Στο Κεφάλαιο Α-3 Εξορθολογισμός του πειθαρχικού δικαίου τού Νομοσχεδίου τού Υπουργείου Εσωτερικών & Διοικητικής Ανασυγκρότησης, προβλέπονται αλλαγές στο Πειθαρχικό Δίκαιο της Δημόσιας Διοίκησης, όπως η επαναφορά του τεκμηρίου της αθωότητας και η αντικατάσταση της υποχρεωτικής αργίας με την δυνητική.
Επίσης, η συνδικαλιστική δράση δεν θα συνιστά ανάρμοστη συμπεριφορά με την έννοια του Πειθαρχικού Δικαίου.
Ειδικότερα, προβλέπεται:
Άρθρο 9 Αποκατάσταση του τεκμηρίου αθωότητας στην πειθαρχική διαδικασία
1. Οι διατάξεις του άρθρου πρώτου του ν. 4057/2012 (ΦΕΚ Α 54/14.3.2012), των περιπτώσεων 1-9 της υποπαραγράφου Ζ.3 της παραγράφου Ζ του άρθρου πρώτου του ν. 4093/2012 (ΦΕΚ Α 222/12.11.2012), του άρθρου 14 του ν.4111/2013 (ΦΕΚ Α’ 18/25.1.2013), της παραγράφου 6 του άρθρου 25 του ν.4203/2013 (ΦΕΚ Α’ 235/1.11.2013), των άρθρων 14, 15 και 16 του ν.4210/2013 (ΦΕΚ Α’ 254/21.01.2013), των παραγράφων 2 και 3 του άρθρου 29 του ν. 4305/2014 (ΦΕΚ Α 237/31.10.2014) και των παραγράφων 1 και 2 του άρθρου 69 του ν. 4310/2014 (ΦΕΚ Α’ 258/08.12.2014) καταργούνται.
2. Τα άρθρα 104 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26/Α΄) και 108 του ν. 3584/2007 (ΦΕΚ 26/Α΄) αντικαθίσταται ως εξής:
«Δυνητική θέση σε αργία - Αναστολή άσκησης καθηκόντων Αν συντρέχουν λόγοι δημοσίου συμφέροντος μπορεί να τίθεται σε αργία ο υπάλληλος, κατά του οποίου:
α) έχει ασκηθεί ποινική δίωξη για αδίκημα το οποίο μπορεί να επισύρει την έκπτωση από την υπηρεσία. Ειδικά, προκειμένου για το αδίκημα της παράβασης καθήκοντος ο υπάλληλος μπορεί να τίθεται σε αργία εφόσον έχει παραπεμφθεί στο ακροατήριο για το αδίκημα αυτό,
β) έχει ασκηθεί πειθαρχική δίωξη για παράπτωμα, το οποίο μπορεί να επισύρει την ποινή της οριστικής παύσης ή
γ) υπάρχει βάσιμη υπόνοια για άτακτη διαχείριση, η οποία στηρίζεται σε έκθεση της προϊσταμένης αρχής ή αρμόδιου επιθεωρητή.
2. Σε κατεπείγουσες περιπτώσεις επιτακτικού δημοσίου συμφέροντος και πριν γνωμοδοτήσει το πειθαρχικό συμβούλιο, μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο από το ανώτατο μονοπρόσωπο όργανο διοίκησης του φορέα όπου υπηρετεί το μέτρο της αναστολής άσκησης των καθηκόντων του. Μέσα σε τριάντα (30) ημέρες το πειθαρχικό συμβούλιο συνέρχεται και γνωμοδοτεί για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία. Η αναστολή άσκησης των καθηκόντων αίρεται αυτοδικαίως, εάν το πειθαρχικό συμβούλιο δεν γνωμοδοτήσει για τη θέση σε αργία εντός της ανωτέρω προθεσμίας.
3. Η πράξη, με την οποία ο υπάλληλος τίθεται σε δυνητική αργία ή επαναφέρεται στα καθήκοντα του, εκδίδεται από τον οικείο Υπουργό ή το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης των Ν.Π.Δ.Δ. ή, αν δεν υπάρχει, τον Πρόεδρο του συλλογικού οργάνου διοίκησης Ν.Π.Δ.Δ. ύστερα από γνώμη του πειθαρχικού συμβουλίου. Για τη θέση του υπαλλήλου σε αργία απαιτείται προηγούμενη ακρόαση αυτού από το πειθαρχικό συμβούλιο.
4. Μετά την πάροδο έτους από τη θέση σε αργία, το πειθαρχικό συμβούλιο υποχρεούται να γνωμοδοτήσει για τη συνέχιση ή μη της αργίας, άλλως η αργία αίρεται. Η αργία αίρεται αυτοδικαίως μετά την πάροδο διετίας από την έκδοση της απόφασης θέσεως του υπαλλήλου σε αργία.
5. Η αργία αρχίζει από την κοινοποίηση της σχετικής πράξης. Ο υπάλληλος επανέρχεται στα καθήκοντά του από την κοινοποίηση της πράξης επαναφοράς ή αυτοδίκαια από την τελεσιδικία της ποινικής απόφασης που δεν συνεπάγεται έκπτωση ή της πειθαρχικής απόφασης, η οποία δεν επιβάλλει την ποινή της οριστικής παύσης ή από τη συμπλήρωση της διετίας κατά την προηγούμενη παράγραφο.»
6. Η αυτοδίκαιη αργία που προβλέπεται στις καταργούμενες με την παράγραφο 1 διατάξεις λήγει αυτοδικαίως μετά δεκαπέντε ημέρες από τη δημοσίευση του παρόντος, με την επιφύλαξη των περιπτώσεων αυτοδίκαιης αργίας που προβλέπονται στις διατάξεις του άρθρου 103 του ν. 3528/2007 και του άρθρου 107 του ν. 3584/2007 πριν από την τροποποίηση τους από τις ανωτέρω καταργούμενες διατάξεις.
Εντός της ανωτέρω δεκαπενθήμερης προθεσμίας ο οικείος Υπουργός, ο Πρόεδρος Ανεξάρτητης Αρχής, το ανώτατο μονομελές όργανο διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου ή αν δεν υπάρχει ο Πρόεδρος του συλλογικού οργάνου διοίκησης των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου και το αρμόδιο για το διορισμό όργανο στην περίπτωση των δημοτικών υπαλλήλων μπορεί να αποφασίσει με αιτιολογημένη απόφαση του την αναστολή άσκησης των καθηκόντων για όσους από τους υπαλλήλους αυτούς υφίσταται σχετικός επιτακτικός λόγος δημοσίου συμφέροντος, παραπέμποντας τους με την ίδια απόφαση στο οικείο πεθαρχικό συμβούλιο για τη θέση τους ή μη σε δυνητική αργία με τη διαδικασία της παρ. 2 του άρθρου 104 του ν. 3528/2007 ή με τη διαδικασία της παρ. 2 στις του άρθρου 108 του ν. 3584/2007 όπως τροποιήθηκαν με το άρθρο αυτό.
Άρθρο 10 Οριστική Παύση
Η περίπτωση η' της παραγράφου 1 του άρθρου 109 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26/Α΄) όπως ισχύει αντικαθίσταται ως εξής:
«η) η ποινή της οριστικής παύσης, η οποία μπορεί να επιβληθεί μόνο για τα ακόλουθα παραπτώματα: της παράβασης του άρθρου 107 παρ.1 (α) του παρόντος, της παράβασης καθήκοντος κατά τον Ποινικό Κώδικα ή άλλους ειδικούς νόμους, της απόκτησης οικονομικού οφέλους ή ανταλλάγματος προς όφελος του ιδίου του υπαλλήλου ή τρίτου προσώπου κατά την άσκηση των καθηκόντων του ή εξ αφορμής αυτών, της χαρακτηριστικώς αναξιοπρεπούς ή ανάξιας για υπάλληλο διαγωγής εντός ή εκτός υπηρεσίας, της παράβασης της υποχρέωσης εχεμύθειας, της αδικαιολόγητης αποχής από την εκτέλεση των υπηρεσιακών καθηκόντων πάνω από είκοσι δύο (22) εργάσιμες ημέρες συνεχώς ή πάνω από τριάντα (30) εργάσιμες ημέρες σε διάστημα ενός (1) έτους, της εξαιρετικώς σοβαρής απείθειας, της άμεσης ή μέσω τρίτου προσώπου συμμετοχής σε δημοπρασία την οποία διενεργεί επιτροπή μέλος της οποίας είναι ο υπάλληλος ή όταν η επιτροπή αυτή υπάγεται στην αρχή στην οποία ο υπάλληλος υπηρετεί, της εμμονής σε άρνηση προσέλευσης για εξέταση από υγειονομική επιτροπή.
Επίσης η ποινή της οριστικής παύσης μπορεί να επιβληθεί στον υπάλληλο για οποιοδήποτε παράπτωμα αν κατά την προηγούμενη της διάπραξής του διετία του είχαν επιβληθεί τρεις (3) τουλάχιστον πειθαρχικές ποινές ανώτερες του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός ή κατά το προηγούμενο της διάπραξής του έτος είχε τιμωρηθεί για το ίδιο αδίκημα με ποινή ανώτερη του προστίμου αποδοχών ενός (1) μηνός.
Σε καμιά περίπτωση δεν συνιστά ανάρμοστη συμπεριφορά ή αναξιοπρεπή ή ανάξια για υπάλληλο διαγωγή κατά την έννοια του άρθρου 107 η άσκηση συνδικαλιστικής, πολιτικής ή κοινωνικής δράσης»
Άρθρο 11 Πειθαρχικά Συμβούλια
Στο τέλος της παραγράφου 1 του άρθρου 146Α του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26/Α΄) όπως ισχύει, προστίθενται στοιχεία στ’ και ζ' ως εξής:
«στ) Δύο (2) εκπροσώπους της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι είναι μόνιμοι υπάλληλοι προϊστάμενοι Διεύθυνσης δημοσίων υπηρεσιών, Ν.Π.Δ.Δ. ή Περιφερειών και οι οποίοι υποδεικνύονται με απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. Αν η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. δεν υποδείξει μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την περιέλευση σε αυτήν εγγράφου ερωτήματος του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, τα μέλη αυτά μαζί με τους αναπληρωτές τους ορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του αρμόδιου Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης,
ζ) Δύο (2) εκπροσώπους της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. με τους αναπληρωτές τους, οι οποίοι είναι μόνιμοι υπάλληλοι προϊστάμενοι Διεύθυνσης Δήμων και οι οποίοι υποδεικνύονται με απόφαση της εκτελεστικής επιτροπής της Α.Δ.Ε.Δ.Υ. Αν η Α.Δ.Ε.Δ.Υ. δεν υποδείξει μέσα σε προθεσμία είκοσι (20) ημερών από την περιέλευση σε αυτήν εγγράφου ερωτήματος του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, τα μέλη αυτά μαζί με τους αναπληρωτές τους ορίζονται με κοινή απόφαση του Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και του αρμόδιου Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης.»
2. Μετά το εδάφιο δ της παραγράφου 2 του ως άνω άρθρου προστίθεται εδάφιο ως εξής: «ε) τα τακτικά μέλη της περίπτωσης στ' ή τους αναπληρωτές τους.»
3. Μετά το εδάφιο γ της παραγράφου 3 του ως άνω άρθρου προστίθεται εδάφιο ως εξής: «δ) τα τακτικά μέλη της περίπτωσης ζ΄ ή τους αναπληρωτές τους.».
4. Η παράγραφος 2 του άρθρου 146 Β του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26/Α΄) όπως ισχύει αντικαθίσταται ως εξής:
«Τα πειθαρχικά συμβούλια είναι πενταμελή και αποτελούνται από:
α) Τον Πρόεδρο, ο οποίος είναι πάρεδρος του Ελεγκτικού Συνεδρίου ή εφέτης ή πρόεδρος πρωτοδικών ή πρωτοδίκης των διοικητικών ή των πολιτικών δικαστηρίων ή εισαγγελέας ή αντεισαγγελέας εφετών ή εισαγγελέας ή αντεισαγγελέας πρωτοδικών με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του οικείου δικαστηρίου ή από τον προϊστάμενο της οικείας εισαγγελίας,
β) Ένα (1) μέλος, ο οποίος είναι πάρεδρος ή δικαστικός αντιπρόσωπος του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους,
γ) Ένα (1) μέλος, ο οποίος είναι μόνιμος υπάλληλος, προϊστάμενος Διεύθυνσης Υπουργείου, Αποκεντρωμένης Διοίκησης, Περιφέρειας ή Ν.Π.Δ.Δ., με τον αναπληρωτή του, οι οποίοι δεν υπάγονται στην αρμοδιότητα του οργάνου που εκδίδει την απόφαση σύστασης του συμβουλίου της παραγράφου 1. Οι προϊστάμενοι Διευθύνσεων υποδεικνύονται από τον Πρόεδρο του Δευτεροβάθμιου Πειθαρχικού Συμβουλίου ύστερα από κλήρωση που γίνεται σύμφωνα με τη διαδικασία που προβλέπεται στην παράγραφο 9 του παρόντος και υπηρετούν στην έδρα του αρμόδιου πειθαρχικού συμβουλίου,
δ) Δύο (2) αιρετούς εκπροσώπους με τους αναπληρωτές τους οι οποίοι είναι μέλη του Πενταμελούς Υπηρεσιακού Συμβουλίου στο οποίο υπάγεται ο διωκόμενος υπάλληλος».
Άρθρο 12 Άλλες πειθαρχικές διατάξεις
1. H περίπτωση ιγ΄ της παρ. 1 του άρθρου 107 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26/Α΄) όπως ισχύει αντικαθίσταται ως ακολούθως: «η αδικαιολόγητη μη εξυπηρέτηση των πολιτών και η μη έγκαιρη διεκπεραίωση των υποθέσεών τους σύμφωνα με τις κείμενες διατάξεις».
2. H περίπτωση κθ΄ της παρ. 1 του άρθρου 107 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26/Α΄) όπως ισχύει αντικαθίσταται ως εξής: «η άρνηση συνεργασίας με τα Κέντρα Εξυπηρέτησης Πολιτών (Κ.Ε.Π.) και η μη εφαρμογή των διατάξεων περί απλούστευσης των διαδικασιών και καταπολέμησης της γραφειοκρατίας».
3. Η περίπτωση λγ’ της παραγράφου 1 του άρθρου 107 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26/Α΄) όπως ισχύει καταργείται και η περίπτωση λδ΄ αναριθμείται σε λγ΄.
4. Η παρ. 4 του άρθρου 117 του ν. 3528/2007 (ΦΕΚ 26/Α΄) όπως ισχύει καταργείται.
epoli.gr