Toυ ΓΙΑΝΝΗ ΚΙΜΠΟΥΡΟΠΟΥΛΟΥ*
«Υπάρχει μια αίσθηση déjà vu», σχολίασε στο αμερικανικό CNBC αναλυτής επενδυτικού κεφαλαίου, μετά τη μίνι Σύνοδο των 8 στις Βρυξέλλες. Και από πολλές απόψεις έχει δίκιο. Το σκηνικό έχει επαναληφθεί πολλές φορές την τελευταία πενταετία. Πολλές συμφωνίες μεταξύ δανειστών και κυβερνήσεωνχάνονταν στη μετάφραση, πολλές έγιναν αντικείμενοαντιφατικών ερμηνειών, εκβιασμών και επικοινωνιακού πολέμου, πολλές χρειάστηκε να επιβεβαιωθούν σε πολιτικό επίπεδο. Το τρένο εκτροχιάστηκε πολλές φορές, κι άλλες τόσες επανήλθε στις μνημονιακές ράγες. Η «αποκατάσταση» της τροχιάς, βεβαίως, είχε θύματα: τέσσερις κυβερνήσεις έπεσαν και αντικαταστάθηκαν, με «διορισμό» από τους δανειστές ή με εκλογές, η οικονομία απορυθμίστηκε εντελώς, ένα τεράστιο τμήμα της κοινωνίας εξωθήθηκε στη φτώχεια και στην ανεργία.
Αυτό το πολύ πρόσφατο παρελθόν πρέπει να το έχουμε κατά νου πριν βιαστούμε να αξιολογήσουμε τη «συμφωνία για τη συμφωνία των Βρυξελλών». Η συμπεριφορά των εταίρων απέναντι στο «πειραματόζωο» από το 2010 έχει στοιχεία χαοτικά, που σε κάνουν να αμφιβάλλεις για το αν όλοι αυτοί οι υπερεκτιμημένοι ηγέτες και ευρωκράτες έχουν μια στέρεη στρατηγική, ξέρουν τι θέλουν. Ταυτόχρονα, όμως, η τακτική τους έχει ένα σταθερό στοιχείο, δανεισμένο από την πάλη: επιδιώκουν την εξουθένωση του αντιπάλου, πριν του καταφέρουν το τελειωτικό χτύπημα. Συνέβη και με την κυβέρνηση Σαμαρά. Εκλέχτηκε τον Ιούνιο 2012, πέρασαν 4 μήνες μέχρι να γίνει δεκτός από τη Μέρκελ και μόλις τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους, ύστερα από πολύμηνη διαπραγμάτευση με την τρόικα, κι αφού χρειάστηκε να διαγράψει τις προεκλογικές εξαγγελίες του και να πάρει μέτρα λιτότητας ύψους 18,9 δισ. ευρώ, είδε λεφτά στο ταμείο.
Οφείλει, λοιπόν, να αναρωτηθεί κανείς, εφόσον στους πολιτικά και ιδεολογικά ομογάλακτούς τους Σαμαρά-Βενιζέλο οι ηγεμόνες της Ευρωζώνης επεφύλασσαν τέτοια μεταχείριση, πόσο διαφορετική τύχη μπορεί να επιφυλάσσουν σε μια πολιτικά απεχθή κυβέρνηση; Και μέχρι πού θα φτάσουν την τακτική της κόπωσης του αντιπάλου;
ΤΕΣΣΕΡΑ ΣΗΜΕΙΑ-ΚΛΕΙΔΙΑ
Μέχρι την επόμενη Παρασκευή, εφόσον πραγματοποιηθεί το έκτακτο Eurogroup, θα κριθεί η ειλικρίνεια των διακηρύξεων και η αποτελεσματικότητα της πολιτικής διαπραγμάτευσης. Και θα κριθεί και για τις δυο πλευρές, κυβέρνηση και δανειστές, από τα εξής σημεία:
- Πρώτον, από το περιεχόμενο της «πλήρους λίστας μεταρρυθμίσεων» που θα υποβάλει η κυβέρνηση. Το να μεταγράψει η κυβέρνηση το πρόγραμμά της κατά της λιτότητας στον νεοφιλελεύθερο «μεταρρυθμιστικό» κώδικα των δανειστών μοιάζει εγχείρημα εξίσου δύσκολο με τον τετραγωνισμό του κύκλου. Υπάρχουν κάποια ουδέτερα πεδία, αλλά υπάρχουν και πεδία με ασύμβατες προσεγγίσεις, ιδιαίτερα τα εργασιακά, το ασφαλιστικό, το θέμα του ΦΠΑ, οι ιδιωτικοποιήσεις. Ποιος θα κάνει την υποχώρηση στα πεδία αυτά; Η κυβέρνηση ή οι δανειστές; Η κυβέρνηση, πάντως, έχει την ευκαιρία να δοκιμάσει τις αντοχές των δανειστών σε ένα πλαίσιο μέτρων με φιλολαϊκό πρόσημο.
- Δεύτερον, από την κοστολόγηση και το δημοσιονομικό αποτέλεσμα των κυβερνητικών μεταρρυθμίσεων. Ακόμη κι αν οι δανειστές συμβιβαστούν με την θέση για πρωτογενές πλεόνασμα το πολύ 1,5%, οι κυβερνητικές πολιτικές θα πρέπει να καλύψουν ένα δημοσιονομικό κενό τουλάχιστον 5 δισ. ευρώ φέτος που, φυσικά, να μην προέρχεται από λιτότητα («υφεσιακά μέτρα»). Πόθεν; Μια ελπίδα είναι να υπάρξουν αποστομωτικά αποτελέσματα από την έναρξη της ρύθμισης των ληξιπρόθεσμων χρεών προς εφορίες και Ταμεία, ιδιαίτερα της ρύθμισης εξπρές μέχρι την προσεχή Παρασκευή. Δεν υπάρχουν ακόμη ενδείξεις γι’ αυτό. Επιπλέον, η ρύθμιση λειτουργεί ελαφρώς ανταγωνιστικά προς το πρόβλημα ρευστότητας των τραπεζών, εκτός αν υποθέσει κανείς ότι οι οφειλέτες θα βγάλουν λεφτά από τα σεντούκια. Μένει να δούμε αν η κυβέρνηση έχει να παρουσιάσει άλλες, πειστικές προς τους δανειστές πηγές εσόδων. Πάντως, το περίφημο πακέτο Γιούνκερ των 2 δισ. για ανεργία, ανθρωπιστική κρίση, ανάπτυξη είναι ξαναζεσταμένο φαγητό. Πρόκειται για κονδύλια που ήδη δικαιούται η Ελλάδα από τα διαρθρωτικά ταμεία με τους όρους «εμπροσθοβαρούς» καταβολής τους που είχαν συμφωνηθεί ήδη από το περασμένο φθινόπωρο.
- Τρίτον, από τη διάθεση έστω και προσωρινού συμβιβασμού των δανειστών με τη νέα πολιτική κατάσταση στην Ελλάδα, που προς το παρόν φαίνεται μη αναστρέψιμη και χωρίς εναλλακτική γι’ αυτούς κυβερνητική λύση (βλέπε δημοσκοπήσεις). Απόλυτο κριτήριο αυτού του συμβιβασμού είναι τα λεφτά. Μια έστω και τμηματική εκταμίευση από τα περίπου 9 δισ. της εκκρεμούσας δανειακής δόσης θα έστελνε σήμα αμφίπλευρης υλοποίησης της συμφωνίας της 20ής Φεβρουαρίου και, τελικά, πραγματικής «ανακωχής» την οποία κάθε πλευρά έχει ένα ιδιαίτερο λόγο να επιδιώκει. Αν δεν υπάρξει το σήμα αυτό, σημαίνει ότι θα δούμε πολλά ακόμη επεισόδια στο σίριαλ εξουθένωσης της κυβέρνησης μέχρι τελικής πτώσεως.
- Τέταρτον, από τα ευρήματα των τεχνικών κλιμακίων στις «πληροφορίες» για τα μακροοικονομικά, δημοσιονομικά και χρηματοπιστωτικά μεγέθη. Από αυτήν την αθώα, εκ πρώτης όψεως, επιτήρηση μπορούν να αποκαλυφθούν πολλοί σκελετοί στην ντουλάπα, αποτέλεσμα και της «καμένης γης» που άφησε η κυβέρνηση Σαμαρά, οι οποίοι να καταλήξουν σε διεύρυνση του δημοσιονομικού και χρηματοδοτικού κενού και να αυξήσουν την πίεση των δανειστών για πρόσθετα μέτρα. Εκτός αν εκτιμά κανείς ότι η διάθεση «ανακωχής» των δανειστών θα φτάσει μέχρι και στο να παραιτηθούν από την αξίωση για πρωτογενές πλεόνασμα και να συμβιβαστούν με πρωτογενές έλλειμμα. Πράγμα που θα ήταν και το μόνο ρεαλιστικό. Δεν υπάρχει η παραμικρή ένδειξη ότι οι δανειστές θα επιδείξουν τέτοιο ρεαλισμό.
ΓΕΩΠΟΛΙΤΙΚΗ ΤΗΣ ΔΙΑΠΡΑΓΜΑΤΕΥΣΗΣ
Από τα δεδομένα αυτά, τις προσεχείς μέρες και εβδομάδες θα κριθεί ποιος κάνει το μεγαλύτερο βήμα υποχώρησης, η κυβέρνηση ή οι δανειστές, στο έδαφος της συμφωνίας της 20ης Φεβρουαρίου. Μπορεί να υπήρξε πολιτική αποφόρτιση της διαπραγμάτευσης, αλλά να μην ξεχνάμε ότι όλα εξελίσσονται υπό τον ασφυκτικό χρηματοδοτικό εκβιασμό που ασκεί η εκτός «πολιτικής διαπραγμάτευσης» ΕΚΤ, η πραγματική κυβέρνηση της Ευρωζώνης, κρατώντας την Ελλάδα στο χείλος της χρεοκοπίας.
Οφείλει, πάντως, να παρατηρήσει κανείς ότι η παρέμβαση Μέρκελ, σ’ αυτή τη διαπραγμάτευση,ενσωματώνει ευρύτερες ανησυχίες, τόσο γεωπολιτικές όσο και για τις αντοχές της Ευρωζώνης σε περίπτωση ελληνικής εξόδου. Παρ’ ότι η κυβέρνηση έχει αποκηρύξει με κάθε δυνατό τρόπο αυτή την εναλλακτική, έστω και ως σχέδιο έκτακτης ανάγκης, το σενάριο πρόκληση ενός «ατυχήματος» (Graccident) με υπαιτιότητα των ίδιων των ίδιων των εταίρων φαίνεται να δίνει τη θέση του σε μια τακτική ενσωμάτωσης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ στο ευρύτερο «ευρωπαϊκό σχέδιο», έστω και με τις αποκλίσεις της. Αυτό μένει να επιβεβαιωθεί και από το κλίμα της συνάντησης της Δευτέρας στο Βερολίνο.
Πάντως, πολλά συντείνουν στη διαπίστωση ότι το γεωπολιτικό στοιχείο παίζει τον ρόλο του: Η παρέμβαση Ομπάμα προς Μέρκελ για «ρεαλιστικό συμβιβασμό», η επίσκεψη της Αμερικανίδας υφυπουργού Βικτόρια Νούλαντ στην Αθήνα, η επίσπευση της επίσκεψης Τσίπρα στη Μόσχα (8/4),αλλά και η ίδια η απόφαση της Συνόδου Κορυφής της Ε.Ε. που σχεδόν εξαφανίστηκε κάτω από τον ορυμαγδό πληροφοριών και δηλώσεων για την πολιτική συμφωνία της 8μερούς Συνόδου, όλα αποπνέουν και μια αγωνία «να κρατηθεί η Ελλάδα στο δυτικό στρατόπεδο», όπως γράφτηκε χαρακτηριστικά.
ΟΙ ΑΦΑΝΕΙΣ ΣΥΜΒΙΒΑΣΜΟΙ
Μια προσεκτική ανάγνωση των συμπερασμάτων του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου της Πέμπτης και Παρασκευής αποκαλύπτει ότι, με τη συναίνεση και της ελληνικής κυβέρνησης, η Ε.Ε. αποφάσισε μεταξύ άλλων: α) να επιταχύνει την ενεργειακή ένωση, με μεγαλύτερο έλεγχο στις συμβάσεις προμήθειας ενεργειακών πόρων των κρατών με τρίτες χώρες, με προφανή στόχο την απεξάρτηση από το ρωσικό αέριο β) να παρατείνει μέχρι το τέλος του έτους τις κυρώσεις -αλλά και τη ρητορική- κατά της Ρωσίας για το ουκρανικό, παρ’ ότι το τελευταίο συμβούλιο των ΥΠΕΞ τις είχε περιορίσει μέχρι τον Ιούλιο γ) να ενθαρρύνει την ολοκλήρωση της συμφωνίας με τις ΗΠΑ για τη διατλαντική σχέση συναλλαγών και επενδύσεων, της διαβόητης TTIP, που έχει χαρακτηριστεί από την ευρωπαϊκή αριστερά ως «χάρτα απορύθμισης, επίθεσης στην εργασία και κατάλυσης της δημοκρατίας στην Ευρώπη» δ) να διατηρήσει, στη λογική της «Ευρώπης-φρούριο», την επιχείρηση Triton της Frontex για την επιτήρηση των θαλάσσιων συνόρων, με πρόσχημα τη διάσωση ζωών, που έχει επικριθεί και από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες.
Τα συμπεράσματα των ευρωπαϊκών Συνόδων Κορυφής, κατά κανόνα είναι αναμάσημα ευχών. Τα συγκεκριμένα, ωστόσο, αποτελούν συμπύκνωση στρατηγικών που επιταχύνουν την αντιδραστική ολοκλήρωση της Ε.Ε. Όταν φέρουν και την υπογραφή μιας κυβέρνησης που ευαγγελίζεται «αλλαγή στην Ευρώπη» γίνονται πιο προβληματικά. Ακόμη κι αν χρησιμοποιούνται στη διπλωματική τακτική για τη βελτίωση της διαπραγματευτικής θέσης της χώρας, στο τέλος θα συνυπολογιστούν στο ισοζύγιο συμβιβασμών -ρήξεων, υποχωρήσεων- κατακτήσεων με βάση το αξιακό πλαίσιο της Αριστεράς.
*Πηγή: e-dromos.gr
iskra.gr