Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2013

ΕΥΡΗΜΑΤΑ ΑΠΟ ΑΡΧΑΙΟ ΝΑΥΑΓΙΟ ΜΕΤΑΞΥ ΧΙΟΥ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ


Χάρις στην µακρά συνεργασία µεταξύ του Ωκεανογραφικού Ινστιτούτου Γουντς Χόουλ (W.H.O.I.) και της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων του ελληνικού Υπουργείου Πολιτισµού (Ε.Ε.Α.-ΥΠ.ΠΟ.), έχει πλέον διαµορφωθεί µια νέα προσέγγιση στην ενάλια αρχαιολογία. Η διεθνής αυτή συνεργασία, την ιδέα της οποίας συνέλαβε το 2004 η διευθύντρια της Εφορείας, Κατερίνα ∆ελλαπόρτα, και συνέχισε να την εφαρµόζει η διάδοχός της Καλλιόπη Πρέκα-Αλεξανδρή, µετέρχεται προηγµένες τεχνολογίες για την χαρτογράφηση και την πλήρη φωτογράφιση κάθε ναυαγίου µέσα σε ένα µόνο απόγευµα. Στόχος του προγράµµατος είναι η ταχεία επισκόπηση εκατοντάδων ναυαγίων χωρίς την διατάραξή τους. Με τον τρόπο αυτόν, δηµιουργείται µια στατιστικά έγκυρη βάση δεδοµένων για συγκρίσιµα ναυάγια από διάφορες χρονικές περιόδους. Η παραγωγικότητα της νέας στρατηγικής γίνεται άµεσα εµφανής. Μέσα σε µόλις τρεις ερευνητικές περιόδους, η διεπιστηµονική µας οµάδα αρχαιολόγων, µηχανικών και άλλων επιστηµόνων ερεύνησε δεκαπέντε ναυάγια.
Επάνω: Το 2005, το υποβρύχιο ροµπότ SeaBED του W.Η.Ο.Ι. ερεύνησε τρία ναυάγια στα ανοιχτά της Χίου (φωτ.: Brendan Foley).
Κάτω: Ναυάγιο στα Πρασονήσια (περ. 550 µ.Χ.), το οποίο ερευνήθηκε το 2008 από το W.H.O.I. (φωτ: W.H.O.I. / © Ε.Ε.Α.-ΥΠ.ΠΟ.)
Η οµάδα χρησιµοποιεί ελληνικά και αµερικανικά τεχνολογικά µέσα. Σε ορισµένες περιπτώσεις, το Ελληνικό Κέντρο Θαλάσσιων Ερευνών συνέβαλε µε το ερευνητικό σκάφοςΑιγαίο, καθώς και µε καταδύσεις του επανδρωµένου βαθυσκάφους Θέτις, το οποίο µπορεί να κατέλθει σε βάθος 600 µέτρων. Τα υποβρύχια ροµπότ του Ωκεανογραφικού Ινστιτούτου Γουντς Χόουλ επιτρέπουν τις έρευνες σε ακόµη µεγαλύτερα βάθη, έως την άβυσσο του πυθµένα της Μεσογείου, στα 5.000 µέτρα. Οι πρώτες δοκιµές ελεύθερης κατάδυσης του Αυτόνοµου Υποβρύχιου Οχήµατος (A.U.V.), το 2005, επέτρεψαν στην οµάδα µας να ερευνήσει ένα ναυάγιο του 4ου αι. π.Χ. µεταξύ της Χίου και των Οινουσσών. Παραµείναµε µόλις 24 ώρες στο σηµείο, και το µη επανδρωµένο ροµπότ µας πραγµατοποίησε τέσσερεις αποστολές, συλλέγοντας περισσότερες από επτά χιλιάδες ψηφιακές εικόνες υψηλής ευκρίνειας του ναυαγίου.
Το  A.U.V. χαρτογράφησε επίσης το ναυάγιο µε σόναρ και το «µύρισε» µε χηµικούς αισθητήρες. Το αποτέλεσµα ήταν µια σειρά από λεπτοµερείς χάρτες, οι οποίοι δείχνουν τρισδιάστατα τις ακριβείς θέσεις των αντικειµένων, καθώς και την χηµική σύσταση του νερού γύρω από το ναυάγιο. Τα στοιχεία αυτά έδωσαν απαντήσεις στα σηµαντικότερα ερωτήµατα των αρχαιολόγων σχετικά µε το ναυάγιο: την χρονολόγησή του, το µέγεθος του πλοίου, την προέλευση, την σύνθεση και τον όγκο του φορτίου του, καθώς και την κατάσταση στην οποία διατηρείται. Οι ψηφιακές εικόνες έδειξαν ότι το ανώτερο στρώµα του φορτίου αποτελείτο από τουλάχιστον 350 αµφορείς δύο τύπων: έναν της Χίου και έναν δεύτερο αγνώστου προελεύσεως. Η τεχνοτροπία των χιώτικων αγγείων οδήγησε στο συµπέρασµα ότι το ναυάγιο σηµειώθηκε γύρω στο 330 π.Χ., µε απόκλιση είκοσι χρόνων. Τα στοιχεία του σόναρ µάς έδωσαν το µέγεθος του πλοίου: 21 µ. επί 8 µ., ενώ το συνολικό φορτίο αµφορέων έφτανε το 1,4 µ. σε ύψος. Οι έρευνες σε  άλλα ναυάγια της Κλασικής Εποχής έχουν δείξει ότι το ύψος αυτό καλύπτει τέσσερα ή πέντε στρώµατα αµφορέων. Το πλοίο που ναυάγησε στα ανοιχτά της Χίου είναι σχεδόν βέβαιο ότι µετέφερε περισσότερους από χίλιους αµφορείς

Όσοι αµφορείς ανακαλύπτονται σε ναυάγια είναι σχεδόν πάντοτε κενοί, αφού τα πώµατά τους χάνονταν αµέσως µετά την βύθιση του σκάφους. Η εξακρίβωση του αρχικού περιεχοµένου των κενών αµφορέων ήταν αδύνατη έως σήµερα, µε αποτέλεσµα οι αρχαιολόγοι να καταφεύγουν σε υποθετικά συµπεράσµατα. Χάρις σε λίγη επιστηµονική «µαγεία», το πρόβληµα λύθηκε. Στην ερευνητική οµάδα Ελλήνων και Αµερικανών προστέθηκε µία µοριακή βιολόγος από το Πανεπιστήµιο της Λουντ στην Σουηδία, η οποία ανέπτυξε µια νέα τεχνική ανάλυσης. Υπό την καθοδήγησή της, οι Έλληνες αρχαιολόγοι συνέλεξαν µικροσκοπικά κεραµικά δείγµατα από το εσωτερικό κενών αµφορέων του ναυαγίου Χίου-Οινουσσών. Από τα δείγµατα αυτά µπορούν να εξαχθούν υπολείµµατα αρχαίου DNA, τα οποία παρέχουν ακριβείς πληροφορίες για το αρχαίο εµπόριο και την αρχαία βιοτεχνία.
Η πρώτη δοκιµή της µεθόδου έδωσε εκπληκτικά αποτελέσµατα. Οι αµφορείς της Χίου περιγράφονται συνήθως ως δοχεία κρασιού, µε βάση τις αρχαίες γραπτές πηγές που εκθειάζουν την εκλεκτή οινοποιία του νησιού. Αντί για DNA κρασιού, όµως, ο αµφορέας από το ναυάγιο περιείχε DNA ελιάς και ρίγανης. Η προσθήκη του µυρωδικού θα έδινε άρωµα και θα συνέβαλε στην διατήρηση του προϊόντος, που πιθανότατα ήταν ελαιόλαδο. Βάσει των τεκµηρίων του DNA, οι αρχαιολόγοι µπορούν για πρώτη φορά να αρχίσουν να ανασυνθέτουν µε ακρίβεια την εικόνα της αγροτικής παραγωγής, της παρασκευής και της διατήρησης των τροφίµων και των εµπορευµάτων. Υπολείµµατα DNA µπορούν να εξαχθούν από αντικείµενα τα οποία, φαινοµενικά, είναι τελείως κενά. Ανοίγεται έτσι ένας απέραντος ερευνητικός ορίζοντας για τους χιλιάδες αµφορείς που φυλάσσονται στις αποθήκες των µουσείων και των πανεπιστηµιακών συλλογών σε όλον τον κόσµο.
∆είγµατα θραυσµάτων αµφορέων από κάθε ναυάγιο υποβάλλονται σε αναλύσεις DNA
Οι πρωτοποριακές τεχνικές της διεθνούς συνεργασίας προορίζονταν αρχικά για έρευνες σε µεγάλα βάθη. Μπορούν ωστόσο να εφαρµοστούν και σε απλές υποβρύχιες αρχαιολογικές έρευνες. Το 2008, η επιστηµονική οµάδα πραγµατοποίησε ερευνητικές καταδύσεις κοντά στις βόρειες ακτές της Χίου και των Οινουσσών. Σε διάστηµα δέκα ηµερών φωτογράφισε και κατέγραψε δέκα αρχαία ναυάγια, τα οποία επέλεξε από µια λίστα ναυαγίων που είχαν αναφερθεί στην Εφορεία Εναλίων Αρχαιοτήτων. Τα ναυάγια αυτά χρονολογούνται από τον 7ο αι. π.Χ. έως τον 5ο αι. µ.Χ. Πρόκειται για την µεγαλύτερη συγκέντρωση αρχαίων ναυαγίων που έχουν ποτέ ερευνηθεί. Σε αντίθεση µε τα ναυάγια που βρίσκονται σε µεγάλα βάθη, πολλά από τα ευρήµατα σε µικρά βάθη έχουν διαλυθεί από την δράση των κυµάτων, καθώς και λόγω της ανθρώπινης παρουσίας. Παρ’ όλα αυτά, µπορούν να εξαχθούν, γρήγορα και αποτελεσµατικά, χρήσιµες αρχαιολογικές πληροφορίες από µεµονωµένες ψηφιακές εικόνες και από την σύνθεση πολλών φωτογραφιών σε φωτοµωσαϊκά. ∆είγµατα θραυσµάτων αµφορέων από κάθε ναυάγιο υποβάλλονται σε αναλύσεις DNA, για να αποκαλυφθεί το είδος του αρχικού περιεχοµένου τους. Από την σύγκριση των ναυαγίων και των φορτίων της Χίου και των Οινουσσών θα προκύψει µια εικόνα των εµπορικών σχέσεων και συνηθειών που επικρατούσαν επί σειρά ετών.
Ο ελληνικός βυθός κρύβει χιλιάδες αρχαία ναυάγια. Στην ευρύτερη περιοχή της Μεσογείου, άλλωστε, τα ναυάγια είναι αµέτρητα. Το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισµού και το Ωκεανογραφικό Ινστιτούτο Γουντς Χόουλ θα συνεχίσουν την εποικοδοµητική επιστηµονική συνεργασία τους, καθώς και την εφαρµογή προηγµένων ερευνητικών µεθόδων, η οποία µπορεί να αποτελέσει πρότυπο και για άλλες περιοχές. Χάρις στην δυνατότητα που έχουν πλέον οι αρχαιολόγοι να ερευνούν πολύ περισσότερα ναυάγια από ό,τι στο παρελθόν, οι απαρχές του πολιτισµού θα αναδυθούν από τα βάθη του χρόνου και της θάλασσας.
Η διάλεξη του δρος Brendan Foley διοργανώθηκε στις 13 Νοεµβρίου 2008 από το θυγατρικό Ίδρυµα Ωνάση στην Νέα Υόρκη, σε συνεργασία µε το Αρχαιολογικό Ινστιτούτο της Αµερικ