Σsυνολικά 14 Ελληνες πλοιοκτήτες περιλαμβάνονται στη φετινή λίστα των 100 πιο ισχυρών παραγόντων της παγκόσμιας ναυτιλίας, την οποία επιμελείται η ηλεκτρονική ναυτιλιακή εφημερίδα Lloyd’s List. Μεταξύ των Ελλήνων πλοιοκτητών, την πρώτη θέση –και 4η της συνολικής κατάταξης– κατέλαβε ο κ. Γ. Αγγελικούσης, επικεφαλής της ASG. Ο κ. Αγγελικούσης ανέβηκε μία θέση σε σχέση με πέρυσι, χάρη κυρίως στη συνεχιζόμενη επέκταση του στόλου του και δη των πλοίων μεταφοράς LNG (υγροποιημένου φυσικού αερίου), σε συνδυασμό με την ευκολία πρόσβασής του σε τραπεζική χρηματοδότηση, χωρίς την ανάγκη εναλλακτικών μεθόδων άντλησης ρευστότητας, κυρίως μέσω ιδιωτικών επενδυτικών κεφαλαίων.
Ακολουθεί στην 11η θέση της παγκόσμιας κατάταξης ο κ. Π. Παππάς, επικεφαλής της εισηγμένης Star Bulk Carriers, ο οποίος κατόρθωσε, με τη συνεργασία και της Oaktree, να ελέγχει σήμερα τον μεγαλύτερο στόλο φορτηγών πλοίων, μεταξύ των εισηγμένων εταιρειών των ΗΠΑ, με συνολικά 139 πλοία. Μάλιστα, όπως δηλώνει ο ίδιος, στόχος είναι η ακόμα μεγαλύτερη ενίσχυση της εταιρείας με νέα πλοία. Στην τρίτη θέση μεταξύ των Ελλήνων πλοιοκτητών και 15η συνολικά, βρίσκεται φέτος η κ. Αγγ. Φράγκου, επικεφαλής του ομίλου εισηγμένων ναυτιλιακών εταιρειών της Navios Group, η οποία συνέχισε και φέτος τη στρατηγική περαιτέρω επέκτασης και ενδυνάμωσης του στόλου της. Στην αμέσως επόμενη θέση βρίσκεται ο κ. Γ. Οικονόμου, επικεφαλής της DryShips, εισηγμένης εταιρείας φορτηγών πλοίων ξηρού φορτίου. Ακολουθούν οι κ. Π. Λιβανός (21η θέση), Γ. Προκοπίου (25η θέση), Θ. Βενιάμης (48η θέση), Κ. Κωνσταντακόπουλος (50ή θέση), Ν. Τσάκος (54η θέση), Βαγγ. Μαρινάκης (67η θέση), Σ. Παληός (81η θέση), Π. Γεωργιόπουλος (83η θέση), Γ. Πλατσιδάκης (86η θέση) και Δ. Μελισσανίδης (97η θέση).
Στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας βρέθηκε φέτος ο Πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, κατακτώντας την κορυφή, όχι μόνο λόγω της αυξανόμενης επιρροής της ασιατικής οικονομίας στην παγκόσμια ναυτιλία, αλλά κυρίως λόγω της επίδειξης ισχύος της Κίνας, μέσω της απόρριψης της συμφωνίας P3, η οποία θα συνένωνε τα δρομολόγια και τις παρεχόμενες μεταφορικές υπηρεσίες μιας σειράς εταιρειών μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων (κατά το πρότυπο των αερομεταφορέων), στο πλαίσιο της προσπάθειάς τους να μειώσουν τα λειτουργικά κόστη και ασφαλώς να ισχυροποιήσουν τη διαπραγματευτική τους δύναμη.
Ωστόσο, η Κίνα δεν προσέφερε την απαιτούμενη έγκριση για την εν λόγω συνένωση, με αποτέλεσμα το σχέδιο να ναυαγήσει, καθώς χωρίς τη συμμετοχή της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη, δεν είχε ιδιαίτερο νόημα μια τέτοια συμμαχία.
Ακολουθεί στην 11η θέση της παγκόσμιας κατάταξης ο κ. Π. Παππάς, επικεφαλής της εισηγμένης Star Bulk Carriers, ο οποίος κατόρθωσε, με τη συνεργασία και της Oaktree, να ελέγχει σήμερα τον μεγαλύτερο στόλο φορτηγών πλοίων, μεταξύ των εισηγμένων εταιρειών των ΗΠΑ, με συνολικά 139 πλοία. Μάλιστα, όπως δηλώνει ο ίδιος, στόχος είναι η ακόμα μεγαλύτερη ενίσχυση της εταιρείας με νέα πλοία. Στην τρίτη θέση μεταξύ των Ελλήνων πλοιοκτητών και 15η συνολικά, βρίσκεται φέτος η κ. Αγγ. Φράγκου, επικεφαλής του ομίλου εισηγμένων ναυτιλιακών εταιρειών της Navios Group, η οποία συνέχισε και φέτος τη στρατηγική περαιτέρω επέκτασης και ενδυνάμωσης του στόλου της. Στην αμέσως επόμενη θέση βρίσκεται ο κ. Γ. Οικονόμου, επικεφαλής της DryShips, εισηγμένης εταιρείας φορτηγών πλοίων ξηρού φορτίου. Ακολουθούν οι κ. Π. Λιβανός (21η θέση), Γ. Προκοπίου (25η θέση), Θ. Βενιάμης (48η θέση), Κ. Κωνσταντακόπουλος (50ή θέση), Ν. Τσάκος (54η θέση), Βαγγ. Μαρινάκης (67η θέση), Σ. Παληός (81η θέση), Π. Γεωργιόπουλος (83η θέση), Γ. Πλατσιδάκης (86η θέση) και Δ. Μελισσανίδης (97η θέση).
Στην πρώτη θέση της σχετικής λίστας βρέθηκε φέτος ο Πρόεδρος της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ, κατακτώντας την κορυφή, όχι μόνο λόγω της αυξανόμενης επιρροής της ασιατικής οικονομίας στην παγκόσμια ναυτιλία, αλλά κυρίως λόγω της επίδειξης ισχύος της Κίνας, μέσω της απόρριψης της συμφωνίας P3, η οποία θα συνένωνε τα δρομολόγια και τις παρεχόμενες μεταφορικές υπηρεσίες μιας σειράς εταιρειών μεταφοράς εμπορευματοκιβωτίων (κατά το πρότυπο των αερομεταφορέων), στο πλαίσιο της προσπάθειάς τους να μειώσουν τα λειτουργικά κόστη και ασφαλώς να ισχυροποιήσουν τη διαπραγματευτική τους δύναμη.
Ωστόσο, η Κίνα δεν προσέφερε την απαιτούμενη έγκριση για την εν λόγω συνένωση, με αποτέλεσμα το σχέδιο να ναυαγήσει, καθώς χωρίς τη συμμετοχή της δεύτερης μεγαλύτερης οικονομίας του πλανήτη, δεν είχε ιδιαίτερο νόημα μια τέτοια συμμαχία.