Τετάρτη 24 Σεπτεμβρίου 2014

Αναρρωτική άδεια εργαζομένων



Το Ινστιτούτο Εργασίας ΓΣΕΕ στο πλαίσιο του Ε.Π. «Ανάπτυξη Ανθρώπινου Δυναμικού 2007-2013» υλοποιεί το έργο «Ανάπτυξη δικτύου υπηρεσιών πληροφόρησης, συμβουλευτικής υποστήριξης και ενδυνάμωσης εργαζομένων» με στόχο την πληροφόρηση, ενδυνάμωση και παροχή υπηρεσιών συμβουλευτικής στους εργαζόμενους αλλά και σε ανέργους, για θέματα που αφορούν τους τομείς της Κοινωνικής Ασφάλισης, των Εργασιακών Σχέσεων και της Απασχόλησης. Το κείμενο που ακολουθεί αποτελεί ένα συνοπτικό οδηγό πληροφόρησης με τις διατάξεις που διέπουν την αναρρωτική άδεια.
Στις περιπτώσεις ασθένειας του εργαζομένου με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας, δεν προβλέπεται ρητά από τον νόμο κάποια ιδιαίτερης μορφής άδεια, η οποία να έχει θεσπιστεί αυτοτελώς για αυτό τον σκοπό.
            Όλοι γενικά οι μισθωτοί, δηλαδή άσχετα αν πρόκειται για υπαλλήλους ή εργατοτεχνίτες, στις περιπτώσεις όπου, δεν μπορούν να προσφέρουν τις υπηρεσίες τους έπειτα από (10) ημέρες τουλάχιστον παροχής εργασίας συνεπεία σπουδαίου λόγου (λ.χ. ασθένειας), που δεν οφείλεται σε υπαιτιότητά τους, δικαιούνται να λάβουν από τον εργοδότη τους τον μισθό του χρόνου της αποχής από την εργασία τους (άρθρο 657 Αστικού Κώδικα).

            Οι εκ του νόμου οριζόμενες περιπτώσεις αποχής του εργαζομένου χωρίς υπαιτιότητά του είναι δύο:
            α) Αποχή λόγω ασθένειας βραχείας διάρκειας: Από τον νόμο ορίζεται (άρθρο 5 παρ. 3 Ν. 2112/1920 και άρθρο 8 του ΒΔ της 16/18.7.1920) ως ασθένεια «βραχείας διάρκειας» η απουσία του μισθωτού από την εργασία του η οποία έχει διάρκεια α) έναν (1) μήνα, για τους υπαλλήλους που εργάζονται στον ίδιο εργοδότη ως τέσσερα (4) συνεχόμενα έτη, β) τρεις (3) μήνες για τους υπαλλήλους που εργάζονται στον ίδιο εργοδότη περισσότερο από τέσσερα (4) συνεχόμενα έτη, αλλά όχι όμως πάνω από δέκα (10), γ) τέσσερις (4) μήνες για τους υπαλλήλους που εργάζονται στον ίδιο εργοδότη περισσότερο από δέκα (10) συνεχόμενα έτη, αλλά όχι όμως πάνω από δεκαπέντε (15), ενώ για τους υπαλλήλους που εργάζονται στον ίδιο εργοδότη για χρονικό διάστημα ανώτερο των δεκαπέντε (15) ετών λογίζεται χρονικό διάστημα έξι (6) μηνών. 
            β) Αποχή λόγω ασθένειας μεγαλύτερης διάρκειας ή εξ άλλης αιτίας: Αν η αποχή από την εργασία είναι μεγαλύτερης διάρκειας από τα όρια που θέτει το άρθρο 5 παρ. 3 Ν. 2112/1920 και το άρθρο 8 του ΒΔ 16/18.7.1920 ή αν η αποχή δεν οφείλεται σε ασθένεια, αλλά σε άλλη αιτία, τότε το δικαστήριο θα κρίνει με βάση τα πραγματικά περιστατικά που συνοδεύουν την αποχή εάν η αποχή συνιστά σιωπηρή καταγγελία της σύμβασης.
            Τα περιστατικά αυτά είναι: η διάρκεια της αποχής, η αιτία της αποχής, η υπαιτιότητα που τυχόν βαρύνει τον εργαζόμενο, η προοπτική για σύντομη επάνοδο στην εργασία, το αν ο εργαζόμενος επικοινωνούσε κατά τη διάρκεια της απουσίας με τον εργοδότη και τον ενημέρωνε για την απουσία του ή την κατάσταση της υγείας του, η συμπεριφορά που επέδειξε ο εργοδότης κατά τη διάρκεια της απουσίας του μισθωτού (εάν δηλαδή συναίνεσε στην αποχή ή έστω την ανέχθηκε ή αντέλεξε) και, τέλος, η εν γένει προηγούμενη συμπεριφορά του μισθωτού (πλημμελής ή μη παροχή της εργασίας του, συχνότητα απουσιών του κ.ο.κ.).
            Το σημαντικότερο όμως είναι ότι η εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών κάθε συγκεκριμένης περίπτωσης πρέπει, κατά τη δικαστηριακή νομολογία, να γίνεται πάντοτε σύμφωνα με τη συναλλακτική καλή πίστη. Επομένως, κατά την εκτίμηση των πραγματικών περιστατικών εξετάζονται τόσο η πρόθεση του μισθωτού να λύσει την εργασιακή του σχέση αλλά, πολύ περισσότερο, αναζητούνται τα περιστατικά εκείνα τα οποία κατ’ αντικειμενική κρίση οδηγούν στην κατεύθυνση της λύσης μίας σύμβασης εργασίας ή μη, σύμφωνα με την καλή πίστη και τα συναλλακτικά ήθη (άρθρα 200, 288, 173 Αστικού Κώδικα).
            Με σιωπηρή καταγγελία εξομοιώνεται συνήθως από τη νομολογία η αυθαίρετη αποχή από την εργασία. Αν η αποχή είναι για κάποιον λόγο δικαιολογημένη (π.χ. ασθένεια), η κρίση της δικαστηριακής νομολογίας είναι συνήθως επιεικέστερη για τον μισθωτό [π.χ. η υπέρβαση κατά είκοσι (20) ημέρες της άδειας τοκετού λόγω ασθένειας που προκλήθηκε από τον τοκετό δεν θεωρείται παραίτηση από την εργασία]. Επίσης, η μακροχρόνια αποχή λόγω ασθένειας που προκλήθηκε από εργατικό ατύχημα δεν εξομοιώνεται με σιωπηρή καταγγελία του μισθωτού. Η πέραν των δύο (2) ετών αποχή λόγω ασθένειας, κατά τη διάρκεια της οποίας ο μισθωτός ενημέρωνε τον εργοδότη, ενώ ο συνολικός χρόνος απασχόλησης στην επιχείρηση ήταν τριάντα (30) χρόνια, δεν κρίθηκε σιωπηρή καταγγελία. Σε άλλες όμως περιπτώσεις έχει κριθεί ότι, έστω και αν ο λόγος αποχής δεν μπορεί να αποδοθεί σε υπαιτιότητα του μισθωτού, η αποχή από την εργασία συνιστά παραίτηση εκ μέρους του μισθωτού, όταν η αιτία της αποχής και η προοπτική επανόδου στην εργασία, σε συνδυασμό με τις λοιπές συνθήκες και τις ανάγκες και δυνατότητες της επιχείρησης δικαιολογούν κατ’ αντικειμενική κρίση μια τέτοια λύση.
            Εξάλλου, η αυθαίρετη αποχή από την εργασία μπορεί να θεωρηθεί σιωπηρή καταγγελία, έστω και αν είναι μικρότερης διάρκειας από τις προθεσμίες του άρθρου 5 παρ. 3 Ν. 2112/20 και του άρθρου 3 Ν. 4558/30. Διότι το αμάχητο τεκμήριο μη παραιτήσεως που περιέχουν οι παραπάνω διατάξεις ισχύει μόνο για την αποχή λόγω ασθένειας. Επίσης, ως σιωπηρή καταγγελία εκ μέρους του μισθωτού μπορεί να θεωρηθεί και η αυθαίρετη αποχή που δεν είναι συνεχής αλλά διακοπτόμενη. Αυτό συμβαίνει ιδίως όταν η αυθαίρετη αποχή γίνεται σκόπιμα από τον μισθωτό για να εξαναγκαστεί ο εργοδότης να τον απολύσει και να του καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση.
Οι χορηγούμενες από το ΙΚΑ παροχές σε χρήμα αποβλέπουν να ενισχύσουν οικονομικά τους ασφαλισμένους, τους συνταξιούχους και τα μέλη της οικογένειάς τους, ώστε να εξασφαλίσουν ένα ελάχιστο όριο συντήρησης, όταν συνέπεια ορισμένων γεγονότων (λ.χ. ασθένεια, ατύχημα, μητρότητα, γήρας, αναπηρία κ.λπ.) επέρχεται οικονομική εξασθένισή τους. Oι χρηματικές παροχές ποικίλλουν ανάλογα με τη σπουδαιότητα του συμβάντος που καλύπτουν, τη χρονική διάρκεια και την έκταση αυτών.

Για περισσότερες πληροφορίες ή διατύπωση σχετικών ερωτημάτων στα αναφερόμενα πεδία παρακαλούμε να έρχεστε σε επαφή με το Περιφερειακό ΙΝΕ / ΓΣΕΕ Βορείου Αιγαίου, Εργατικό Κέντρο Χίου, Μαρτύρων 2, 82100 Χίος, τηλ. 22710 23550, fax 22710 23175, email: chiosinediktio@inegsee.gr και ineba@inegsee.gr. Οι υπηρεσίες Πληροφόρησης και Συμβουλευτικής παρέχονται δωρεάν στο κοινό.