του ΠΑΥΛΟΥ ΒΟΓΙΑΤΖΗ
βουλευτή Λέσβου της Ν.Δ.
Η αποτίμηση της
2ης Συνόδου του Ανώτατου Συμβουλίου Ελλάδας – Τουρκίας της 4ης Μαρτίου δεν
μπορεί παρά να είναι άκρως θετική. Πρωτοβουλίες, όπως αυτή, ενισχύουν τις
διμερείς σχέσεις και δημιουργούν ένα ευνοϊκό κλίμα υπέρβασης των διαφορών και
διασφάλισης γόνιμων συνεργασιών σε όλους τους τομείς της οικονομικής,
κοινωνικής και πολιτικής ζωής και των δύο χωρών. Οι 25 συμφωνίες που
υπογράφηκαν δεν μπορούν παρά να συνιστούν επίσης ένα πλαίσιο συνεργασίας που
λειτουργεί θετικά και για τις δύο χώρες. Τόσο η Ελλάδα, άλλωστε, όσο και η
Τουρκία, σήμερα περισσότερο από ποτέ άλλοτε, έχουν ανάγκη λόγω της παγκόσμιας
οικονομικής συγκυρίας, να ενισχύσουν τις σχέσεις καλής γειτονίας τους, να
προωθήσουν τις οικονομικές και εμπορικές τους συνεργασίες, να ενισχύσουν τις
επενδυτικές πρωτοβουλίες τους, να οικοδομήσουν δίκτυα συνεργασίας για την
υγεία, την έρευνα, την τεχνολογία, την ίδια στιγμή που, τόσο για τις δύο αυτές
χώρες, όσο και για ολόκληρο τον υπόλοιπο κόσμο, είναι αναγκαίο να μπορούν να
εγγυηθούν από κοινού την πάταξη της τρομοκρατίας και την καταπολέμηση της
παράνομης μετανάστευσης, αλλά και τη διασφάλιση της πολιτιστικής τους
κληρονομιάς ως οικουμενική παρακαταθήκη για το μέλλον. Σε αυτό το πλαίσιο
λοιπόν, οι συμφωνίες που υπογράφηκαν, οι δεσμεύσεις που δόθηκαν συγχρόνως και
από τις δύο πλευρές, αλλά και η παράλληλη διεξαγωγή του επιχειρηματικού forum,
συμβάλλουν σταθερά στην οικοδόμηση της εμπιστοσύνης μεταξύ των δύο χωρών,
επιτυγχάνοντας το σημαντικότερο ίσως στόχο, όπως πολύ σωστά άλλωστε τον έθεσε
και ο Πρωθυπουργός, κ. Σαμαράς, υποστηρίζοντας πως φέρνοντας τους πολιτικούς
και τους επιχειρηματίες κοντά, φέρνουμε τους λαούς πιο κοντά. Από την άλλη
πλευρά, με αφορμή τις γόνιμες και εποικοδομητικές αυτές ενέργειες με τη γείτονα
χώρα, επανέρχονται και κάποια ζητήματα, για τα οποία η Ελλάδα θα πρέπει να
φροντίσει περαιτέρω, ώστε να μπορέσουμε να επωφεληθούμε στο έπακρο από τις
δυνατότητες συνεργασίας, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στον τομέα του τουρισμού.
Αναφέρομαι κυρίως στα ζητήματα που αφορούν στα νησιά μας και έχουν να κάνουν
τόσο με έργα υποδομής και ανάπτυξης, όσο και με χωροταξικά θέματα, όπως ο
Ανατολικός Αναπτυξιακός Άξονας Αλεξανδρούπολης-Ρόδου. Οι ιδιαιτερότητες των
νησιωτικών περιοχών της χώρας, οι οποίες σε καμία περίπτωση δε θα πρέπει να
οδηγούν σε περιθωριοποίηση και περιφερειακές πολιτικές, αλλά αντίθετα, θα
πρέπει να γίνονται αντιληπτές μέσα από τις διαφορετικές ανάγκες διαβίωσης που
καλούνται να αντιμετωπίσουν καθημερινά οι κάτοικοί τους, θα πρέπει πλέον να
ενσωματώνονται σε κάθε σχεδιασμό, δράση και νομοθετική πράξη της Πολιτείας.
Προς αυτή την κατεύθυνση, πιστεύω πως θα συμβάλει καταλυτικά και το γεγονός ότι
στο υπό κατάθεση Νομοσχέδιο του Υπουργείου Ναυτιλίας, έχει συμπεριληφθεί ειδική
ρήτρα για τη νησιωτικότητα, η οποία ευελπιστώ πως θα υποβοηθήσει και όλα τα
μέτρα που πρέπει να λάβουμε για τα έργα υποδομής και ανάπτυξης στα νησιά μας,
προκειμένου αυτά να γίνουν ακόμη πιο ανταγωνιστικά για την προσέλκυση τουρισμού
και αξιόλογων επενδύσεων. Αντίστοιχα, προς αυτή την κατεύθυνση θα πρέπει να
προσδιοριστεί και να ενσωματωθεί στον εθνικό χωροταξικό σχεδιασμό ο Ανατολικός
Αναπτυξιακός Άξονας Αλεξανδρούπολης – Ρόδου, ένας άξονας εξαιρετικής σημασίας
για τα ανατολικά σύνορα και τις αντίστοιχες διεθνείς πύλες της χώρας, ο οποίος
θα πρέπει επίσης να διασυνδεθεί με το Βόρειο και την απόληξη του Δυτικού,
προκειμένου να μπορεί να εξασφαλίσει ουσιαστική ανάπτυξη στα σύνορα της χώρας
μας με την Ανατολή. Με αφορμή λοιπόν, τις πρωτοβουλίες της Κυβέρνησης και τις
συμφωνίες που υπογράψαμε με τη γείτονα χώρα, δίνεται η ευκαιρία να
ενδυναμώσουμε περαιτέρω την ανάπτυξη στα νησιά μας και να τα καταστήσουμε ακόμη
πιο ανταγωνιστικά, εξασφαλίζοντας τη διασύνδεσή τους με τις διεθνείς πύλες
εισόδου της χώρας προς την Ανατολή.