλείψει, αντίθετα έχουν επιδεινωθεί, οι συνθήκες υπό τις οποίες αρχικά νομοθετήθηκε η προστασία αυτή το 2008.
Όμως και η ανακοινωθείσα προστασία της κύριας κατοικίας διαφαίνεται ότι θα είναι πολύ περιορισμένη. Συμπεραίνει κανείς ότι οι εμπνευστές ενός τέτοιου σχεδίου είναι αποκομμένοι από την πραγματική κατάσταση που αντιμετωπίζει η ελληνική κοινωνία, καθώς δεν λαμβάνονται υπόψη αφενός το κόστος αξιοπρεπούς διαβίωσης του νοικοκυριού και αφετέρου οι εξωπραγματικές, για τα δεδομένα της αγοράς, αντικειμενικές αξίες των κατοικιών. Ως εκ τούτου, τα κριτήρια που ανακοινώθηκαν δεν είναι αντικειμενικά και δίκαια, αλλά βασίζονται σε απρόσωπους αριθμούς και μέσους όρους.




Εξάλλου, δεν διευκρινίζεται α) αν οι οφειλές θα συνεχίσουν να εκτοκίζονται κατά τη διάρκεια της «προστασίας», φορτώνοντας με υπέρογκους τόκους ιδίως τα προϊόντα καταναλωτικής πίστης, β) αν θα προστατεύεται και η μοναδική κατοικία του οφειλέτη, γ) με ποιο τρόπο θα ελέγχεται η πλήρωση των προϋποθέσεων, με τον κίνδυνο επίσπευσης μαζικών πλειστηριασμών από τις τράπεζες και τους οφειλέτες να αναγκάζονται να προσφεύγουν σε πολυέξοδες ανακοπές και αιτήσεις αναστολής στα δικαστήρια